ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
«Αὐτός σήκωσε τίς ἁμαρτίες μας μέ τό ἴδιο του τό σῶμα στό σταυρό, γιά νά πεθάνουμε κι ἐμεῖς ὡς πρός τήν ἁμαρτία, καί νά ζήσουμε μέσα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μέ τίς πληγές τοῦ Χριστοῦ γιατρευτήκατε»[1].
Ὁ κορυφαῖος τοῦ ἱεροῦ συλλόγου τῶν ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρος ἐξηγεῖ μέ σαφήνεια τήν πίστη τῆ Ἐκκλησίας γιά τό Πάθος καί τόν μαρτυρικό καί ἐξευτελιστικό θάνατο μέ σταύρωση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ διδάσκοντας τούς πιστούς α) γιά τόν χαρακτήρα τοῦ θανάτου Του, β) γιά τίς δικές μας ἐνέργειες, καί γ) γιά τά ἀποτελέσματά του :
1. Ὁ χαρακτήρας
Ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ δέν ἦταν συνήθης. Δέν πέθανε ἀπό ἀσθένεια, ἀπό γηρατειά, στόν ὕπνο Του ἤ αἰφνίδια. Δέν ὑπέστη θάνατο, ὅπως ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων ὑφίσταται. Ἦταν θάνατος μοναδικός. Τήν μοναδικότητά του τονίζουν τά γεγονότα :
α΄. Ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός δέν ἦταν ἕνας ψιλός (κοινός) ἄνθρωπος, ἀλλά καί Θεός, ἀφοῦ ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «μόνο στό Χριστό κατοικεῖ σωματικά ὅλη ἡ θεότητα»[2] καί «Αὐτός (ἐν. ὁ Ἰησοῦς Χριστός) εἶναι εἰκόνα τοῦ ἀόρατου Θεοῦ»[3].
Ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής προσθέτει ὅτι ;
« Καί εἴδαμε (ἐν. οἱ Μαθητές Του) τή θεϊκή του δόξα (δηλ. τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ), τή δόξα πού ὁ μοναχογιός τήν ἔχει ἀπ’ τόν Πατέρα, κι ἦρθε γεμάτος χάρη θεϊκή κι ἀλήθεια γιά μας»[4].
Ἴδετε καί τήν μαρτυρία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου «Λοιπόν, δέ βασιστήκαμε σέ περίτεχνους μύθους γιά νά σᾶς γνωστοποιήσουμε τή δυναμική ἔλευση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μέ τά ἴδια μας τά μάτια εἴδαμε τό μεγαλεῖο του, τότε πού ὁ Θεός Πατέρας τοῦ ἔδωσε τιμή καί δόξα, κι ἡ ἔνδοξη μεγαλοπρέπειά του ἀναφώνησε γι’ αὐτόν τέτοια φωνή: Αὐτός εἶναι ὁ ἀγαπητός μου Υἱός αὐτός εἶναι ὁ ἐκλεκτός μου. Κι αὐτή τή φωνή, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πού ἤμασταν μαζί του στό ἅγιο κεῖνο βουνό, τήν ἀκούσαμε νά ἔρχεται ἀπό τόν οὐρανό. Κι ἔτσι εἴμαστε περισσότερο βέβαιοι γιά τήν ἀλήθεια τοῦ κηρύγματος τῶν προφητῶν, πού καλά κάνετε καί τό προσέχετε, σάν φῶς πού φέγγει στό σκοτάδι, ὡσότου γλυκοχαράξει τό πρωινό κι ἀνατείλει στίς καρδιές σας ὁ αὐγερινός. Πρώτα ἀπ’ ὅλα, νά ξέρετε καλά πώς κανένας δέν μπορεῖ μόνος του νά ἑρμηνεύσει τίς προφητεῖες τῶν Γραφῶν»[5].
β΄. Ὅτι διῆλθε τόν βίο Του «εὐεργετῶν καί ἰώμενος»[6].
γ΄. Ὅτι, ὡς ὁμολόγησε ὁ Πιλᾶτος, ἦταν ἀθῶος καί δέν ἔπρεπε νά τιμωρηθεῖ μέ τέτοια βαρύτατη ποινή. Δήλωσε δημόσια πρίν ἐκδώσει τήν ἀπόφαση του γιά τήν σταύρωση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ «ἐγώ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν»[7] καί ὁ ληστής πού συσταυρώθηκε μέ τόν Κύριο ὁμολόγησε ἐπιτιμώντας τόν βλάσφημο συσταυρωμένο ληστή «οὗτος οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξεν»[8].
Βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Πέτρος ὅτι «Αὐτός (ὁ Ἰησοῦς Χριστός) ἁμαρτία δέν ἔκανε, καί δόλος στό στόμα τόν δέν βρέθηκε»[9].
δ΄. Ὅτι ἦταν θάνατος ἑκούσιος. Ὁ Κύριός μας διακήρυξε, ὅτι κανένας δέν εἶχε ἐξουσία νά Τοῦ ἀφαιρέσει τήν ζωή, ἀλλά ὁ Ἴδιος τήν πρόσφερε θυσία γιά τούς ἀνθρώπους :
«Γι’ αὐτό ὁ Πατέρας μέ ἀγαπάει, γιατί ἐγώ θυσιάζω τή ζωή μου, ὥστε νά τήν ξαναπάρω. Κανείς δέ μοῦ τήν παίρνει, ἀλλά ἐγώ ἀπό μόνος μου τήν προσφέρω. Ἀπό μένα ἐξαρτᾶται νά τήν προσφέρω κι ἀπό μένα ἐξαρτᾶται νά τήν ξαναπάρω. Αὐτήν τήν ἐντολή ἔλαβα ἀπό τόν Πατέρα μου»[10].
Πρός τόν Πιλᾶτο πού Τοῦ ὑπενθύμισε, ὅτι εἶχε ἐξουσία ἤ νά Τόν ἐλευθερώσει ἤ νά Τόν θανατώσει, εἶπε ὅτι ἡ ἐξουσία τοῦ θανάτου ἀνήκει στόν Θεό:
«Τοῦ λέει τότε ὁ Πιλάτος: «Σ’ ἐμένα δέν ἀποκρίνεσαι; Δέν ξέρεις πώς ἔχω ἐξουσία νά σέ σταυρώσω, ὅπως ἔχω ἐξουσία καί νά σέ ἀφήσω ἐλεύθερο; Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀποκρίθηκε: Δέ θά εἶχες καμιά ἐξουσία πάνω μου, ἄν δέ σοῦ εἶχε δοθεῖ ἀπό τό Θεό, γι’ αὐτό, ἐκεῖνος πού μέ παρέδωσε σ’ ἐσένα ἔχει μεγαλύτερο κρίμα ἀπό τό δικό σου»[11].
Ἡ λογική τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς πού ἔγινε ἡ σταύρωση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ὄχι μόνον ἐκείνης, ἀλλά καί τῶν ἑπομένων ἐποχῶν ἀδυνατεῖ νά κατανοήσει καί νά ἑρμηνεύσει αὐτόν τόν θάνατο.
Οἱ μέν Ἰουδαῖοι θεωροῦσαν τόν θάνατό Του σκάνδαλο. Ἦταν γι’ αὐτούς ἀδιανόητο ὁ ἐκλεκτός Δοῦλος τοῦ Παντοδύναμου καί Μεγαλοπρεποῦς Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ τῶν Δυνάμεων, τοῦ ἐνεργήσαντος τεράστια καί θαυμαστά γιά νά προστατεύσει τούς Ἰσραηλίτες, νά πάσχει ὡς κακοῦργος. Τήν ἀντίληψη αὐτή ἐξέφραζαν οἱ μυκτηρισμοί καί οἱ εἰρωνεῖες ἐναντίον Του κατά τήν σταύρωση
« Τό ἴδιο καί οἱ ἀρχιερεῖς τόν περιπαίζανε μαζί μέ τούς γραμματεῖς, τούς πρεσβυτέρους καί τούς Φαρισαίους κι ἔλεγαν: Ἄλλους ἔσωσε, δέν μπορεῖ ὅμως νά σώσει τόν ἑαυτό του. Ἐάν εἶναι ὁ βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ, ἄς κατεβεῖ ἀπό τό σταυρό, καί θά πιστέψουμε σ’ αὐτόν»[12].
