«ΠΟΛΙΤΕΥΕΣΘΕ»
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
κ. ΔΑΝΙΗΛ

 
   

Ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς δίδει κατευθύνσεις καί πρακτικές συμβουλές διά τήν ζωήν μας. ῎Εχομεν δέ ἀνάγκην νά φωτίσωμεν τήν πορείαν τῆς ζωῆς μας μέ τό φῶς τοῦ Θεοῦ, ὧστε κι ἐμεῖς νά συμπεριφερώμεθα ἀξίως τῆς κλήσεώς μας ὡς μελῶν τοῦ ζωντανοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖον εἶναι ἡ ᾽Εκκλησία, τηροῦντες τήν ἑνότητα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος μέ ὅλους τούς Ἁγίους. ᾽Ιδού μερικοί κανόνες «πολιτεύεσθε» δηλαδή χριστιανικῆς συμπεριφορᾶς:

speech 3 081. Ὁ χριστιανός ζῆ χωρίς νά ὑποστέλῃ νά ὑποτιμᾶ τά πνευματικά θέματα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀποχαιρετῶν τούς πρεσβυτέρους τῆς ᾽Εφέσου εἰς τήν Μίλητον τούς ἐπισημαίνει ὅτι «δέν ἀπέκρυψα τίιποτε ἀπό ἐκεῖνα πού σᾶς συνέφεραν, ὥστε νά μή σᾶς τό ἀναγγείλω καί νά σᾶς διδάξω δημόσια καί κατ᾽ οἴκους»(Πράξ. κ' 20). Καμμία δειλία, καμμία προσωποληψία, οὐδείς φόβος καί οὐδεμία ἰδιοτέλεια θά πρέπει νά μᾶς ἀναγκάζῃ νά ἀπωσιωποῦμε τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, τόν νόμο Του καί τίς ἐντολές Του. Ὁ χριστιανός εἶναι σημαιοφόρος καί ἀγωνιστής εἰς τόν πνευματικόν στίβον. Κι ὁ σημαιοφόρος δέν κρύβεται.

2. Ὁ χριστιανός ζῶν ἐντός τῆς κοινωνίας τῶν ἀδελφῶν δημιουργεῖ ὑποχρεώσεις. ῾Ο Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συνιστᾶ: « Ἀποδῶστε, λοιπόν, σέ ὅλους ἐκεῖνα πού ὀφείλετε: Σέ ὅποιον όφειλετε τόν φόρον, τόν φόρον· σέ ὅποιον ὀφείλετε τόν δασμό, τόν δασμόν· σέ ὅποιον ὀφείλετε τόν φόβον καί τόν σεβασμόν, τόν φόβον και τόν σεβασμόν· σέ ὅποιον ὀφείλετε τήν τιμήν, τήν τιμήν «(Ρωμαίους ιγ' 7).

Βεβαίως καί στόν ἐπουράνιο Θεό καί Πατέρα ὀφείλει τήν ἀναγνώριση, τόν σεβασμό, τήν τιμή, τήν εὐχαριστία καί τήν προσκύνηση.

3. Ἡ χριστιανική ζωή, εἶναι ζωή μέ διακριτικότητα. Διαβάζομε τήν συμβουλή τῆς πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολῆς: «Νά ξέρετε πώς πρέπει νά ἀποκρίνεσθε πρός κάθε ἕνα ξεχωριστά «(δ' 6). Σ' ἄλλον ταιριάζει ἡ αὐστηρότητα, σ' ἄλλον ἡ ἐπιείκεια. ᾽Αλλοῦ ἐπιβάλλεται νά ὑποχωροῦμε, ἀλλοῦ ὄχι. Πότε πρέπει νά ὁμιλοῦμε καί πότε πρέπει νά σιωποῦμε. ῞Ολα αὐτά καί πολλά ἅλλα γίνονται μέ διάκρισι. ῾Η ἀρετή αὐτή πρέπει νά κοσμεῖ κάθε χριστιανό, ἀφοῦ δι' αὐτῆς ἰσορροπεῖ ζῶν μέσα σ' ἕνα κόσμο ἀντιφατικό ἀποφεύγων τίς ἀκρότητες.

4. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε τήν πρώτην πρός τόν μαθητήν του Τιμόθεον ἐπιστολήν του, διά νά τοῦ μάθη τό πῶς πρέπει νά πολιτεύεται στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ ᾽Εκκλησία τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, ὁ στῦλος καί τό στερέωμα τῆς ἀληθείας (γ' 14). Αὐτό ἀλήθεια τό ἔχουμε μάθει; Ἔχομε συνειδητοποιήσει, ὅτι ἀνήκομεν σ' ἕνα ἔνδοξο σῶμα, ἀποτελοῦμε μιά κοινωνία, εἴμαστε μιά οἰκογένεια μέ Πατέρα καί ἀδελφούς; Κι ὡς ἐκ τούτου αὐτή ἡ ἔνταξις μας ἐπιβάλλει συγκεκριμένο τρόπο συμπεριφορᾶς. Δέν εἶναι σωστό νά εἴμαστε χριστιανοί καί νά ζοῦμε σάν εἰδωλολάτρες, νά λεγόμαστε πιστοί καί νά συμπεριφερόμαστε σάν ἄπιστοι.

5. Ὁ χριστιανός ζῆ στόν κόσμο μέ τήν σκέψι, ὅτι ἐδῶ εἶναι πάροικος καί παρεπίδημος, φιλοξενούμενος καί ἐπισκέπτης καί ὅτι «τό πολιτευμά μας εἶναι στούς οὐρανούς» (Φιλιπ, γ' 20). Στόν οὐρανό εἶναι ἡ ἑτοιμασμένη πατρίδα μας. ᾽Εκεῖ τά αἰώνια καταλύματά μας στό σπίτι τοῦ Πατέρα μας «(᾽Ιωάν. ιδ'2). ᾽Εκεῖ μᾶς παραγγέλλει ὁ Κύριος κι ἐμεῖς νά θησαυρίσουμε, νά ἀποθηκεύσουμε τούς αἰώνιους θησαυρούς μας, τά ἀγαθά τῶν πνευματικῶν κόπων μας (Ματθ. στ' 20).

6. Τό καύχημα τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ «ἀγαθή συνείδησί» του. Αὐτό πού λέμε ἡ καθαρὴ καρδιά. Ὁ ᾽Απόστολος Παῦλος εἶχε τήν παῤῥησία ἐνώπιον τοῦ ᾽Ιουδαϊκοῦ Συνεδρίου στά ῾Ιεροσόλυμα νά ἐπικαλεσθεῖ αὐτή τήν ἀγαθή συνείδησί του λέγων: «Ἄνδρες ἀδελφοι, ἐγώ ἔζησα μπροστά στό Θεό μέ κάθε καλή συνείδησι μέχρι τούτη τήν ἡμέρα (Πραξ. κγ' Ι). Τό νά ζῆς καί νά ἔχης καθαρή τήν συνείδησί σου, ὅτι δέν συμβιβάσθηκες μέ τήν ἁμαρτία ἀποτελεῖ τόν ἔσχατον καί ὕπατον ἔπαινον. Τόν δέχονται ἀπό τό Θεό ὅσοι πολιτευθοῦν ἀξίως τοῦ ὀνόματος πού φέρουν καί τηρήσουν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.

7. Ὁ χριστιανός πολιτεύεται «ἀξίως τοῦ εὐαγγελίου» (Φιλιπ. γ' 27) ὡς ἐπάξιος πολίτης τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Αὐτό σημαίνει πώς ὅ,τι σκέπτεται, ὅ,τι ἐπιθυμεῖ, ὅ,τι συναισθάνεται, ὅ,τι θέλει, ὅ,τι πράττει, ὅ,τι λέγει ἤ ἐνεργεῖ εἶναι ἐπάξια τοῦ εὐαγγελίου. Συμφωνοῦν ὅλα μέ τήν ἀξίαν καί περιωπήν τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς.

Ὅταν ἔτσι ζήσωμεν, τότε θά ἔχωμεν τήν ἀκαταίσχυντο παῤῥησία νά ἐπαναλάβωμε τούς ἀποστολικούς λόγους στό τέλος τῆς ζωῆς μας: «Ἀγωνιστηκα τόν καλόν ἀγῶνα, ἐτελείωσα τόν δρόμον, διετήρησα τήν πίστι. Μοῦ ἀπομένει, λοιπόν, τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης» (8' Τιμ. δ' 6).