logo


Θεοτόκος

Τό κάλλος τῆς δημιουργίας

Μέ ἱερό θαυμασμό καί μεγάλο σεβασμό ἄγγελοι στόν οὐρανό καί ἄνθρωποι στήν γῆ, ὅλος ὁ κόσμος ὁρατός καί ἀόρατος, σύμπασα ἡ δημιουργία, ἀτενίζει πρός τό πάνσεπτο καί ὑπερένδοξο πρόσωπο τῆς ἁγίας Παρθένου Μαρίας, «τῆς περιβεβλημένης τόν ἥλιον γυναικός» κατά τόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη (Ἀποκάλυψις ιβ΄ 1).

Καί καθώς θά ἑορτάσουμε αὔριο τήν πάνσεπτον κοίμησή της ἔκρινα εὔκαιρον καί ἐπίκαιρον νά ἀναφερθῶ εἰς τό πάνσεπτον Θεομητορικό πρόσωπό της.

Τήν δόξα τῆς Παρθένου Μαρίας κηρύττουν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς καί οἱ Ἀπόστολοι τῆς Καινῆς Διαθήκης. Τό μεγαλεῖο τοῦ θεομητορικοῦ προσώπου ἐξαίρουν οἱ ἅγιοι πατέρες καί διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καθιέρωσε καί θέσπισε ἑορτές γιά τά διάφορα γεγονότα τῆς ζωῆς τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ. Οἱ πιστοί σέ πάνδημες συνάξεις ἐγκωμιάζουν μέ Ἱερές Ἀκολουθίες καί ὕμνους τό θεαυγές κάλλος τῆς τιμιωτέρας καί ἐνδοξοτέρας πάσης τῆς κτίσεως. Κάθε γενεά ἀνθρώπων καταθέτει ἐνώπιον τῆς ἁγίας μορφῆς της τήν τιμή καί τόν σεβασμό της. Ὑμνεῖ κάθε μία μέ τόν δικό της τρόπο τό ἄφθαρτο μεγαλεῖο της. Δίδει τήν μαρτυρία της γιά τήν ἁγιότητα καί τό ἀκατάληπτο μυστήριο αὐτῆς τῆς γυναίκας. Γι’ αὐτή πού προφήτευσαν ὁ προφῆτες καί προανήγγειλαν οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Γι’ αὐτή πού εὑρίσκεται στό κέντρο τοῦ προαιώνιου θείου σχεδίου (Γένεσις γ’ 16), τοῦ μυστηρίου τῆς ἀναδημιουργίας τοῦ κόσμου, ὅπως δηλώθηκε μέ τούς ἀποστολικούς λόγους «εἰ τίς ἐν Χριστῷ, καινή κτίσις· Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονε καινά τά πάντα» (Β΄  Κορινθίους ε’ 17). Δηλαδή: «Ἔτσι, ὅποιος ἀνήκει στόν Χριστό εἶναι μία καινούργια δημιουργία. Τά παλαιά πέρασαν ὅλα ἔγιναν καινούργια». Γι’ αὐτή πού δέχθηκε, μέ τήν ἐλεύθερη συγκατάθεσή της καί ἐκφράσθηκε μέ τούς λόγους της «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά τό ῥῆμα σου» (Λουκᾶ α΄ 38), νά διακονήσει τό μυστήριο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτή πού ὑψώθηκε στό μυστήριο καί στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας πιό πάνω ἀπ’ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα.

Μία μικρή καί σύντομη συλλογή ἐγκωμίων καί ἐπαίνων, πού συνθέτουν τήν δόξα της καί εἰπώθηκαν ἀπό ἁγίους καί θεοφόρους ἄνδρες μέ τήν ἔμπνευση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, θά καταθέσουμε ἐνώπιον τῆς ἁγίας μορφῆς της ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἑορτῆς τῆς ἀθάνατης κοιμήσεώς της.