Οἱ δέ εἰδωλολάτρες θεωροῦσαν ἀνόητη τήν θυσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. εἴτε ἐπειδή πίστευαν, ὅτι μέ μία τέτοια θυσία δέν μπορεῖ νά ἐξιλεωθεῖ καί νά ἐξαγνισθεῖ ἡ διεφθαρμένη κοινωνία. Οἱ σοφοί οὐσιαστικῶς ἀγνοοῦσαν τό σχέδιο τοῦ ζωντανοῦ καί ἀληθινοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί τῆς ἀναπλάσεως τοῦ κόσμου. Εἴτε ἐπειδή θεωροῦσαν, ὅτι εἶναι ἄτοπο ἕνας Θεός νά πεθάνει, νά θυσιάζεται. Ποιά ἀνάγκη ἐπιβάλλει αὐτήν τήν θυσία; Ἐνῶ διεπίστωναν τά δεινά τῆς ἀνθρωπότητας δέν γνώριζαν τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά ἀπαλλαγοῦν ἀπ’ αὐτά. Γι’ αὐτό ὁ σταυρικός θάνατος φαινόταν σ’ αὐτούς, ὅτι ἦταν μωρία.
Τήν πίστη τῶν Χριστιανῶν διακηρύσσει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου πού στηρίζεται στό σταυρικό θάνατο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι «Ἐμεῖς ὅμως κηρύττουμε τό σωτήρα Χριστό, καί μάλιστα σταυρωμένο-κήρυγμα ἀπαράδεκτο γιά τίς μεσσιανικές προσδοκίες τῶν Ἰουδαίων καί ἀνόητο γιά τίς ἀναζητήσεις τῶν ἐθνικῶν»[13].
Γιά τούς πιστούς ὁ θάνατος αὐτός εἶναι ἀντιπροσωπευτικός. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός δέχθηκε νά ὑποστεῖ τήν ἄδικη τιμωρία τοῦ θανάτου, ἀφοῦ ἦταν ἀναμάρτητος γιά νά ἀπαλλάξει ἀπό κάθε τιμωρία ὅσους παραβαίνουν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί μετανοοῦν, γιά νά συγχωρηθοῦν, νά ἐξαφανισθοῦν οἱ ἁμαρτίες τους. Τό κήρυγμα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων αὐτή τήν ἀλήθεια διδάσκει, ὅπως αὐτό πού ἀκολουθεῖ:
«Ἡ ἁμαρτία ὑπῆρχε στόν κόσμο καί πρίν νά δοθεῖ ὁ νόμος, χωρίς ὅμως τό νόμο δέ μποροῦσε νά θεωρηθεῖ ὡς ἁμαρτία ἡ παράβαση τῶν ἐντολῶν του. Ὡστόσο, ὁ θάνατος κυριάρχησε σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀπό τόν Ἀδάμ ὡς τό Μωυσῆ, ἀκόμα καί σ’ αὐτούς πού δέν ἁμάρτησαν ὅπως ὁ Ἀδάμ, πού παράκουσε μία ρητή ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀδάμ ἦταν προτύπωση τοῦ μελλοντικοῦ γενάρχη. Ἡ χάρη ὅμως τοῦ Θεοῦ, πού ἔφερε ὁ Χριστός, δέ συγκρίνεται μέ τήν παράβαση τοῦ Ἀδάμ. Γιατί ἐάν ἡ παράβαση ἑνός ἀνθρώπου εἶχε σάν συνέπεια τό θάνατο ὅλων, πολύ περισσότερο ἡ χάρη πού μᾶς δώρισε, ἡ πλούσια δωρεά τῆς χάρης πού ἔφερε στόν κόσμο ὁ ἕνας ἄνθρωπος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πλημμύρισε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. Δέ συγκρίνεται ἡ πλούσια δωρεά τοῦ Χριστοῦ μέ τό κακό πού ἔκανε ἡ ἁμαρτία ἑνός ἀνθρώπου. Γιατί ἡ ἀπόφαση γιά τό ἕνα παράπτωμα ἦταν καταδικαστική, ἐνῶ ἡ χαριστική πράξη γιά τά πολλά παραπτώματα ὁδήγησε στήν ἀθώωση.
