logo


Κήρυγμα γιά Κυριακή 3.4.2016

 

Κυριακή (Γ΄ Νηστειῶν) (Μάρκου η΄34-θ΄ 1)

Γιά ὅλες τίς ἐποχές ὁ περί Σταυροῦ λόγος ἦταν ἕνα πρόσταγμα δύσκολο καί ἔκανε τούς ἀνθρώπους νά μουδιάζουν. Ἰδιαίτερα ὅμως παρουσιάζεται βαρύ γιά τόν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας, πού ζεῖ στήν λεγόμενη κοινωνία τῆς εὐημερίας, πού ἔχει θεοποιήσει τήν ἄνεση καί τήν ἀσφάλεια. Γι αὐτό, ὅταν ὁ Κύριος λέγει : «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν Σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι» πολλοί ἀντιδροῦν.

Ἡ ἐποχή μας παρατηροῦν εἶναι σκληρή. Ἄν ἐπιχειρήσεις νά ἀπαρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου, νά παραχωρήσεις τά δικαιώματά σου, θά σέ ἐκμεταλλευτοῦν καί τελικά θά ἀποτύχεις. Αὐτό βέβαια δέν τό ἀνέχομαι οὔτε ἄλλωστε ὁ Θεός θά ἤθελε νά ἔχει ὀπαδούς ...κοινωνικά ἀποτυχημένους. Νά ὅμως πού ὁ Κύριος ὄχι μόνο σταθερά τονίζει «ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του ...» ἀλλά καί προσθέτει : «Διότι, ὅποιος θέλει νά σώσει τήν ψυχή του, θά τήν χάσει, ἐνῶ ὅποιος χάσει τήν ζωή του χάριν ἐμοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου, θά τήν σώσει».

Αὐτές ἀκριβῶς, οἱ τοποθετήσεις εἶναι πού σκανδαλίζουν τόν πρακτικό ἀνθρώπινο λογισμό. Ἀλλά, γιατί τάχα νά μᾶς τρομάζει τό ἐκ πρώτης ὄψεως παράδοξο; Ὑπάρχουν πολλές μεγάλες ἀλήθειες στήν ζωή καί τήν ἐπιστήμη πού στό πρῶτο τους ἄκουσμα ἠχοῦν παράξενα. Ὅταν π.χ. στά μαθηματικά ὁ «ἀλγεβρικός λογισμός» εἰσάγει τό ἐκ πρώτης ὄψεως παράδοξο, ὅτι ὑπάρχουν ἀριθμοί κάτω ἀπό τό μηδέν, φαίνεται ἀρχικά στόν κοινό πρακτικό νοῦ ἀπαράδεκτο. Μέ τήν καινούργια ὅμως αὐτή ἀρχή γίνεται δυνατό νά ἀντιμετωπισθοῦν προβλήματα, πού μένουν ἄλυτα μέ τόν ἁπλό λογισμό τῆς πρακτικῆς ἀριθμητικῆς.

Ἀπίθανα ἔμοιαζαν ἐπίσης στήν ἀρχή πολλά αὐτονόητα τῆς σημερινῆς ἐποχῆς: ὅπως ὅτι μέ ἕνα μικρό κουτί θά ἄκουγες καί θά ἔβλεπες τί γίνεται μίλια μακριά, ὅτι θά διέσχιζαν τούς αἰθέρες «πλοία» μέ τεράστιο βάρος καί φορτίο, ἑκατοντάδες ἀνθρώπους κ.ο.κ. Τό ἐκ πρώτης ὄψεως λοιπόν παράξενο κάθε ἄλλο παρά παράλογο εἶναι.

Στήν πνευματική ζωή, τό παράδοξο τοῦ «Σταυρικοῦ Λογισμοῦ» πού εἰσήγαγε ὁ Χριστός μέ τό κήρυγμα καί τό πάθος Του, ἡ μεγάλη ἀλήθεια ὅτι γιά νά βρεῖς τόν ἑαυτό σου πρέπει νά τόν θυσιάσεις, ἔνοιξε νέους ὁρίζοντες ζωῆς στούς ἀνθρώπους, ἀκατανόητους γιά τόν μικροαστικό λογισμό. Ὅποιος ἐφαρμόζει αὐτή τήν ἀρχή ὁδηγεῖται σέ μία ἄλλη περιοχή πνευματικῆς ὡριμότητος καί γιά νά μιλήσουμε θεολογικά σέ μία περιοχή σωτηρίας.

Τό πρῶτο στοιχεῖο τοῦ «Λογισμοῦ τοῦ Σταυροῦ» εἶναι τό χρέος μιᾶς ἐπαναστάσεως ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας. Μιά ὑποσυνείδητη τάση μας σπρώχνει κατά κανόνα σέ μία ἰδιότυπη δουλεία, νά κάνουμε τό ἄτομό μας κέντρο τοῦ βίου μας καί τῆς ζωῆς τῶν ἄλλων. Ἀρχίζει ἐνστικτωδῶς ἀπό τά παιδικά μας χρόνια καί γιά ὅσους δέν ὡριμάζουν πνευματικά τούς ταλαιπωρεῖ μέχρι τά γεράματά τους. Ἄν τό καλοσκεφθοῦμε σέ νηφάλιες ὥρες θά διαπιστώσουμε ὅτι τό 80% ἀπό τήν δραστηριότητά μας καταναλίσκεται γιά νά στήσουμε καλλίτερα τό εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ μας στό βωμό τῆς ζωῆς, πού εἶναι ὁ Θεός καί βάζοντας σάν κέντρο τό «ἐγώ» μας στήν ἐργασία, στίς ἐπιδιώξεις, στήν οἰκογένειά μας, γυρίζουμε ἀδιάκοπα γύρω ἀπό τόν ἑαυτό μας καί μᾶς πιάνει ἴλιγγος.