1) Νύμφη τοῦ Βασιλέως -Ἡ βασίλισσα τοῦ κόσμου. Ὁ προφήτης καί βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων Δαυΐδ (βασίλευσε σαράντα ἔτη 1055-1015 π.Χ.) ὑμνεῖ μέ τόν 44ο Ψαλμό του, πού ἔχει τήν ὀνομασία «ὠδή ὑπέρ τοῦ ἀγαπητοῦ», τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ὕμνεῖ τήν δόξα Του καί τά ἔργα Του γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Μεταξύ αὐτῶν Τόν ἐγκωμιάζει καί γιά τήν ἔνδοξη βασίλισσα πού στάθηκε στά δεξιά τοῦ οὐράνιου θρόνου Του, μέ τούς λόγους: «Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένῃ» (Ψαλμός 44, στ. 10). Αὐτό τό ἐγκώμιο κατενόησαν οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι πατέρες μας καί τό ἑρμήνευσαν ὡς ἑξῆς: Ἐνῶ ἀναφέρεται σέ μία βασίλισσα πού στάθηκε δίπλα στόν αἰώνιο βασιλέα Κύριο καί Θεό, τά χαρακτηριστικά της δείχνουν, ὅτι αὐτή δέν εἶναι ἐγκόσμια βασίλισσα. Αὐτή ἡ βασίλισσα πού παρέστη, πού στάθηκε δίπλα στόν Χριστό κατά τήν διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὅπως μέ σαφήνεια γράφει (Ἐφεσίους ε’ 25-27).

Ὡστόσο ὅμως οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, οἱ ἀπλανεῖς ἑρμηνευτές τῶν ἁγίων Γραφῶν καί ἐκφραστές τῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας μας, πολλές φορές ἀναφέρονται στόν παραλληλισμό τῆς Παρθένου Μαρίας καί τῆς Ἐκκλησίας. Ὁπότε τό ἐγκώμιο τοῦ προφήτου καί βασιλιά Δαυΐδ γίνεται παραδεκτό, ὅτι ὁμιλεῖ καί γιά τήν Παρθένο Μαρία, τῆς ὁποίας ἡ δόξα εἶναι «ἔσωθεν». Αὐτό τό «ἔσωθεν» ἐννοεῖται, ὅτι εἶναι κατά τόν ἀρχαγγελικό λόγο ὁ «εὐλογημένος καρπός τῆς κοιλίας της» (Λουκᾶ α’ 42). Αὐτήν τήν παράδοση ἐπισφράγισε ἡ Ἐκκλησία μέ τήν θεολογία της. Γι’ αὐτό τόν λόγο καί οἱ στίχοι αὐτοί ἔχουν συμπεριληφθεῖ στίς Ἱερές Ἀκολουθίες τῶν θεομητορικῶν ἑορτῶν. Ἡ δόξα τῆς Παρθένου Μαρίας εἶναι, ὅτι γέννησε μέ τήν ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος τόν Κύριο καί Θεό.

2)Ἡ ἀνωτέρα πασῶν τῶν γυναικῶν. Στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν ἀναφέρεται ἕνα ἀκόμη ἐγκώμιο τῆς Παρθένου Μαρίας. Τό ἐγκώμιο αὐτό εἶναι τοῦ προφήτου καί βασιλιᾶ τῶν Ἰουδαίων Σολομώντα τοῦ σοφοῦ (βασίλευσε σαράντα ἔτη 1015- 975 π.Χ.), στόν ὁποῖον «ἔδωκε Κύριος φρόνησιν καί σοφίαν πολλήν σφόδρα καί χῦμα καρδίας ὡς ἡ ἄμμος ἡ παρά τήν θάλασσαν» (Γ’ Βασιλειῶν ε’ 5) καί ἐξυμνεῖ τήν θεόπαιδα Μαρία ὡς ἀνωτέρα πασῶν τῶν γυναικῶν.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (1296 - 1360), σχετικά σχολιάζει:

«Πολλοί γάρ τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐμενείας Θείας καί δόξης καί δυνάμεως ἔτυχον, ὡς καί τόν Δαυίδ λέγειν, “Ἐμοί δέ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου ὁ Θεός,  λίαν ἐκραταιώθησαν αἱ ἀρχαί αὐτῶν· ἐξαριθμήσομαι αὐτούς καί ὑπέρ ἄμμον πληθυνθήσονται”· καί “πολλοί” κατά τόν Σολομώντα “πλοῦτον ἐκτήσαντο, καί πολλαί θυγατέρες ἐποίησαν δύναμιν· αὕτη δέ ὑπέρκειται καί ὑπερῆρε πάντας τε καί πάσας”, οὐδ’ ὅσον εἰπεῖν· μόνη γάρ Θεοῦ καί παντός ἀνθρωπείου γένους στᾶσα μεταξύ, τόν μέν Θεόν ἐποίησεν υἱόν ἀνθρώπου, υἱούς δέ Θεοῦ τούς ἀνθρώπους ἀπειργάσατο, τήν γῆν οὐρανώσασα καί τό γένος θεώσασα, καί μόνη πασῶν αὕτη μήτηρ μέν ἐκ φύσεως ὑπέρ πᾶσαν φύσιν ἀναπέφηνε Θεοῦ, βασιλίς δέ παντός ἐγκοσμίου καί ὑπερκοσμίου κτίσματος ὑπῆρξε τῷ ἀφράστῳ τόκῳ. Καί οὕτω τούς ὑφ’ ἑαυτήν δι’ ἑαυτῆς ὑψώσασα καί τόν ἐπί γῆς ὑπήκοον οὐράνιον ἀντ’ ἐπίγειου ἀποδείξασα, κρείττονος ἀξίας αὕτη καί δυνάμεως ὑπερτέρας μετασχοῦσα καί τῆς ἐκ τῶν οὐρανῶν διά θείου Πνεύματος χειροτονίας, ὑψηλῶν ὑψηλοτάτη καί μακαρίου γένους μακαριωτάτη βασιλίς ἐφέστηκε». (Ὁμιλία λζ’, Εἰς τήν πάνσεπτον κοίμησιν τῆς πανυπεράγνου δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας, Ε.Π.Ε. τ. 10 σ. 444-446).

Ὁ ἅγιος Πατέρας ἐκφράζει τήν καθολική συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἡ Παρθένος Μαρία καί μόνο αὐτή ἀπό ὅλες τίς γυναῖκες ἀναδείχθηκε μητέρα Θεοῦ ἐκ φύσεως πάνω ἀπό κάθε φύση, ὑπῆρξε δέ μέ τόν ἄφραστο τόκο βασίλισσα κάθε ἐγκόσμιου καί ὑπερκόσμιου κτίσματος.

Ἡ Παρθένος Μαρία ὑπερέχει ὅλων τῶν γυναικῶν, διότι ὁ Θεός τήν ἐξέλεξε ἀπό ὅλες τίς εὐσεβεῖς γυναῖκες καί τήν τίμησε καί τήν χαρίτωσε ἁγιάζοντάς την, γιά νά γίνει ἡ Μητέρα Του.

Δέν ὑπερέχει ὅμως μόνον πασῶν τῶν γυναικῶν, ἀλλά καί πασῶν τῶν γενεῶν τῶν ἀνθρώπων. Οἱ γενεές τῶν ἀνθρώπων προσέρχονται καί τήν μακαρίζουν καί τήν εὐλογοῦν κατά τήν προφητεία αὐτῆς τῆς ἴδιας «ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκᾶ α’ 47).

3)Ἡ «Κεχαρτωμένη» καί «εὐλογημένη ἐν γυναιξίν».

Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ πού ἀπεστάλη ἀπό τόν Θεό πρός τήν Παρθένο Μαρία στήν Ναζαρέτ, γιά νά τῆς ἀναγγείλει, ὅτι θά συλλάβει καί θά γεννήσει τόν Υἱο τοῦ Θεοῦ, (Λουκᾶ α΄ 26) προσφώνησε καί ἀπεκάλεσε τήν Παρθένο Μαρία:

α) «Κεχαριτωμένη». Χαριτωμένη ὀνομάζεται αὐτή πού ἔχει τήν Θεία Χάρη, δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχήν κεχαριτωμένη, δηλαδή γεμάτη ὑπερβολικά ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ Θεός δέν ἐπέλεξε τυχαῖα τήν Παρθένο Μαρία νά γίνει Μητέρα Του, ἀλλά ἐπέλεξε τήν ἁγιωτέρα, ὅπως ἔπρεπε στήν ἁγιότητά Του καί στήν καθαρότητά Του.

β) «Εὐλογημένη». Εὐλογημένος εἶναι αὐτός πού δέχεται τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἡ Παρθένος Μαρία δέχθηκε τήν ὕψιστη καί μέγιστη εὐλογία νά γεννήσει τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ.