Ἔφτασε, λοιπόν, τό παράπτωμα ἑνός ἀνθρώπου γιά νά κυριαρχήσει ὁ θάνατος σ’ ὅλον τόν κόσμο, ἐξαιτίας ἑνός ἀνθρώπου. Τό ἴδιο, κι ἀκόμα περισσότερο, ὁ ἕνας Ἰησοῦς Χριστός θά γίνει ἡ αἰτία νά κυριαρχήσουν μέσα στήν ἀληθινή ζωή ὅσοι ἀποδέχονται τήν ἄφθονη χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή δωρεά τῆς λυτρώσεως. Τό συμπέρασμα εἶναι πώς, ὅπως τό ἕνα παράπτωμα ἔγινε αἰτία καταδίκης ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι καί τό σωτήριο ἔργο ἔγινε αἰτία σωτηρίας καί ζωῆς γιά ὅλους τους ἀνθρώπους. Κι ὅπως ἡ παρακοή τοῦ ἑνός ἀνθρώπου ἔκανε ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ἁμαρτωλή, ἔτσι καί μέ τήν ὑπακοή τοῦ ἑνός θά ἀναγνωριστοῦν ὅλοι δίκαιοι ἀπό τό Θεό. Ἀνάμεσα στούς δύο γενάρχες μπῆκε στό μεταξύ ὁ νόμος, γιά νά φανοῦν πόσο πολλά ἦταν τά ἀνθρώπινα παραπτώματα. Κι ὅπου ἡ ἁμαρτία φάνηκε στό ἀληθινά τρομακτικό της μέγεθος, ἐκεῖ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τήν ὑπερκάλυψε μέ τό παραπάνω. Ὅπως μέ τό ὅπλο τοῦ θανάτου κυριάρχησε στόν κόσμο ἡ ἁμαρτία, ἔτσι θά κυριαρχήσει καί ἡ χάρη μέ τή σωτηρία, πού ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ζωή μέσω τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας»[14].
Αὐτό εἶναι τό νόημα τῶν λόγων τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ὅτι ὁ Χριστός ἀνέβασε (ἀνεβίβασε) μέ τό σῶμα Του στό σταυρό τίς ἁμαρτίες μας.
Εἶναι θάνατος πού ἀποκαλύπτει τήν σοφία τοῦ Θεοῦ, πού μετατρέπει τόν θάνατο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς σέ δικαιοσύνη, ἁγιασμό καί ἀπολύτρωση (Πρός Κορινθίους Α΄, α΄ 30).
* * * * *
2. Οἱ δικές μας ἐνέργειες
Τά ἀποτελέσματα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά νά ἰσχύσουν σέ μᾶς, στόν καθένα προσωπικά ὀφείλουμε κατά τόν ἀποστολικό λόγο:
α΄. Νά νεκρώσουμε τήν ἁμαρτία. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος προτρέπει τούς πιστούς
«Νεκρώσατε τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς» (Πρός Κολοσσαεῖς γ΄ 5)
β΄. Νά ζήσουμε μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ τόν σκοπό τοῦ μυστηρίου τῆς σαρκώσεως του Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πού κορυφώθηκε μέ τόν Σταυρικό θάνατό Του
«᾿Επεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι» (Πρός Τίτον β΄ 11-12)
3. Ἡ θεραπεία μας.
Ἔτσι ὁ θάνατος τοῦ Κυρίους μας ἀποκαθιστᾶ τήν βλάβη καί τό τραῦμα πού προξενεῖ ἡ ἁμαρτία στήν ψυχή καί στήν ζωή μας.
[1] «Τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν αὐτὸς (δηλαδή ὁ Χριστός) ἀνήνεγκεν ἐν τῷ σώματι αὐτοῦ ἐπὶ τὸ ξύλον, ἵνα ταῖς ἁμαρτίαις ἀπογενόμενοι τῇ δικαιοσύνῃ ζήσωμεν· οὗ τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἰάθητε» Πέτρου Α΄, β΄ 24.
[2] «ἐν αὐτῷ (δηλ. στόν Ἰησοῦ Χριστό) κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» Πρός Κολοσσαεῖς β΄, 9.
[3] « Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐστί εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου» (Πρός Κολοσσαεῖς α΄, 15)
[4] « Ἐθεασάμεθα (ἐν. οἱ Μαθητές Του) τὴν δόξαν αὐτοῦ, (δηλ. τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ) δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» Ἰωάννου α΄, 14.
[5] «Οὐ γὰρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν, ἀλλ᾿ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος. Λαβὼν γὰρ παρὰ Θεοῦ πατρὸς τιμὴν καὶ δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπὸ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης, οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα, καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν, σὺν αὐτῷ ὄντες ἐν τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ. Καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον, ᾧ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ, ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάσῃ καὶ φωσφόρος ἀνατείλῃ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες, ὅτι πᾶσα προφητεία γραφῆς ἰδίας ἐπιλύσεως οὐ γίνεται» Β΄ Πέτρου α΄, 16-20.
[6] Πράξεων ι΄ 38.
[7] Ἰωάννου ιη΄ 38.
[8] Λουκᾶ κγ΄ 41.
[9] «(Ὁ Χριστός) ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» Α΄ Πέτρου β΄, 22.
[10] «Διὰ τοῦτο ὁ πατήρ με ἀγαπᾷ, ὅτι ἐγὼ τίθημι τὴν ψυχήν μου, ἵνα πάλιν λάβω αὐτήν. οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ' ἐμοῦ, ἀλλ' ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ' ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου » Ἰωάννου ι΄ 17-18.
[11] «Ἐμοὶ οὐ λαλεῖς; οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω ἀπολῦσαί σε; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ' ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν σοι δεδομένον ἄνωθεν· διὰ τοῦτο ὁ παραδιδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει» Ἰωάννου ιθ΄ 10-11.
[12] « Ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων καὶ Φαρισαίων ἔλεγον· ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς ᾿Ισραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ᾿ αὐτῷ» Ματθαίου κζ΄ 41-42.
[13] «᾿Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, ᾿Ιουδαίοις τε καὶ ῞Ελλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν » Πρός Κορινθίους Α΄ α΄ 23.
[14] «Ἄχρι γὰρ νόμου ἁμαρτία ἦν ἐν κόσμῳ, ἁμαρτία δὲ οὐκ ἐλλογεῖται μὴ ὄντος νόμου· ἀλλ᾿ ἐβασίλευσεν ὁ θάνατος ἀπὸ ᾿Αδὰμ μέχρι Μωϋσέως καὶ ἐπὶ τοὺς μὴ ἁμαρτήσαντας ἐπὶ τῷ ὁμοιώματι τῆς παραβάσεως ᾿Αδάμ, ὅς ἐστι τύπος τοῦ μέλλοντος. ᾿Αλλ᾿ οὐχ ὡς τὸ παράπτωμα, οὕτω καὶ τὸ χάρισμα. εἰ γὰρ τῷ τοῦ ἑνὸς παραπτώματι οἱ πολλοὶ ἀπέθανον, πολλῷ μᾶλλον ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ δωρεὰ ἐν χάριτι τῇ τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς τοὺς πολλοὺς ἐπερίσσευσε. καὶ οὐχ ὡς δι᾿ ἑνὸς ἁμαρτήσαντος τὸ δώρημα· τὸ μὲν γὰρ κρῖμα ἐξ ἑνὸς εἰς κατάκριμα, τὸ δὲ χάρισμα ἐκ πολλῶν παραπτωμάτων εἰς δικαίωμα.εἰ γὰρ τῷ τοῦ ἑνὸς παραπτώματι ὁ θάνατος ἐβασίλευσε διὰ τοῦ ἑνός, πολλῷ μᾶλλον οἱ τὴν περισσείαν τῆς χάριτος καὶ τῆς δωρεᾶς τῆς δικαιοσύνης λαμβάνοντες ἐν ζωῇ βασιλεύσουσι διὰ τοῦ ἑνὸς ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῎Αρα οὖν ὡς δι᾿ ἑνὸς παραπτώματος εἰς πάντας ἀνθρώπους εἰς κατάκριμα, οὕτω καὶ δι᾿ ἑνὸς δικαιώματος εἰς πάντας ἀνθρώπους εἰς δικαίωσιν ζωῆς. ὥσπερ γὰρ διὰ τῆς παρακοῆς τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου ἁμαρτωλοὶ κατεστάθησαν οἱ πολλοί, οὕτω καὶ διὰ τῆς ὑπακοῆς τοῦ ἑνὸς δίκαιοι κατασταθήσονται οἱ πολλοί. νόμος δὲ παρεισῆλθεν ἵνα πλεονάσῃ τὸ παράπτωμα. οὗ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις, ἵνα ὥσπερ ἐβασίλευσεν ἡ ἁμαρτία ἐν τῷ θανάτῳ, οὕτω καὶ ἡ χάρις βασιλεύσῃ διὰ δικαιοσύνης εἰς ζωὴν αἰώνιον διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν» Πρός Ρωμαίους ε΄ 13-21.