Ἀπαρνούμαστε τόν ἑαυτό μας, σημαίνει τελικά ἀπελευθερονόμαστε τελικά ἀπό τήν δουλεία στό παράλογο, ἀνακαλύπτω ὅτι μόνος μου «καθ’ ἑαυτόν» εἶμαι κάτι ἀσήμαντο καί ἄρα εἶναι παραφροσύνη νά ζητῶ νά ὑψώσω αὐτό τό σχεδόν «τίποτα» σέ εἴδωλο, δικό μου καί τῶν γύρω μου. Ἕνα δεύτερο βασικό στοιχεῖο τοῦ «Σταυρικοῦ Λογικοῦ» εἶναι ὅτι ἡ ἀπάρνηση πρέπει νά συμπληρώνεται ἀπό μία ἀποδοχή. Δέν εἶναι μόνο τά ἐμπόδια πού θέτει ὁ ἑαυτός μας στό δρόμο γιά λύτρωση καί πληρότητα ζωῆς, εἶναι ἀκόμη οἱ τραγικότητες τῆς βιοπάλης, οἱ συγκεκριμένοι σταυροί πού ἐπιφυλάσσει ὁ ἀνθρώπινο βίος: ἀρρώστιες, ἀδικίες, θάνατος, ἀπογοητεύσεις καί πικρίες ἀπό τήν πονηριά καί τήν σκληρότητα διαφόρων παραγόντων. Ὅλα αὐτά θά χρειασθεῖ νά μάθουμε νά τά ἀποδεχώμαστε «ἐν εἰρήνῃ καί ἐλπίδι», μέσα στό φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Ὅποιος ἀκολουθεῖ τόν Ἰησοῦ, ἔχει νά κάνει μία πορεία πού ξεπερνᾶ τόν Σταυρό.

Στόν Γολγοθᾶ, ὅπως ὅλοι ξέρουμε, ὑπῆρχαν τρεῖς σταυροί, οἱ δύο ἦταν τό τέρμα τῆς πορείας δύο ληστῶν, ὁ μεσαῖος ἦταν ἁπλῶς ἕνα σταυροδρόμι. Διότι ἐκεῖνος πού ὑψώθηκε πάνω του εἶχε περάσει μία ζωή ἀγάπης καί ἀληθείας καί ὅδευε διά τοῦ Σταυροῦ πρός τόν Πατέρα. Ἀλλά ἀκόμη καί ἡ χάρη καί ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἐπηρέασε καί μεταμόρφωσε τόν ἕναν ἀπό τούς δύο ἄλλους σταυρούς κάνοντας τον διά τῆς μετανοίας «θύραν» τοῦ Παραδείσου. Αὐτό εἶναι μία πολύ οὐσιαστική παρηγοριά γιά ὅσους σήμερα σηκώνουν σταυρό ἐνοχῆς.

Ἄς κλείσουμε αὐτές τίς σύντομες σκέψεις ὑπογραμμίζοντας ἕνα τρίτο στοιχεῖο τοῦ «Σταυροῦ Λογισμοῦ». Ἀπάρνηση καί διάθεση θυσίας δέν σημαίνουν παθητικότητα ἔναντι τῆς ζωῆς.

Ἡ ἀπελευθέρωσή μας ἀπό τό ἐγώ γιά τήν ὁποία μιλᾶ ὁ Χριστός, δέν ἀποτελεῖ αὐτοσκοπό ὅπως π.χ. σέ μία βουδδιστική θεώρηση τῆς ζωῆς, δέν εἶναι ἀπάθεια σάν αὐτή πού συναντᾶ κανείς ταξιδεύοντας στήν Ἰνδία καί τήν Ἄπω Ἀνατολή. Τό ζητούμενο εἶναι νά λυτρωθεῖς ἀπό τόν ἀτομισμό σου γιά νά δοθεῖς ὁλόκληρος στόν Θεό νά «κοινωνήσεις», νά συμμετάσχεις στήν ζωή τοῦ Χριστοῦ καί νά τόν ἀκολουθήσεις σέ μία πορεία ἀγάπης καί μεταμορφώσεως τοῦ κόσμου.

Ἐμεῖς πού ζοῦμε στήν ἐποχή τῆς ἀτομικῆς ἐνέργειας μποροῦμε νά δοῦμε ἀπό μία ἰδιαίτερη σκοπιά τά λόγια τοῦ Κυρίου γιά ἀπάρνηση καί ὑπέρβαση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἡ μεγάλη ἐπανάσταση πού ἔγινε στόν τεχνολογικό πολιτισμό στηρίχθηκε κυρίως σέ μία διάσπαση, στήν γνωστή διάσπαση τοῦ ἀτόμου πού ἀπετέλεσε τήν πηγή γιά μία νέα ποιότητα καί διάσταση ἐνεργείας.

Ἡ διάσπαση τῆς ἐγωκεντρικότητας τοῦ ἀτόμου, ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας ἐν Χριστῷ μπορεῖ νά ἀποτελέσει μία ἀπίστευτη πηγή ἐνέργειας, ἱκανῆς νά μεταμορφώσει τήν τραγικότητα τῆς ζωῆς καί νά μᾶς ὁδηγήσει σέ μία οὐσιαστική προσωπική καί κοινωνική ἀλλαγή σέ μία πνευματική ὡριμότητα καί ἐλευθερία.