Τό ἴδιο ἐγκώμιο μέ τήν θεοκίνητη γλώσσα της εἶπε καί ἡ μητέρα τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου Ἐλισάβετ πρός τήν Παρθένο Μαρία, ὅταν ἡ Παρθένος Μαρία τήν ἐπισκέφθηκε στήν οἰκία της μετά τόν Εὐαγγελισμό της, «καί ἀνεφώνησε φωνήν μεγάλη καί εἶπεν· Εὐλογημμένη σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου» (Λουκᾶ α’ 42). 

Ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου.

Ἡ Ἐλισάβετ, ὅταν εἶδε τήν Παρθένο Μαρία, ἡ ὁποία ἦλθε ἀπό τήν Ναζαρέτ στήν ὀρεινή, πού εἶναι προάστιο τῶν Ἱεροσολύμων, καί τήν ἐπισκέφθηκε στόν οἶκο της, ἐξέφρασε τήν ἔκπληξή της καί τόν θαυμασμό της γι’ αὐτή τήν ἐπίσκεψη μέ τά λόγια «πόθεν μοί τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» (Λουκᾶ α’ 43).

Τήν ἀπεκάλεσε μητέρα τοῦ Κυρίου, ἀναγνώρισε καί ὁμολόγησε, ὅτι  τό συλληφθέν ἀπ’ αὐτή δέν ἦτο «ψιλός» ἄνθρωπος, δηλαδή κοινός ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ προαιώνιος Θεός, γιά τόν ὁποῖο χρησιμοποιεῖ τό ἱερό καί ἀνεκφώνητο ἀπό τούς Ἰουδαίους ὄνομα, τό ὁποῖο στά Ἑλληνικά ἀποδίδεται ἀπό τούς Ἑβδομήκοντα (Ο΄) μεταφραστές τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέ τήν λέξη «Κύριος».

Μέ τήν προσφώνησή της αὐτή ἡ Ἐλισάβετ ἀναγνώρισε, ὅτι ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου, δηλαδή ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία ἐπικύρωσε ἡ Γ’ Οἰκουμενική Σύνοδος (351 μ.Χ.) στήν Ἔφεσο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἡ ὁποία ἀνεκήρυξε τήν Παρθένο Μαρία ἀληθῶς Θεοτόκο, ὅτι γέννησε Θεό καί ὄχι «ψιλό» ἄνθρωπο.

 

 

5)Ἡ μητέρα τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός λίγο πρίν πεθάνει πάνω στόν Σταυρό, ἐξύψωσε τήν μητέρα Του καί τήν κατέστησε α) μητέρα τοῦ ἀγαπημένου μαθητοῦ Του Ἰωάννου καί  β) δι’ αὐτοῦ μητέρα ὅλων τῶν μαθητῶν Του:

«Ἰησοῦς οὖν ἰδών τήν μητέρα καί τόν μαθητήν παρεστώτα ὅν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρί αὐτοῦ. Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου» (Ἰωάννου ιθ’ 26). Τό «ἴδε ὁ υἱός σου» πρός τήν μητέρα Του ἀφορᾶ σ’ ὅλους τούς πιστούς, τούς μαθητές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί τό «Ἰδού ἡ μήτηρ σου» πρός τόν Ἰωάννη, ἀπευθύνεται σ’ ὅλους τούς μαθητές Του.

6)Ἡ περιβεβλημένη τόν ἥλιον γυνή. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης εἰσάγει στό ιβ΄ κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως τόν παραλληλισμό τῆς Παρθένου Μαρίας καί τῆς Ἐκκλησίας. Στό μέγα σημεῖο πού ἐμφανίσθηκε στόν οὐρανό καί στό μυστήριο τῆς γυναικός, συμπλέκονται ἡ Παρθένος Μαρία καί ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Παρθένος Μαρία γέννησε τόν Ἕνα φυσικό Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Θεό, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία γεννᾶ τούς πολλούς κατά χάρη υἱούς τοῦ Θεοῦ μέ τήν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος κατά τόν ἀποστολικό λόγο «πάντες γάρ υἱοί Θεοῦ ἐστε διά τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλάτας γ’ 26).

7)Ἡ Παρθένος.

Βασική διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης, εἶναι ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, γεννήθηκε ἀπό παρθένο μητέρα μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Θεός δηλαδή ἐνήργησε τήν θαυμαστή αὐτή σύλληψη καί τόν ὑπερφυή αὐτό τόκο. Ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό παρθένο μητέρα εἶναι ἡ βασική προϋπόθεση γιά τήν ἀπολύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τήν ματαιότητα, τήν φθορά καί τόν θάνατο, πού εἰσήχθησαν μέ εὐθύνη τῶν προπατόρων μας πρωτοπλάστων στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν Πρός Ρωμαίους ἐπιστολή (Ρωμαίους στ’ 6-9).

Γιά τήν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου ὁ Κύριος ὁμίλησε στόν νυκτερινό ἐπισκέπτη του Νικόδημο· «ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καί εἶπεν αὐτῷ. Ἀμήν ἀμήν λέγω σοί,  ἐάν μή τις γεννηθῆ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάννου γ’ 3).

Ὁ προφήτης Ἡσαΐας (προφήτευσε 40 ἔτη 740-700 π.Χ.) προφητεύει τό θαυμαστό αὐτό γεγονός ὡς ἑξῆς· «διά τοῦτο δώσει Κύριος αὐτός ὑμῖν σημεῖον. Ἰδού ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει, καί τέξεται υἱόν, καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ» (Ἡσαΐου ζ’ 14).

Ὁ προφήτης Ἰεζεκιήλ (προφήτευσε 22 ἔτη 595- 572 π.Χ.) προφητεύει γιά τήν Παρθένο Μαρία, ὅτι θά εἶναι ἡ «κεκλεισμένη πύλη», ἀπό τήν ὁποία ὁ μόνος πού θά διέλθει, θά εἰσέλθει καί θά ἐξέλθει, εἶναι ὁ Κύριος καί Θεός: «καί εἶπε κύριος πρός μέ· ἡ πύλη αὐτή κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καί οὐδείς διέλθη δι’ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός Ἰσραήλ εἰσελεύσεται δι’ αὐτῆς, καί ἔσται κεκλεισμένη» (Ἰεζεκιήλ μδ’ 2).

Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος μαρτυρεῖ τήν ἀλήθεια αὐτή γράφοντας στό Εὐαγγέλιό του· «Τόν δέ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν· μνηστευθείσης τῆς μητρός αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρίν ἤ συνελθεῖν αὐτούς εὑρέθη ἐν γαστρί ἔχουσα ἐκ Πνεύματος ἁγίου» (Ματθαίου ἅ 18).

8) Τό πανάρρητον τῆς οἰκονομίας κειμήλιον.

Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου (310-403 μ.Χ.) στόν ἐγκωμιαστικό λόγο του στήν ἁγία Μαρία θεωρεῖ τήν Θεοτόκο ὅτι εἶναι «τό πανάρρητον τῆς οἰκονομίας κειμήλιον» (Ἐπιφανίου Κύπρου Ἐγκώμιος εἰς τήν ἁγίαν Θεοτόκον ΡG 43, 489).

Ἀπό αὐτό τό ἐγκώμιο συνάγεται, ὅτι στό σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας (μέ τήν ἔκφραση “Θεία οἰκονομία στήν Ἐκκλησία καί  στήν Θεολογία ἐννοοῦμε ὅλη τήν φροντίδα τοῦ Θεοῦ, τίς ἐνέργειές Του, γιά τήν σωτηρία μας ἀπό τήν αἰώνια καταδίκη γιά τίς ἁμαρτίες μας), ἡ Παρθένος Μαρία ἀναγνωρίζεται ὡς κειμήλιο, ὡς ἱερός θησαυρός, ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχει τό ἀνθρώπινο γένος νά προσφέρει στόν Θεό, γιά νά ἐργασθεῖ καί νά ἐνεργήσει τήν σωτηρία μας. Τόν ἴδιο χαρακτηρισμό χρησιμοποιεῖ καί ὁ ἅγιος Κύριλλος ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (370-444 μ. Χ.) σέ ὁμιλία του πού ἐξεφώνησε στήν Γ’ Οἰκουμενική Σύνοδο (351 μ. Χ.): «Χαίρεις παρ’ ἡμῶν, Μαρία Θεοτόκε, τό σεπτόν κειμήλιον ἁπάσης τῆς οἰκουμένης» (Ὁμιλία Δ’, ἐν Ἐφέσῳ λεχθεῖσα πρός Νεστόριον, ἥνικα κατῆλθον οἱ ἑπτά πρός τήν Ἁγίαν Μαρίαν, ΡG 77, 992Β).

9) Τό σκῆπτρον τῆς Ὀρθοδοξίας

Ὁ ἅγιος Κύριλλος ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (370-444 μ.Χ.), πού πρωτοστάτησε στήν Γ’ Οἰκουμενική Σύνοδο (351 μ.Χ.), ἡ ὁποία κήρυξε καί ἀναγνώρισε τήν Παρθένο Μαρία Θεοτόκο καί ἔτσι ἐπικύρωσε τήν πίστη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τήν ἐγκωμιάζει ἀποκαλώντας την «σκῆπτρον τῆς ὀρθοδοξίας».

Διαπιστώνουμε, ὅτι ὁ ὅρος «ὀρθοδοξία» χρησιμοποιεῖται ἤδη ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες μας ἀπό τόν Ε’ αἰώνα. Ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι «σκῆπτρον» δηλαδή ἡ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή γέννησε τόν Ἰησοῦ Χριστό πού εἶναι «Θεοῦ δύναμις» (Α’ Κορινθίους α’ 24), διότι «οὐ πρέσβυς, οὐδέ ἄγγελος, ἀλλ’ αὐτός ὁ Κύριος ἔσωσεν αὐτούς», κατά τόν προφήτη Ἡσαΐα (ξγ’ 9).

Ἡ σωτηρία μας εἶναι ἔργο καί ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ πίστη μας εἶναι ἡ προκειμένη ἐλπίδα γιά ὅλους μας «τήν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τέ καί βεβαίαν καί εἰσερχόμενην εἰς τό ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος» (Ἑβραίους στ’ 19). Αὐτή ἡ πίστη κάνει τήν σωτηρία μας βεβαία καί μᾶς εἰσάγει στήν αἰωνιότητα.

10) Τό μεθόριον κτιστοῦ καί ἀκτίστου

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ὁ Παλαμᾶς (1296-1360 μ. Χ.) ἐξαίροντας τήν διακονία τῆς Θεομήτορος Παρθένου Μαρίας ἀποκαλεῖ αὐτήν «μεθόριον κτιστοῦ καί ἀκτίστου» (Ὁμιλία λζ’, Εἰς τήν πάνσεπτον κοίμησιν τῆς πανυπεράγνου δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας, Ε.Π.Ε. τ. 10, σ. 458), ὅτι δηλαδή εὑρίσκεται στό σύνορο ἀνάμεσα στόν ἄκτιστο καί ἀδημιούργητο Θεό καί τόν κτιστό καί δημιουργημένο ἄνθρωπο πού ἀποτέλει μέρος τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἅγιοι θεοφόροι πατέρες ἐξετάζοντας καί στοχαζόμενοι μέ δέος τό ἱερό μυστήριο τῆς Θεοτόκου ἐννόησαν τό θαυμαστό τῆς ζωῆς καί τῆς καταστάσεώς της, καθ’ ὅσον βλέποντας τήν Θεοτόκο, δέν ἐπιτρεπόταν νά τήν ἀποκαλέσουν καί νά τήν ἀναγνωρίσουν ὡς Θεό, ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι Ἕνας, ἡ ἁγία Τριάδα, ἀλλά καί θαύμαζαν πῶς, ἐνῶ ἦταν ἄνθρωπος γέννησε Θεό.

11)Ἡ μετά Θεόν Θεός.

Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης (+657 μ.Χ.) ἐγκωμιαστής τῆς Θεοτόκου, ἐγκωμιάζει τήν Θεοτόκο Παρθένο Μαρία, λέγοντας ὅτι εἶναι: «Ἡ μετά Θεόν θεός τά δευτερεῖα τῆς Τριάδος κατέχουσα» (Προσόμοιον Θεοτοκίον εἰς τό Θεοτοκάριον τοῦ Κανόνος τῆς ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς τῆς περιόδου τοῦ πλ. α’ ἤχου). Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας τοποθετεῖ μέ σαφήνεια τήν Παρθένο Μαρία στήν Θέση πού τῆς πρέπει καί τῆς ἀξίζει μετά τήν Ἁγία Τριάδα.

Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον,

τήν ἀειμακάριστον κά παναμώμητον, καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ,

καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ, τήν ἀδιαφθόρως, Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τήν ὄντως Θεοτόκον σέ μεγαλύνομεν.