Η «ΠΕΠΟΙΚΙΛΜΕΝΗ ΤΗι ΘΕΙΑι ΔΟΞΗι» 

(ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου)

Τοῦ  Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

 

Κάθε φορά πού ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει κάποιο ἀπό τά γεγονότα τῆς ζωῆς τῆς Παρθένου, ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου πλήθη ἀμέτρητα οἱ πιστοί, κρατώντας στά μυροδοχεῖα τῶν καρδιῶν τους, σάν σέ ἀλαβάστρινα σκεύη, τά πιό εὐωδιαστά ἀρώματα τῆς εὐγνωμοσύνης καί τῆς ἀγάπης, πλημμυρίζουν τούς ἱερούς ναούς. Ἰδιαίτερα ὅμως τήν ἡμέρα πού ἑορτάζεται μέ μυστική ἔξαρση ἡ Κοίμησή Της, ὁλόκληρος ὁ χριστιανικός κόσμος στρέφεται πρός Αὐτήν. Τήν βλέπει στόν Θεομητορικό θρόνο Της «πεποικιλμένην» καί καταστόλιστη ἀπό τά πιό λαμπερά κοσμήματα τῶν ἀρετῶν.

Ἀνάμεσα στούς πολυτίμους λίθους, πού στολίζουν τό βασιλικό Της διάδημα, ξεχωρίζουμε πρῶτο πετράδι τήν ἁ γ ν ό τ η τ α. «Ἁγνείας θησαύρισμα», Τήν ὀνομάζει ἡ ἱερή ὑμνογραφία. Κι’ ἀλήθεια, σάν ἕνα ὁλόλευκο κρίνο ἄνθισε στήν ταπεινή γωνιά τῆς Ναζαρέτ καί σκόρπισε τήν εὐωδιά του στίς γενεές. Ἀπό τότε ἔγινε τό πρότυπό της σεμνότητος καί τῆς αἰδημοσύνης, πού ζωγραφίζονται στήν μορφή κάθε καλῆς κόρης, πού ἀκολουθώντας τό παράδειγμά Της ζεῖ τήν ἀγγελική ζωή τῆς καθαρότητος. Γιά τήν ἁγνότητα εἶπαν πώς χωρίς νά τό ξέρει, κρατεῖ τό κλειδί τοῦ Παραδείσου. Ἀλλοίμονο, ἄν τήν ἁγνότητα, πού στήν ἄνοιξη τῆς ζωῆς εἶναι τό ἄνθος πού προοιωνίζεται τούς καρπούς τοῦ ἐναρέτου βίου, ἀφανίσει ὁρμητικός ἄνεμος. Τότε τό νεόφυτο δένδρο τοῦ ἀνθρώπου, γυμνό καί ξέφυλλο, μάταια θά περιμένει τήν ἀνθοβολή καί τό κάρπισμα. Τοῦ κάκου τά πουλιά τῆς χαρᾶς θά φτεροκοποῦν ὁλόγυρά του, δέν θά βρίσκουν φύλλωμα νά χτίσουν τήν φωλιά τους! Ἡ τ α π ε ί ν ω σ η εἶναι τό δεύτερο πολύτιμο πετράδι. Τό βλέπομε νά λάμπει στό διάδημα τῆς Παρθένου Μαρίας, καί ξεχωριστά νοιώθουμε νά μᾶς συνταράζει μέ τό μεγαλεῖο της ἡ ἀσύγκριτη ταπείνωσύνη Της, τήν ὥρα, πού μέ σκυμμένα μάτια ἀκούει τό ἀρχαγγελικό μήνυμα, ὅτι αὐτή ἡ ἄγνωστη καί ἄσημη κόρη θά γίνει ἡ Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν καί ὁ Χερουβικός Θρόνος, γιατί θά συλλάβει καί θά γεννήσει τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου. Δέν ξιππάζεται, δέν ξυπνάει μέσα Της ἡ ἐγωϊστική φιλαυτία, ἀλλά ὕστερα ἀπό μερικά διστακτικά ψελλίσματα - πῶς θά γίνει τό μέγα τοῦτο μυστήριο;- ὑποκλίνεται εὐλαβικά στήν θεία βουλή λέγοντας: «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου. Γένοιτο μοι κατά τό ρῆμά Σου».

Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἄν ὑποφέρει γι’ αὐτό ἡ ὑπεροψία καί ὁ ἐγωκεντρισμός εἶναι τά μεγαλύτερα αἴτια. Κατακτώντας τόν ἀέρα καί τούς βυθούς ξέχασε νά οἰκοδομήσει μέσα στήν καρδιά του τήν αὐτογνωσία καί τήν ταπείνωση καί κτίζει πάλιν τόν πύργο Βαβέλ, πού ματαίως προσπαθεῖ νά διασώσει ἀπό τή θύελλα τῆς θείας ὀργῆς.

Καί ὁ τρίτος πολύτιμος λίθος εἶναι ὑ π ο μ ο ν ή. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ἦλθε στόν κόσμο ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος δοκίμασε πόνους σκληρούς. Ὁλόκληρη ἡ ζωή Της ἦταν μιά σειρά ἀποδοκιμασίες. Ἀπό τήν ὥρα πού ἡ Θεία Βουλή Τήν ἐμπιστεύεται στά χέρια τοῦ Ἰωσήφ, στήν καρδιά τοῦ χειμώνα γεννᾶ μέσα σ’ ἕνα σταῦλο τόν Βασιλέα τοῦ Σύμπαντος. Ἀπό τήν μανία τοῦ Ἡρώδη φεύγει στήν Αἴγυπτο, ταλαιπωρεῖται σέ ξένους τόπους κι’ ἐπιστρέφοντας ζεῖ φτωχικά στή Ναζαρέτ. Καί στό τέλος δοκιμάζει τό πικρό ποτήρι τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ Της.

Ὅμως πάνω ἀπ’ ὅλα στέκει ἀλύγιστη καί τραβᾶ δύσκολο δρόμο μέ καρτερία καί ὑπομονή ὥς τό τέλος τοῦ ἐπιγείου βίου Της. Ἡ ὑπομονή εἶναι ἡ πέτρα τῆς εὐτυχίας. Χωρίς αὐτή πῶς θ’ ἀντιμετωπίσουμε τίς ἁρρώστιες, τούς πόνους, τούς κατατρεγμούς καί τ’ ἀμέτρητα καθημερινά βάσανα;

Αὐτές οἱ τρεῖς ἀρετές, πού ἀκτινοβολοῦν τό βασιλικό διάδημα τῆς Παρθένου, μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά σκεφθοῦμε πώς κι’ ἐμεῖς ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη νά κοσμήσουμε μ’ αὐτές τήν ζωή μας. Ἔτσι γινόμαστε δυνατοί καί ἀντιμετωπίζουμε μέ θάρρος τίς κρίσιμες ὧρες.

Ἡ σεμνή Κόρη τῆς Ναζαρέτ, πού τήν Κοίμησή Της τιμᾶ καί γεραίρει ἡ  Ἐκκλησία μας, ἄς εὐλογήσει κάθε ψυχή ὥστε νά ἀκτινοβολεῖ ἀπό τά τρία αὐτά χαρίσματα, πού σάν τρίφωτη λυχνία φώτισαν τόν δρόμο Της, καί νά μπορεῖ νά ψάλει μαζί Της «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον».