logo


ΠΡΟΓΡΑΜΑ0ΠΡΟΓΡΑΜΑ1

ΠΡΟΓΡΑΜΑ2ΠΡΟΓΡΑΜΑ3

α

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Page 1ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Page 2

 

 

Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρος  Βύρωνος

 

 

 29601449

 

 

Ἀγαπητέ μας ἐνορίτη, ἀγαπητή μας ἐνορίτισσα

 


Σύμφωνα μέ τήν χριστιανική διδασκαλία, ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ζωντανή παρουσία τοῦ Λυτρωτοῦ στόν κόσμο. Τό Σῶμα αὐτό τό συναποτελοῦν ὅσοι εἶναι βαπτισμένοι στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθυνόμενος στούς πιστούς γράφει· «ὑμεῖς ἐστε σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους» (Α´ Κορ. 12, 27).

Κατά τήν διδασκαλία τῆς ᾿Ορθοδόξου Ἐκκλησίας μας τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συγκροτεῖται ἀπό τούς ποιμένες (Ἐπισκόπους - Πρεσβυτέρους - Διακόνους) καί τό λαό. Ἐκεῖνο πού διακρίνει τίς δύο τάξεις εἶναι οἱ διακονίες καί οἱ ἁρμοδιότητες στήν Ἐκκλησία.

 


Οἱ κληρικοί μέ τήν χειροτονία τους καθίστανται «διάκονοι τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 4, 1). ῾Η διακονία τους εἶναι δοσμένη ἀπό τόν Θεό. Γράφει σχετικά ἡ ῾Αγία Γραφή· «καί οὕς μέν ἔθετο ὁ Θεός ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, εἶτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν» (Α´ Κορ. 12,28) καί «αὐτός ἔδωκε τούς μέν ἀποστόλους, τούς δέ προφήτας, τούς δέ εὐαγγελιστάς, τούς δέ ποιμένας καί διδασκάλους, πρός καταρτισμόν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4, 11-12).

Οἱ λαϊκοί ἐπίσης δέν εἶναι παθητικά στοιχεῖα στήν ἐκκλησιαστική ζωή, ἀλλά ἐνεργά μέλη, ἰσότιμα μέ τόν ἱερό κλῆρο. Εἶναι σύμφωνα μέ τόν ἀπόστολο Πέτρο οἱ «λίθοι οἱ ζῶντες» πού οἰκοδομοῦν τό οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας (Α´ Πέτρ. 2, 5). Οἱ πάντες μετέχουν στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας γιά νά ἁγιοποιηθοῦν, νά φωτιστοῦν καί νά θεωθοῦν. Αὐτό σημαίνει ὅτι καί οἱ λαϊκοί ἔχουν δικαιώματα καί ὑποχρεώσεις γιά τά ὁποῖα θά πρέπει νά εἶναι ἐνημερωμένοι, καθώς καί γιά τήν ὅλη ἐνοριακή καί ἐκκλησιαστική ζωή.

Γι’ αὐτό τό λόγο ἀποφασίσαμε νά ἐπικοινωνήσουμε μαζί σου μέ αὐτό τό φυλλάδιο, νά ἐνημερωθεῖς γιά τήν τοπική μας ἐκκλησία καί τήν ἐνοριακή ζωή καί νά κληθεῖς καί σύ νά γίνεις ἐνεργό μέλος τῆς ἐνορίας μας καί νά συμβάλλεις, στό μέτρο τῶν δυνατοτήτων σου, στή διακονική ὑποχρέωση πού ἀπορρέει ἀπό τήν ὑποχρέωσή μας ὡς συνειδητῶν χριστιανῶν.

 

1. ῾Η ταυτότητα τῆς Μητροπόλεώς μας.

 

Κατ’ ἀρχήν θά θέλαμε νά σέ ἐνημερώσουμε γιά τήν ἀρχή τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, τήν Ἱερά μας Μητρόπολη καί τόν σεπτό μας ποιμενάρχη.

Θά πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι ὁ ρόλος τοῦ ἐπισκόπου στήν ᾿Ορθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶναι πολύ σημαντικός. Ὁ ἐπίσκοπος, σύμφωνα μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, εἶναι «οἰκονόμος Θεοῦ» (Τίτ. 1, 7), «στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β´ Τιμ. 2, 3), «Θεοῦ διάκονος» (Β´ Κορ. 6, 4), ἡ ὁρατή κεφαλή καί τό κέντρο τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. «Τό Πνεῦμα τό ῞Αγιον ἔθετο ἐπισκόπους ποιμαίνειν τήν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ» (Πράξ. 20, 28). Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος (¶107) εἶχε γράψει πώς ὁ ἐπίσκοπος εἶναι «προκαθήμενος εἰς τύπον Θεοῦ» καί «ὅπου ἄν φανῇ ὁ ἐπίσκοπος ἐκεῖ καί τό πλῆθος ἔστω, ὥσπερ ἄν ᾖ Ἰησοῦς Χριστός, ἐκεῖ καί ἡ Καθολική Ἐκκλησία» (Ρ.ὒ. 5, 713). Χωρίς τόν ἐπίσκοπο καί τήν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ ὁποία τελεῖται ἀπό αὐτόν καί τούς πρεσβυτέρους κατόπιν ἐντολῆς του, δέν ὑφίσταται Ἐκκλησία! Αὐτό τό τονίζουμε γιά νά γίνει κατανοητή ἡ ἐπισκοποκεντρική ὀργανωτική δομή τῆς ᾿Ορθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί συνείδηση ὅλων μας ὁ ἀναντικατάστατος ρόλος τοῦ ἐπισκόπου σέ Αὐτή.

῾Η Ἱερά μας Μητρόπολη ἱδρύθηκε μέ τό Ν.Δ. 411/16-5-1974 καί περιλαμβάνει τούς Δήμους Καισαριανῆς, Βύρωνος καί ῾Υμηττοῦ. Πρῶτος Μητροπολίτης διετέλεσε ὁ μακαριστός κυρός Γεώργιος Προκόπης (22-5-1974 μέχρι 20-11-1999), τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχιερατεία διακρίθηκε γιά τήν ὀργανωτική καί φιλανθρωπική δραστηριότητα. Σημερινός ποιμενάρχης μας εἶναι ὁ κ. Δανιήλ ὁ ὁποῖος ἐξελέγη ἐπίσκοπος τῆς τοπικῆς μας ἐκκλησίας στίς 21-1-2000.

 

2. ῾Η ταυτότητα τῆς ἐνορίας μας

 

Σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη θεολογία, ἡ ἐνορία ἀποτελεῖ τό πρωτογενές κύτταρο τῆς ὀργανωτικῆς δομῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Μέ πυρήνα τόν ἱερό Ναό, στόν ὁποῖο συνάγεται ἡ Ἐκκλησία καί τελοῦνται ὅλα τά μυστήρια καί οἱ ἁγιαστικές πράξεις, μέ κορύφωμα τή Θεία Εὐχαριστία, ἡ ἐνορία ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς τοπικῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.

Σκοπός τῆς ἐνορίας, ὅπως καί τῆς Ἐκκλησίας γενικότερα, εἶναι ἡ καθολική διακονία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. ῾Η ἐνορία ἀποτελεῖ κατά τρόπο μυστήριο, τό μέρος καί τό ὅλο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μέσα σ’ αὐτή τελεσιουργεῖται ἡ σωτηρία τῶν πιστῶν διά τῆς συσσωματώσεώς τους στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ (Φιλ. 1, 18). Αὐτό συνεπάγεται ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί εἶναι καί μεταξύ τους ἑνωμένοι, ἀποτελῶντας ἕνα ἑνιαῖο ὀργανικό σύνδεσμο, ἕνα σῶμα! ῾Η μετοχή μας στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας στό Κοινό Ποτήριο δημιουργεῖ τήν ἐν Χριστῷ ἀδελφότητα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Πάνω σ’ αὐτή τήν ἀρχή λειτουργεῖ ἡ ἐνορία.

Μέσα σέ αὐτή οἱ κληρικοί, πρεσβύτεροι καί διάκονοι, ὑπηρετοῦν τό ἐκκλησιαστικό σῶμα κατ’ ἐντολήν καί ἐποπτεία τοῦ τοπικοῦ ἐπισκόπου. Αὐτοί εἶναι οἱ «ὑπηρέτες Χριστοῦ καί οἰκονόμοι τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 4, 1), οἱ ἱερουργοί τῶν ἁγιαστικῶν πράξεων, οἱ πνευματικοί καθοδηγητές τῶν πιστῶν, οἱ μεριμνῶντες γιά τούς ἀναξιοπαθοῦντες ἀνθρώπους τῆς ἐνορίας. Ὁ ρόλος τους δέ, εἶναι πραγματικά ἀναντικατάστατος.

Τό ἔργο τῶν κληρικῶν πλαισιώνεται ἀπό πρόσωπα καί ὁμάδες λαϊκῶν, τῶν ὁποίων καί αὐτῶν εἶναι πολύ σημαντικός ὁ ρόλος στήν ἐνοριακή ζωή καί δράση. Σέ μιά ὀργανωμένη ἐνορία ὑπάρχει ἀντικείμενο δράσης γιά ὅλους τούς πιστούς, στά Ἐνοριακά Συμβούλια, στό φιλανθρωπικό καί κοινωνικό τομέα, στόν τομέα νεότητας, στά «Σπίτια Γαλήνης Χριστοῦ» καί ἀλλοῦ.

Κέντρο τῆς ἐνορίας μας εἶναι ὁ ναός ὁ ἀφιερωμένος στήν Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος ὁ ὁποῖος ἄρχισε νά κτίζεται τό ἔτος 1929. Πρόκειται γιά ἕναν περικαλλή ναό, βυζαντινοῦ ρυθμοῦ, τοῦ ὁποίου ὁ ἐσωτερικός ἁγιογραφικός διάκοσμος, βυζαντινῆς τεχνοτροπίας, ἡ τάξη καί ἡ εὐπρέπεια δημιουργοῦν μιά εὐχάριστη αἴσθηση. Οἱ καλλίφωνοι ψάλτες μας κάνουν ὅ,τι μποροῦν γιά νά δημιουργήσουν ἱεροπρεπή ἀτμόσφαιρα. Οἱ ἐπίτροποι, ὁ (ἡ) νεωκόρος μας καί τό ἄλλο προσωπικό τῶν διαφόρων ἐνοριακῶν τομέων διακονίας, εἶναι ἄνθρωποι πρόθυμοι, καλοσυνάτοι καί εὐγενεῖς.

 

Γνωριμία μέ τούς ἱερεῖς μας καί τό ἔργο τους

Στήν ἐνορία μας ὑπηρετεῖ ἕνα σπουδαῖο ἐπιτελεῖο μορφωμένων, ἔμπειρων καί προπαντός ἔνθερμων ἱερέων, οἱ ὁποῖοι διακονοῦν τό ἱερό Θυσιαστήριο καί τό λαό τοῦ Θεοῦ «συνεργοῦντες (τοῦ Χριστοῦ)... ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ» (Β´ Κορ. 6, 4), φλεγόμενοι ἀπό θεῖο ζῆλο καί αὐταπάρνηση. ῞Οσοι βρίσκονται κοντά τους γνωρίζουν τό πολυποίκιλο καί σπουδαῖο ἔργο πού ἐπιτελοῦν.
Οἱ ἱερεῖς πού διακονοῦν σήμερα στό ναό μας εἶναι·
Ἀρχιμανδρίτης κ. Χρύσανθος Λιόλιος
Ἱερομόναχος κ. Νεκτάριος Κανδαρᾶς
Πρωτοπρεσβύτερος κ. Γεώργιος Ντόβολος
Πρεσβύτερος κ. Νεκτάριος Κουτρουμάνης

 

3. ῾Η ἱστορία τῆς ἐνορίας μας

 

 

῾Η ἐνορία μας βρίσκεται στὸν Δῆμο Βύρωνος. Σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς μαγευτικότερες, φωτεινότερες καὶ ὑγιεινότερες περιοχὲς τῆς ἀττικῆς γῆς. ῾Η εὐρύτερη περιοχὴ ὡς τὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ περασμένου αἰῶνα ἦταν ἀγροτικὴ περιοχή, γεμάτη καρπεροὺς ἀγρούς, λιοστάσια, ἀμπελῶνες, βοσκότοπους καὶ στάνες! Οἱ ἰστοριογράφοι τῆς Ἀθήνας ἀναφέρουν πὼς ἡ περιοχὴ αὐτὴ λόγω τῆς ὀμορφιᾶς της, τῶν πολλῶν πηγῶν τῆς ἦταν ἰδανικὸς τόπος γιὰ ἐκδρομὴ τῶν ἀθηναίων στὴν ἐξοχῆ! Τὸ συναξάρι τοῦ νεοφανοὺς ἁγίου Νικολάου Πλανᾶ, ὁ ὁποῖος ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνα καὶ ὑπηρέτησε ὡς ἐφημέριος τῶν ξωμάχων τοῦ & Νέου Κόσμου, ἀναφέρει ὅτι ὁ ἅγιος ἐπισκέπτονταν τοὺς ταπεινοὺς βοσκοὺς τῆς περιοχῆς! Φωτογραφία τοῦ 1924 παρουσιάζει τὴν Μονὴ τῆς Ἀναλήψεως ἀνάμεσα σὲ μαντριᾶ καὶ πρόβατα!

῾Η περιοχὴ τοῦ Βύρωνα ὀνομαζόταν «Κοπανᾶς», ἀπὸ τὰ ξύλα ποὺ κτυποῦσαν οἱ γυναῖκες τῆς Ἀθήνας τὰ χοντρόρουχα, τὰ ὁποῖα ἔπλεναν σὲ ρέμα τῆς περιοχῆς.

Μετὰ τὴν μικρασιατικὴ καταστροφὴ καὶ τὸν φοβερὸ ξεριζωμὸ τῶν ἀδελφῶν μας ἀπὸ τὶς πατρογονικὲς ἐστίες τῆς Ἰωνίας, ἡ εὐρύτερη περιοχὴ ἐπιλέχτηκε ἀπὸ τὸ Κράτος νὰ ριζώσουν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί. Στὸν «Κοπανά» ἐγκαταστάθηκε ὁμάδα προσφύγων ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα οἱ φίλεργοι καὶ προοδευτικοὶ πρόσφυγες δημιούργησαν ὁλόκληρο οἰκισμό, τὸν ὁποῖο ὀνόμασαν «Βυζάντιο». Ἀργότερα ἐγκαταστάθηκαν καὶ ἄλλοι μετανάστες ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἐπαρχία καὶ ὁ συνοικισμὸς ἀναγορεύτηκε σὲ αὐτοτελὴς Δῆμος, παίρνοντας τὸ ὄνομα τοῦ γνωστοῦ φιλέλληνα λόρδου Βύρωνα.

Οἱ κατατρεγμένοι καὶ διωγμένοι πρόσφυγες ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ὑψηλὸ πολιτισμὸ καὶ τὴν κουλτούρα τοὺς μετέφεραν ἀπὸ τὶς ἀλησμόνητες πατρίδες, καὶ τὴν εὐσέβειά τους. Πρῶτο τοὺς μέλημα ἦταν νὰ ἑξευρεθεῖ χῶρος γιὰ νὰ ἐξυπηρετοῦνται οἱ λατρευτικὲς καὶ οἱ λοιπὲς ἐκκλησιαστικὲς τοὺς ἀνάγκες. Ὁ ἀείμνηστος πρόσφυγας ἱερέας Κωνστάντιος Βαφειάδης ἀνέλαβε δυναμικὴ πρωτοβουλία γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό. Πλησίασε τὸν μεγαλοκτηματία ἱερέα τῆς περιοχῆς ᾿Ηλία Πατρονικόλα (συγγενῆ τοῦ ἀείμνηστου ᾿Ωνάση), μὲ σκοπὸ νὰ τοῦ παραχωρήσει οἰκόπεδο γιὰ τὴν ἀνέγερση ναοῦ. Ἐκεῖνος ἀνταποκρίθηκε στὴν ἔκκληση τοῦ π. Κωνσταντίου καὶ παραχώρησε στὸν οἰκισμὸ 900 πῆχες οἰκόπεδο, γιὰ ἀποκλειστικὴ χρήση ἀνέγερσης ναοῦ.

Ὁ ἱερέας Κωνστάντιος Βαφειάδης ἐνημέρωσε τὴν Μητρόπολη Ἀθηνῶν, στὴν ὁποία ὑπαγόταν ἡ περιοχὴ τότε, καὶ ζήτησε τὴν ἄδεια ἀνέγερσης τοῦ ναοῦ. ῾Η ἄδεια δόθηκε καὶ στὶς 19 Ἰουλίου 1925 ἔγινε ἡ πρώτη ὑπαίθρια Θεία Λειτουργία στὸν χῶρο ποὺ θὰ ἀναγειρόταν ὁ ναός. Γεμάτος συγκίνηση ὁ δραστήριος ἱερέας ζήτησε ἀπὸ τοὺς κατοίκους τοῦ συνοικισμοῦ νὰ προσφέρουν ὁ, τί μποροῦν γιὰ τὸ κτίσιμο τοῦ ναοῦ. Ἐκλέχτηκε Προσωρινὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἐπιτροπή, ἡ ὁποία θὰ εἶχε τὴν εὐθύνη τοῦ ἔργου. Ἐπίσης ἀποφασίστηκε νὰ ἀφιερωθεῖ ὁ ναὸς στὴν «Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος».

Στὸ συνοικισμὸ σήμανε συναγερμός. Οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι ἀνταποκρίθηκαν ἐνθουσιωδῶς στὸ κάλεσμα τοῦ ἱερέως τους. ῎Αλλοι προσέφεραν χρήματα, ἄλλοι ξυλεία, ἄλλοι τσίγκους καὶ ἄλλοι προσέφεραν ἐθελοντικὴ ἐργασία. Μέσα σὲ λίγες ἡμέρες καὶ συγκεκριμένα στὶς 6 Αὐγούστου στήθηκε ὁ πρόχειρος ναὸς (παράγκα) καὶ ἔγινε ἡ πρώτη πανήγυρη. Τοποθετήθηκαν μάλιστα σὲ αὐτὸν πολύτιμα κειμήλια, ποὺ εἶχαν φέρει οἱ πρόσφυγες ἀπὸ τὶς πατρίδες τους.

Ὁ φίλεργος π. Κωνστάντιος φρόντιζε συνάμα γιὰ τὴν ἀνέγερση λιθόκτιστου μεγάλου ναοῦ. Τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Συμβούλιο φρόντισε νὰ πάρει συμβολαιογραφικὸ τίτλο γιὰ τὸ ὑπάρχον οἰκόπεδο καὶ μὲ πολλοὺς δικαστικοὺς ἀγῶνες νὰ ἁπαλλοτριώσει λίγους πῆχες ἀκόμη δυτικά. Τὸν Μάιο τοῦ 1928 ἀποφασίστηκε ἡ ἀνέγερση τοῦ ναοῦ καὶ τὸν ᾿Οκτώβριο τοῦ ἑπομένου ἔτους δόθηκε ἡ ἄδεια τῆς ἀνέγερσης. Τὰ ἀρχιτεκτονικὰ σχέδια προέβλεπαν τὴν ἀνέγερση τρίκλιτης βασιλικῆς μὲ ἀμφικλινῆ κεραμοσκεπῆ μὲ τροῦλο καὶ στὴ δυτικὴ πλευρὰ δυὸ ὀξυκόρυφα κωδωνοστάσια.

Ὁ θεμέλιος λίθος τέθηκε τὴν 1η Δεκεμβρίου 1929 ἀπὸ τὸν τότε ὑπουργὸ Προνοίας Στυλιανὸ Γονατὰ καὶ τὴν παρουσία καὶ εὐλογία τοῦ ἀείμνηστου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου. Ἐπίσης μὲ τὸ ἀριθμ. 3813/23-9-1930 ἔγγραφο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν συστήθηκε ἐπίσημα ἡ ἐνορία Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κοπανά.

Τὸ ἔργο προχώρησε ἀρκετὰ ὡς τὸ 1934, ὁπότε σημείωσε στασιμότητα, λόγω προφανῶς ἔλλειψης οἰκονομικῶν πόρων. Τὸ ξύλινο παράπηγμα, στὸ ἐσωτερικὸ τῆς οἰκοδομῆς, ἐξακολουθοῦσε νὰ ἐξυπηρετεῖ τὶς λατρευτικὲς ἀνάγκες τῶν κατοίκων. Τὸ 1937 στεγάστηκε ὁ ναός, ἀφαιρέθηκε τὸ παράπηγμα καὶ διαμορφώθηκε ὁ ἐσωτερικὸς χῶρος. Τὰ ἐγκαίνια ἔγιναν στὶς 6 ᾿Οκτωβρίου 1940 ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρύσανθο, τὸν ἀπὸ Τραπεζοῦντος, ὁ ὁποῖος ὡς Πρόεδρος Κοινοτικῶν Ἀνταλλάξιμων Περιουσιῶν, εἶχε ἐνισχύσει μὲ μεγάλα ποσᾶ τὴν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ.

Τὸ 1950 κατασκευάστηκε ὁ τροῦλος καὶ ὁλοκληρώθηκε τὸ ἀρχιτεκτονικὸ σχέδιο τοῦ 1929. Λίγα χρόνια ἀργότερα κατεδαφίστηκε τὸ δυτικὸ μέρος καὶ ἔγινε ἐπέκταση τοῦ ναοῦ. Ἀκολούθησε ἡ ἁγιογράφηση τοῦ τρούλου καὶ τῆς Πλατυτέρας ἀπὸ τὸν ζωγράφο Στέφανο Ἀσμάνη. Τὸ 1973 τοποθετήθηκε τὸ μαρμαρόγλυπτο τέμπλο, ἔργο τῶν ἀδελφῶν Φιλιππότη. Τέλος τὸ 1974 μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ δραστήριου ἀρχιμανδρίτη π. Χρυσοστόμου Ξυνοῦ, δίπλα στὸ ναὸ ἀνεγέρθηκε πρότυπο Πνευματικὸ Κέντρο, γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῆς πνευματικῆς καὶ κοινωνικῆς διακονίας τῆς ἐνορίας.

 

Οἱ ἱερεῖς ποὺ ὑπηρέτησαν στὴν ἐνορία μας:


1925 Κωνστάντιος Βαφείδης
1925 Δημήτριος Σολομωνίδης
1928 Γρηγόριος Δαγκλὴς
1932 Α. Οὐζούνης
1933 Ἀβραὰμ Παπαδόπουλος
1935 Σταῦρος Ἐφραιμίδης
1938 Ἀντώνιος Πρασσᾶς
1939 Φίλιππος Γιατζὲς
1939 Νικόλαος Κουλουριώτης
1945 Ἰωάννης Δημόπουλος
1947 Ἀνδρόνικος Τζανακάκης
1955 Χρύσανθος Σαρρηγιάννης
1957 Κων/νος Ἀβζιγιάννης
1957 Μάξιμος ᾿Ορφανίδης
1959 Δημήτριος Παπασωτηρίου
1960 Σ. Μοσχολιδάκης
1962 Σεραφεὶμ Τσιμικλὴς
1964 Χρυσόστομος Κουσκουτόπουλος
1965 Ἰωάννης Δάρρας
1968 Δημήτριος Τσιοκάνης
1968 Γεώργιος Πατσούλης
1969 Χρυσόστομος Ξυνὸς
1978 Νικόλαος Κοντοβουνήσιος

 

Οἱ ἱερεῖς πού διακονοῦν σήμερα εἶναι:


Ἀρχιμανδρίτης κ. Νεκτάριος Κανδαρᾶς

Ἀρχιμανδρίτης κ. Χρύσανθος Λιόλιος

Πρωτοπρεσβύτερος κ. Γεώργιος Ντόβολος

Πρωτοπρεσβύτερος κ. Νεκτάριος Κουτρουμάνης




4. Τὸ ἐνοριακό μας ἔργο

 

Α) Πνευματικὴ διακονία

Οἱ ἱερεῖς μας δείχνουν ἰδιαίτερη φροντίδα στὴν πνευματική, λειτουργικὴ καὶ ἁγιαστικὴ διακονία τῶν ἐνοριτῶν μας. ῾Η τέλεση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, οἱ Θεῖες Λειτουργίες, τὰ Ἱερὰ Μυστήρια, ἡ Ἐξομολόγηση τῶν πιστῶν, οἱ προσωπικὲς καὶ οἰκογενειακὲς ἁγιαστικὲς τελετές, βρίσκονται σὲ ἄμεση προτεραιότητα. Ἐπίσης οἱ ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς (ὦἣ)μέρας (Ἐσπερινός, ῎Ορθρος) τελοῦνται ἀνελλιπῶς. Οἱ ἱερεῖς μας πρόθυμα ἀνταποκρίνονται στὶς κλήσεις τῶν ἐνοριτῶν γιὰ κατ οἶκον ἁγιαστικὲς τελετές, κοινωνία κατάκοιτων πιστῶν, κλπ. Πολὺ σημαντικὴ εἶναι ἡ διακονία τῶν ἱερέων μας στὸ κοιμητήριο Βύρωνος, ὅπου τελοῦν τὶς ἱερὲς τελετὲς τῶν κηδειῶν καὶ τῶν ἐπιταφίων δεήσεων γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας καὶ ταυτόχρονα στηρίζουν ἠθικὰ τοὺς πονεμένους συγγενεῖς των.

 

Β) Ποιμαντικὴ διακονία

Σημαντικὴ εἶναι ἐπίσης ἡ ποιμαντικὴ δράση τῆς ἐνορίας μας. Οἱ μορφωμένοι ἱερεῖς μας κηρύσσουν τὸ θεῖο λόγο, τόσο κατὰ τὶς διάφορες ἀκολουθίες, ὅσο καὶ ἐκτάκτως στὸ ναὸ καὶ τὶς αἴθουσες τῆς ἐνορίας μας, «κοπιῶντες ἐν λόγῳ καὶ διδασκαλία» (῞Α´Τιμ.4·11). Μὲ κάθε εὐκαιρία διαφωτίζουν καὶ ἐνημερώνουν τοὺς ἐνορίτες σὲ θέματα πίστεως καὶ ἀντιαιρετικὴς προστασίας. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι στὴν περιοχή μας δὲν ὑπάρχει καμιὰ ὀργανωμένη ὁμάδα αἱρετικῶν. Μεριμνοῦν ἀκούραστα γιὰ τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τῶν ἐνοριτῶν. Ἀκοῦνε μὲ προσοχὴ καὶ ὑπομονὴ τὰ προβλήματά τους καὶ προσπαθοῦν νὰ τοὺς παρηγορήσουν καὶ νὰ τοὺς δώσουν λύσεις καὶ διεξόδους. ῾Η μέριμνα γιὰ τὴ νεότητα ἀποτελεῖ κύριο μέλημα ὅλων μας. Στὴν ἐνορία μας λειτουργοῦν Κατηχητικὰ Σχολεῖα, τὰ ὁποῖα καθοδηγοῦν τὰ παιδιά μας στὸ Χριστὸ καὶ τοὺς μαθαίνουν τὴν ἐνάρετη ζωή. Στοὺς ἑπόμενους στόχους μας εἶναι ἡ λειτουργία ὁμάδων μελέτης τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, ἡ καθιέρωση ἀνοιχτοὺ σεμιναρίου ὀρθοδόξου οἰκοδομῆς καὶ ἀντιαιρετικὴς προστασίας.

 

Γ) Κοινωνικὴ διακονία

῾Η ἄσκηση τῆς φιλανθρωπίας καὶ τῆς κοινωνικῆς μέριμνας εἶναι μιὰ ἄλλη σοβαρὴ διακονία τῆς ἐνορίας μας, κάνοντας πράξη τὴν προτροπὴ τοῦ Ἀπ. Παύλου· «περὶ τῆς φιλαδελφίας οὐ χρείαν ἔχετε γράφειν ὑμίν, αὐτοὶ γὰρ ὑμεῖς θεοδίδακτοι ἐστὲ εἰς τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους» (῞Α´Θεσ.4·9). ῾Η κοινωνία μας εἶναι δυστυχῶς γεμάτη ἀπὸ ἀναξιοπαθοῦντες συνανθρώπους μας, γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία πονὰ καὶ νοιάζεται. Στὴν ἐνορία μας λειτουργεῖ φιλανθρωπικὸ ταμεῖο, τὸ ὁποῖο βοηθᾶ τοὺς φτωχούς μας ἀδελφούς. Πληρώνει τὰ φάρμακα τῶν ἀπόρων, δίνει τακτικὴ καὶ ἔκτακτη χρηματικὴ βοήθεια σὲ ἠλικιωμένους, ἀναπήρους, χρόνια πάσχοντες καὶ χωρὶς σύνταξη ἐνορίτες μας, φροντίζει τοὺς τοξικομανεῖς καὶ τοὺς ἐγκαταλειμμένους. Ὁμάδα κυριῶν τῆς ἐνορίας μας ἐντοπίζει παρόμοιες περιπτώσεις καὶ προσπαθεῖ νὰ ἁπαλύνει τὸν πόνο τους. Πολὺ σημαντικὴ φιλανθρωπικὴ προσφορὰ τῆς ἐνορίας μας εἶναι καὶ ἡ λειτουργία «Σπιτιοὺ Γαλήνης Χριστοῦ» στὸ ὁποῖο βρίσκουν ζεστὸ καὶ ὑγιεινὸ φαγητὸ καθημερινὰ δεκάδες ἄποροι καὶ ἀπροστάτευτοι ἐνορίτες μας.

Ἀδελφέ μας - ἀδελφή μας

῞Υστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴ σύντομη ἐνημέρωση γιὰ τὴν ἐνορία μας καὶ ἐφόσον θεωρεῖς ὅτι τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦμε εἶναι σημαντικό, καλοῦμε καὶ σένα νὰ γίνεις ἐνεργὸ μέλος τῆς ἐνοριακῆς μας ζωῆς. Νὰ θέσεις ὡς κύρια προτεραιότητα τὴ μυστηριακὴ καὶ πνευματικὴ ζωὴ ποὺ βιώνεται μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία μας. Σὲ προτρέπουμε νὰ ἐμπιστευθεῖς τοὺς κληρικοὺς καὶ τοὺς ἄλλους ὑπευθύνους τῆς ἐνορίας μας καὶ νὰ ἀποβάλεις κάποιους δισταγμοὺς ποὺ ἴσως ὑπάρχουν σὲ σένα. Μέσα στὴν Ἐκκλησία θὰ βρεῖς τὴ γαλήνη καὶ θὰ αἰσθανθεῖς τὴν οὐράνια χαρὰ ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Σὲ καλοῦμε ἐπίσης νὰ δραστηριοποιηθεῖς σὲ ὅποιον τομέα ἐπιθυμεῖς καὶ νομίζεις ὅτι μπορεῖς νὰ προσφέρεις καὶ τὴ δική σου διακονία, νὰ γίνεις καὶ σῦ «συνεργὸς Θεοῦ» (Β´Κορ.6·1) Μὴ θεωρήσεις ὅτι αὐτὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἀσήμαντη. Κανενὸς εἴδους διακονία δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ μικρὴ καὶ ἀσήμαντη, ὅλοι μας, στὸ μέτρο τῶν δυνατοτήτων μας, μποροῦμε νὰ προσφέρουμε. Θυμήσου ὅτι ὁ Κύριος θὰ μᾶς κρίνει στὴ Μεγάλη Κρίση, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πίστη μας καὶ τὴν βίωση τοῦ Νόμου Του καὶ γιὰ τὴν κοινωνική μας προσφορὰ (Ματθ.25·31-46). Μὴν ξεχνᾶς πὼς ὁποιαδήποτε προσφορὰ στὴν Ἐκκλησία μας εἶναι οὐσιαστικὰ προσφορὰ πρὸς τὸ Χριστό μας, ἀφοῦ ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ζωντανὴ εἰκόνα δική Του. «Ἐφ ὅσον ἐποιήσατε ἐνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ.25·40).

Σὲ διαβεβαιώνουμε ὅτι θὰ αἰσθανθοῦμε μεγάλη χαρὰ ἂν προστεθεὶς καὶ σῦ ἐνεργὰ στὴν μεγάλη πνευματική μας οἰκογένεια, τὴν ἐνορία μας καὶ συμμετάσχεις στὴν κοινὴ προσπάθεια τῆς διακονίας τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

 

Σὲ περιμένουμε νὰ σὲ γνωρίσουμε
Τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Συμβούλιο

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

 

῾Η ἐνορία μας ἔχει τὴν ξεχωριστὴ τιμὴ νὰ εἶναι ἀφιερωμένος ὁ περικαλλὴς ναός μας στὴν μεγάλη δεσποτικὴ ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου. Κάθε χρόνο ὅλοι οἱ ἐνορίτες ἑορτάζουμε τὴν μεγάλη ἑορτὴ μὲ λαμπρότητα, διότι γνωρίζουμε ὅτι τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Μεταμορφώσεως ἔχει πολὺ μεγάλη σημασία γιὰ τὴν πνευματική μας πορεία.

Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς λαμπρῆς πανηγύρεως κρίναμε σκόπιμο νὰ ἀναφερθοῦμε στὸ μεγάλο γεγονός, ὅπως αὐτὸ διασώθηκε ἀπὸ τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, γιὰ νὰ γνωρίζουμε ὅλοι μας τὴ θαυμαστὴ μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου μας.

῍Αν μελετήσουμε μὲ προσοχὴ τὰ Ἱερὰ Εὐαγγέλια θὰ διαπιστώσουμε πὼς οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου σταδιακὰ ἐφωτίζοντο καὶ κατανοοῦσαν τὸ τί ἦταν πραγματικὰ ὁ Διδάσκαλός τους. ῎Επρεπε νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὶς λαθεμένες περὶ Μεσσία ἰουδαϊκὲς προσδοκίες καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν στὴν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Σὲ αὐτὸ συνέβαλλε οὐσιαστικὰ ὁ Κύριος μὲ τὶς κατ’ ἰδίαν διδασκαλίες Του, τὰ θαύματά Του, τὶς συζητήσεις. Σὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ ἐντάσσεται καὶ τὸ γεγονὸς τῆς Μεταμορφώσεως.

Λίγο πρὶν τὸ πάθος Του ὁ Κύριος κάλεσε τοὺς μαθητές Του καὶ τοὺς ρώτησε τί λέγει ὁ κόσμος γι’ Αὐτόν, ἀλλὰ καὶ τί πιστεύουν καὶ αὐτοὶ γιὰ Ἐκεῖνον. «Τίνα μὲ λέγουσιν οἱ ὄχλοι εἶναι; Οἱ δὲ ἀποκριθέντες εἶπον· Ἰωάννην τὸν Βαπτιστήν, ἄλλοι ᾿Ηλίαν, ἄλλοι δὲ ὅτι προφήτης τις τῶν ἀρχαίων ἀνέστη. Εἶπε δὲ αὐτοῖς· ὑμεῖς δὲ τίνα μὲ λέγετε εἶναι;» (Λουκ. 9·18-19). Ὁ ἐνθουσιώδης Πέτρος ἐξ ὀνόματος τῶν ἕντεκα ὁμολόγησε εὐθέως στὸν Χριστό· «Σύ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». (Ματθ.16·16). Αὐτὴ ἡ σωτήρια ὁμολογία χαροποίησε ἰδιαίτερα τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος τοὺς διαβεβαίωσε πὼς πάνω σὲ αὐτὴ τὴν πίστη καὶ τὴν ὁμολογία γιὰ τὸ πρόσωπό Του θὰ οἰκοδομηθεῖ ἡ Ἐκκλησία Του.

῞Εξη ἡμέρες μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁ Χριστὸς θέλοντας νὰ στηρίξει ἔτι περισσότερο τὴν πίστη τους, ἐν ὄψει τοῦ πάθους Του καὶ τοῦ σταυρικοῦ Του θανάτου, πῆρε τοῦ τρεῖς πρόκριτους μαθητὲς Του Πέτρο, Ἰάκωβο καὶ Ἰωάννη καὶ ἀνέβηκαν σὲ κάποιο ὑψηλὸ βουνό, τὸ ὁποῖο ἡ χριστιανικὴ παράδοση ταυτίζει μὲ τὸ ὅρος Θαβώρ, ποὺ ὑψώνεται περήφανο πάνω ἀπὸ τὴν μαγευτικὴ πεδιάδα Ἐσδρελῶν, σὰν μιὰ τεράστια πυραμίδα, στὰ ὅρια τῆς χώρας Ζαβουλών καὶ Νεφθαλείμ. ῾Η ὥρα τῆς ἀναβάσεως ἦταν ἑσπέρα, πιθανότατα Σαββάτου, σύμφωνα μὲ τὴν περιγραφὴ τοῦ Εὐαγγελιστῆ Λουκᾶ (9·32). ῞Οταν ἔφτασαν στὴν κορυφὴ ὁ Κύριος ἐνῶ προσεύχονταν μεταμορφώθηκε ἐνώπιον τῶν τριῶν μαθητῶν Του. Τὸ πρόσωπό Του ἔλαμψε ὡς ὁ ἥλιος καὶ τὰ ἐνδύματά Του ἔγιναν στιλπνὰ καὶ λευκὰ σὰν τὸ χιόνι (Μάρκ.9·3). Ταυτόχρονα περιβλήθηκε αἴγλη οὐράνιας ὑπερφυσικῆς λαμπρότητας, σὰν τὸ χιόνι, σὰν τὸ πιὸ λαμπρὸ φῶς ποὺ εἶχαν ἀντικρίσει ποτέ, σὰν τὴν πιὸ φωτεινὴ ἀστραπή.

Τὴν ἴδια στιγμή, ἄλλο παράδοξο καὶ θαυμαστὸ θέαμα εἶδαν τὰ μάτια τους. Δυὸ μεγάλες σεπτὲς μορφὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης φάνηκαν ἑκατέρωθεν τοῦ Ἰησοῦ, ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ ᾿Ηλίας, «ὀφθέντες ἐν δόξῃ» (Λουκ.9·31), ὡς ἐκπρόσωποι τοῦ Νόμου καὶ τῶν Προφητῶν, νὰ συνομιλοῦν μὲ Αὐτὸν γιὰ τὰ μέλλοντα, ποὺ θὰ συνέβαιναν στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου ἦταν ὁ τελικὸς προορισμὸς Του (Λουκ.9·31).

Οἱ μέγιστες αὐτὲς μορφὲς εἶχαν ἀποχωρήσει ἀπὸ τὸν κόσμο κατὰ τρόπον μυστηριώδη. Ὁ Μωυσῆς ἀπέθανε καὶ κανεὶς δὲν εἶδε τὸ θάνατό του, οὔτε τὸν τάφο του (Δευτ.34·6). Ὁ ᾿Ηλίας δὲν γεύτηκε θάνατο, διότι ὁ Θεὸς τὸν μετέστησε μὲ πύρινο ἅρμα στὸν οὐρανὸ ζῶντα (Δ´Βασ.2·11). Τὸ ἴδιο μυστηριωδῶς ἐμφανίστηκαν καὶ πάλι στὸ ὅρος τῆς Μεταμορφώσεως. Σύμφωνα ἐπίσης μὲ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη οἱ δυὸ αὐτὲς μεγάλες προσωπικότητες εἶχαν τὴν ὕψιστη τιμὴ νὰ δοῦν τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐνῶ ζοῦσαν. Ὁ Μωυσῆς στὸ ὄρος Σινὰ «εἰσῆλθεν εἰς τὸν γνόφον, οὗ ἦν ὁ Θεός» (Ἐξοδ.20·21). Ὁ ᾿Ηλίας εἶδε τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ στὴν «φωνὴν αὔρας λεπτῆς» (Γ´Βασιλ.19·12). Οἱ μαθητὲς ἔτρεφαν, ὡς πιστοὶ ἰσραηλίτες μεγάλη ἐκτίμηση σὲ αὐτούς, διότι ὁ Μωυσῆς ἦταν ὁ νομοθέτης τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ὁ ᾿Ηλίας ὁ μέγιστος τῶν προφητῶν. Τοὺς ἀνεγνώρισαν προφανῶς ἀπὸ τὸν διάλογό τους μὲ τὸν Κύριο.

Ὁ ἱερὸς Λουκᾶς μᾶς λέγει πὼς τὴν ὥρα ἐκείνη τῆς οὐράνιας φωτοχυσίας ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι δυὸ μαθητὲς «ἦσαν βεβαρημένοι ὕπνῳ· διαγρηγορήσαντες δὲ εἶδον τὴν δόξαν αὐτοῦ καὶ τοὺς δυὸ ἄνδρας τοὺς συνεστῶτας αὐτῷ» (Λουκ.9·32). Τὸ παράδοξο θέαμα τοὺς συντάραξε κυριολεκτικά. ῾Η εὐτυχία ποὺ ἔνοιωθαν ἦταν ἀπερίγραπτη. Δὲν ἤθελαν μὲ κανένα τρόπο νὰ διαταραχθεῖ ἐκείνη ἡ μακάρια κατάσταση. Γι αὐτὸ μόλις εἶδαν νὰ ἀποχωροῦν οἱ δυὸ ἀρχαῖοι ἄνδρες, ὁ Πέτρος παρακαλεῖ τὸν Ἰησοῦ νὰ μείνουν γιὰ πάντα ἐκεῖ! «Ἐπιστάτα, καλὸν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· καὶ ποιήσωμεν σκηνὰς τρεῖς, μὶαν σοὶ καὶ μὶαν Μωυσεῖ καὶ μίαν ᾿Ηλία» (Λουκ.9·33). Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ γεγονὸς πὼς γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους δὲν ζητοῦν κατάλυμα, ἀλλὰ τοὺς ἀρκεῖ ἡ συγκλονιστικὴ κατάσταση ποὺ βίωναν. ῞Ομως συνεχίζει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς «μὴ εἰδὼς ὅ λέγει», συνεπαρμένος ἀπὸ τὴν θεία ἡδονὴ δὲν ἤξερε τί ἔλεγε. Ξαφνικά, ἐνῶ ἔλεγαν αὐτά, συνέβη καὶ ἄλλο παράδοξο φαινόμενο. «Ἐγένετο νεφέλη καὶ ἐπεσκίασεν αὐτούς· ἐφοβήθησαν δὲ ἐν τῷ ἐκείνους εἰσελθεῖν εἰς τὴν νεφέλην· καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός· αὐτοῦ ἀκούετε» (Λουκ.9·35). Ὁ Θεὸς Πατέρας ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἐπιβεβαίωνε γιὰ μιά ἀκόμα φορά, τὴν θεία υἱοθεσία! ῾Η οὐράνια φωνὴ ποὺ ἀκούστηκε μέσα ἀπὸ τὴν φωτεινὴ νεφέλη προξένησε τέτοιο φόβο στοὺς μαθητές, ὥστε αὐτοὶ ἔπεσαν πρηνεῖς στὴν βουνίσια χλόη καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ σηκώσουν τὸ κεφάλι ἀπὸ τὴ γῆ.

«Ἐν τῷ γενέσθαι τὴν φωνὴν εὑρέθη ὁ Ἰησοῦς μόνος, καὶ αὐτοὶ ἐσίγησαν» (Λουκ.9·36). ῾Η παράδοξη ὀπτασία εἶχε λήξει, ἡ φωτεινὴ νεφέλη εἶχε διαλυθεῖ καὶ οἱ οὐράνιοι ἐπισκέπτες εἶχαν ἐξαφανιστεῖ. Ὁ Χριστὸς ἐνδεδυμένος πλέον τὴν συνήθη μορφή Του, ἐνθαρρύνοντας τοὺς σαστισμένους καὶ φοβισμένους μαθητές Του τοὺς εἶπε· «Ἐγέρθητε καὶ μὴ φοβεῖσθε» (Ματθ.17·8).

Ἐν τῷ μεταξὺ εἶχε περάσει καὶ ἡ νύκτα καὶ οἱ πρῶτες ἀκτίνες τοῦ ἡλίου ἔκαμαν τὴν ἐμφάνισή τους στὸ ὅρος τῆς Μεταμορφώσεως. Τίποτε δὲν θύμιζε πιὰ τὴν συγκλονιστικὴ νύχτα καὶ μόνο οἱ ψυχὲς τῶν μαθητῶν ἦταν πλημμυρισμένες ἀπὸ θαυμασμὸ καὶ θεία ἔκσταση. Ἐνῶ κατηφόριζαν τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς ὁ Χριστὸς τοὺς παρακάλεσε νὰ μὴν ἀναφέρουν σὲ κανέναν τὸ γεγονός, «ἕως οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ» (Ματθ.17·9, Μάρκ.9·9). Κοινοποίηση τοῦ γεγονότος στὸν εὐρύτερο κύκλο τῶν μαθητῶν θὰ προκαλοῦσε σύγχυση διότι δὲν ἦταν ἀκόμη ἱκανοὶ νὰ κατανοήσουν τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Πολλῷ δὲ μᾶλλον στὸν ἀμαθῆ ὄχλο, διότι θὰ προκαλοῦσε ἄκαιρους ἐνθουσιασμοὺς καὶ θὰ ἔβλαπτε τὸ ὑπόλοιπο ἔργο Του.

Οἱ τρεῖς μαθητὲς πράγματι διαφύλαξαν τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, μόνο ποὺ τοὺς βασάνιζε τὸ ἐρώτημα· «τί ἐστι τὸ ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι» (Μάρκ.9·10). Δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τὴν ἀνάσταση τοῦ Δασκάλου τους, ἀφοῦ εἶχαν τὴν ἐσφαλμένη ἀντίληψη ὅτι «ὁ Χριστὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν.12·3) ὡς ὁ κραταιὸς ἐγκόσμιος βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. Ἐπίσης τοὺς προβλημάτιζε τὸ γεγονὸς τῆς ἐμφανίσεως τοῦ ᾿Ηλία, διότι γνώριζαν πὼς ἡ δεύτερη ἐμφάνισή του στὸν κόσμο σημαίνει τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς βασιλείας του (Μαλαχ.4·5). Ἀναρωτιόνταν, γιατί νὰ μὴν κηρύξουν τὰ καλὰ νέα τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσία καὶ τῆς βασιλείας του; Δὲν ἄντεξαν καὶ ρώτησαν τὸν Κύριο· «τί οὖν οἱ Γραμματεῖς λέγουσιν, ὅτι ᾿Ηλίαν δεῖ ἐλθεῖν πρῶτον;» (Ματθ.17·10). Ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπάντησε πὼς ὁ ᾿Ηλίας πράγματι ἤδη ἦλθε, ἀλλὰ οἱ Γραμματεῖς δὲν τὸν ἀνεγνώρισαν καὶ τὸν κακοποίησαν, ὅπως θὰ κακοποιήσουν καὶ τὸν Υἱὸ τοῦ Ἀνθρώπου. Οἱ μαθητὲς κατάλαβαν ὅτι τελικὰ μιλοῦσε γιὰ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὅμοιος στὸ θάρρος καὶ στὴν πίστη μὲ τὸν μεγάλο προφήτη.

Μετὰ τὴν Ἀνάσταση οἱ τρεῖς μαθητὲς κατανόησαν τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς θείας Μεταμορφώσεως, ὅταν εἶδαν ξανὰ τὸν Κύριο δοξασμένο. Διηγήθηκαν στοὺς ὑπόλοιπους ἀποστόλους τὴν φοβερὴ ὀπτασία. Οἱ δυὸ μάλιστα ἀπὸ αὐτοὺς κατέγραψαν στὶς ἐπιστολές τους τὴν συγκλονιστικὴ ἐμπειρία τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος στὴν Β´ Καθολικὴ Ἐπιστολὴ του ἔγραψε τά ἑξῆς· «Ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν, ἀλλ’ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος, λαβὼν γὰρ παρὰ Θεοῦ Πατρὸς τιμὴν καὶ δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπὸ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης, οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα· καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν, σὺν αὐτῷ ὄντες ἐν τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ» (Β´ Πέτρ.1·16-19). Ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης στὴν ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου του ἀναφέρει ὅτι «ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ἰωάν.1·14), ἀναφερόμενος προφανῶς στὸ γεγονὸς τῆς θείας Μεταμορφώσεως. Ἐπίσης στὴν Α´ Καθολικὴ Ἐπιστολὴ τοῦ ὑπαινίσσεται τὴν ἐμπειρία τῆς Μεταμορφώσεως του Κυρίου γράφοντας ὅτι «αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία ἥν ἀκηκόαμεν ἀπ’ αὐτοῦ καὶ ἀναγγέλλομεν ὑμῖν, ὅτι ὁ Θεὸς φῶς ἐστί» (Ἰωάν.1·5).

 

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ  ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ

 

α) Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ «ἀπαύγασμα τῆς δόξης καὶ χαρακτὴρ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ, φέρων τε τὰ πάντα τῷ ρήματι τῆς δυνάμεως αὐτοῦ» (῾Εβρ.1·3). Ὁ αἰώνιος καὶ ἄναρχος Θεός, ὁ «ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν» καὶ «Πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἕν ὅ γέγονεν» (Ἰωάν.1·2-3).

Αὐτὸς χάριν τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους «σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν.1·14). ῎Εγινε, συνάμα μὲ τὴ θεία Του φύση, ἀληθινὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος, δηλαδὴ Θεάνθρωπος, γιὰ νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ σωτηρία μας πραγματικὴ καὶ βεβαία. Ταπείνωσε τόσο πολὺ τὸ θεανδρικὸ Του πρόσωπο, ὥστε ἦρθε στὸν κόσμο ὡς ἕνας ἄσημος ἄνθρωπος. Τὸ ἴδιο ἄσημος ἔζησε σὲ ὁλόκληρη τὴν ἐπὶ γῆς ζωή Του. Καταδέχτηκε καὶ βίωσε τὴν ἀνθρώπινη κακοδαιμονία στὸ ἔπακρο.

῞Οταν ἄρχισε τὸν δημόσιο βίο Του κάλεσε μὲ ἁπλότητα τοὺς συνεργάτες Του ἀποστόλους, γιὰ νὰ τὸν πλαισιώσουν στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Τὸ ἴδιο ἄσημοι ὑπῆρξαν καὶ αὐτοί. ῞Ολοι τοὺς ἦταν ὀλιγογράμματοι ψαράδες τῆς Γενησαρέτ. Οἱ ἰσχυροὶ καὶ οἱ σοφοὶ τοῦ κόσμου ἦταν γεμάτοι μὲ ἔπαρση καὶ ἄρα ἀκατάλληλοι νὰ συμβάλλουν στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.

β) Οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου δὲν ἦταν ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὴν ἰδιότυπη ἐθνικιστικὴ πίστη τῶν ὑπολοίπων Ἰουδαίων γιὰ τὸν Μεσσία. Τὸν περίμεναν ὡς ἕναν ἐθνικὸ κραταιὸ ἡγέτη, προικισμένο μὲ ὑπερφυσικὲς ἰδιότητες, ὁ ὁποῖος θὰ ἀνάσταινε τὸν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Δαβὶδ καὶ θὰ ἐγκαθιστοῦσε παγκόσμιο βασίλειο μὲ συγκυβερνῆτες τὸν «περιούσιο λαό»! Αὐτὸ ἦταν καὶ τὸ μεγαλύτερο σκάνδαλο τοῦ Χριστοῦ ἀπέναντι στὸ ἰουδαϊκὸ ἔθνος!

Μέσα στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια ἔχουμε σαφεῖς μαρτυρίες καὶ ἐκδηλώσεις τῶν μαθητῶν αὐτῆς τῆς περίεργης πίστεως. Τραν-ταχτὸ παράδειγμα ἡ περίπτωση τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου, οἱ ὁποῖοι λίγο πρὶν τὸ πάθος τοῦ Ἰησοῦ τοῦ ζητοῦσαν πρωτοκαθεδρίες στὴν μελλοντικὴ βασιλεία Του (Ματθ.20·17-28). Ἐπίσης ἀκόμα καὶ μετὰ τὴν ἀνάσταση τὸ σύνολο τῶν μαθητῶν «συνελθόντες ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ;» (Πράξ.1·6). Ὁ Κύριος δὲν παρέλειπε σὲ κάθε περίπτωση νὰ τοὺς δώσει νὰ καταλάβουν ὅτι σφάλλουν καὶ πὼς ὁ ἴδιος δὲν ἦρθε στὸν κόσμο, νὰ κυριαρχήσει, οὔτε νὰ διακονηθεῖ ἀλλὰ «διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴ Του λύτρον ἀντὶ πολλῶν» ( Ματθ.20·28).

Τὸ σπουδαιότερο γεγονός, τὸ ὁποῖο ἀνέτρεψε τὴν λαθεμένη ἀντίληψη τῶν κορυφαίων μαθητῶν γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ ἔργο Του ὑπῆρξε ἡ θεία Μεταμόρφωση. Εἶναι ἀσφαλῶς μιὰ προσπάθεια νὰ ἀπαγκιστρωθοῦν, τουλάχιστον οἱ κορυφαῖοι ἀπόστολοι, ἀπὸ τὶς παχυλὲς μικροεθνικιστικὲς ἀντιλήψεις, νὰ μυηθοῦν στὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνουν μάρτυρες τῆς θείας δόξας. Μόνο χάρη σὲ αὐτὴ τὴν συγκλονιστικὴ ἐμπειρία θὰ μποροῦσαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴ μεγάλη δοκιμασία καὶ τὸ σκάνδαλο τοῦ σταυροῦ. Μόνο ἔτσι δὲν θὰ λύγιζαν μπροστὰ στὸ πάθος καὶ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Μόνο ἔτσι θὰ μποροῦσαν νὰ πιστέψουν στὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, διότι Ἐκεῖνος ποὺ μεταμορφώθηκε μπροστά τους καὶ περιβλήθηκε τὴν θεία δόξα θὰ μποροῦσε νὰ ἀναστηθεῖ ἀπὸ τοὺς νεκρούς!

Τὸ λαμπρὸ γεγονὸς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου μας ἔχει ἐπίσης καὶ ἄλλες σπουδαῖες διδακτικὲς παραμέτρους. Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἄντλησαν ἀπὸ αὐτὸ σπουδαῖες ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως. ῾Η ᾿Ορθόδοξη θεολογία μας ἔχει ἀφιερώσει ὁλόκληρα κεφάλαια στὸ μεγάλο καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς καὶ ἀντλεῖ θεμελιώδεις ἀλήθειες ἀπὸ αὐτό.

γ) ῾Η προσωπικὴ μεταμόρφωση τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου μας, ἀποτελεῖ τὸν προάγγελο καὶ τῆς δικῆς μας μεταμόρφωσης. Αὐτό μᾶς τὸ βεβαιώνει ὁ ἀληθὴς λόγος τοῦ Κυρίου μας· «ἡμεῖς δὲ οἱ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τὴν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τὴν αὐτὴν εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπὸ Κυρίου Πνεύματος» (Β´ Κορ.3·18). ῞Ολοι οἱ πιστοὶ τοῦ Χριστοῦ, ὡς «συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ.8·29), θὰ μεταμορφωθοῦμε καὶ ἐμεῖς καὶ θὰ συνδοξασθοῦμε μὲ Αὐτόν. Τόσο μεγάλο εἶναι τὸ μέγεθος τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος τόσο πολύ μᾶς ἀγαπᾶ, ὥστε θέλει νὰ μᾶς χαρίσει μέρος τῆς δικῆς Του δόξας!

δ) Τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια ἀναφέρουν πὼς μαζὶ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου μεταμορφώθηκαν καὶ τὰ ἐνδύματά Του καὶ ἔγιναν «στίλβοντα, λευκὰ λίαν ὡς χιών, οἷα γναφεὺς ἐπὶ τῆς γῆς οὐ δύναται οὕτω λευκᾶναι» (Μάρκ.9·3). Αὐτὸ σημαίνει πὼς μαζὶ μέ μᾶς τοὺς υἱοὺς τοῦ Θεοῦ (Ρωμ.8·14) θὰ μεταμορφωθεῖ καὶ ὁλόκληρη ἡ δημιουργία. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει σαφέστατα τὴν μελλοντικὴ της μεταμόρφωση. «Καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ.8·21). ῾Η ἱερὰ Ἀποκάλυψη, τὸ εὐαγγέλιο τοῦ τελικοῦ θριάμβου τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἐσχατολογικὴ δημιουργία καινούριου οὐρανοῦ καὶ καινούριας γῆς, διότι ὁ «πρῶτος οὐρανὸς καὶ ἡ πρώτη γῆ ἀπῆλθον» (Ἀποκ.21·1). Μέσα στὴν παραζάλη καὶ στὸν οἶστρο τῆς ἀσύλληπτης καταστροφῆς τοῦ περιβάλλοντος στὶς μέρες μας, αὐτὴ ἡ πίστη εἶναι ἡ πιὸ παρήγορη ἐλπίδα τοῦ κόσμου!

ε) ῾Η παράδοξη ἐμφάνιση τοῦ Μωυσῆ καὶ τοῦ ᾿Ηλία κατὰ τὴν μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἐπιβεβαιώνει περίτρανα τὴν χριστιανικὴ πίστη στὴν μετὰ θάνατον ζωή. Ὁ Μωυσῆς εἶχε ζήσει περισσότερα ἀπὸ χίλια τριακόσια χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Κυρίου καὶ ὁ ᾿Ηλίας πάνω ἀπὸ ὀκτακόσια. Καὶ ὅμως ἐμφανίστηκαν ζωντανοὶ μπροστὰ στοὺς ἔντρομους καὶ δύσπιστους μαθητὲς «συλλαλοῦντες τῷ Ἰησοῦ» (Μάρκ.9·4). Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε πεῖ πὼς ὁ Θεὸς «οὐκ ἔστιν ὁ Θεὸς Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων» (Ματθ.22·33). Μὲ τὴν ζωοφόρο ἀνάστασή Του ἔγινε «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» (Κόλ.1·18, Ἀποκ.1·5), ἀπαρχὴ τῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν πιστῶν σὲ Αὐτὸν ἀνθρώπων, καθότι «δεῖ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν... κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος» (Α´ Κορ.15·54).Αὐτὴ εἶναι ἡ πιὸ χαροποιὸς καὶ ἐλπιδοφόρα πίστη τῆς ἀνθρωπότητας!

στ) Γιὰ τὴν ᾿Ορθόδοξη πνευματικότητα ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἔχει ἰδιάζουσα σημασία. Στὰ βυζαντινὰ χρόνια τέθηκε ὡς πρόκληση ἀπὸ τὴν δυτικὴ αἱρετικὴ σχολαστικὴ θεολογία κατὰ πόσον μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ προσεγγίσει καὶ νὰ βιώσει τὴν θεία δόξα. Οἱ αἱρετικοὶ δυτικοὶ ὑποστήριζαν πὼς ἡ δόξα καὶ τὸ φῶς τῆς Μεταμορφώσεως ἦταν κτιστὸ φυσικὸ φῶς, μετεωρολογικὸ φαινόμενο, διότι ἐντελῶς αὐθαίρετα ταύτιζαν τὴν οὐσία μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα οἱ ὀρθόδοξοι Πατέρες μὲ προεξάρχοντα τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμὰ (1296-1359) στηριζόμενοι στὴν ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν παράδοση τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας ἔκαμαν τὴν διάκριση μεταξὺ οὐσίας καὶ ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποφάνθηκαν πὼς τὸ φῶς καὶ ἡ δόξα τῆς θείας Μεταμορφώσεως ἦταν φανέρωση τοῦ ἀκτίστου θείου φωτὸς καὶ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν δικό του προσωπικὸ ἀγῶνα νὰ φτάσει νὰ δεῖ καὶ νὰ γίνει μέτοχος αὐτοῦ τοῦ ἀκτίστου φωτὸς καὶ τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή. Πρόκειται γιὰ τὸ γνωστὸ πνευματικὸ κίνημα τοῦ ῾Ησυχασμοῦ, τὸ ὁποῖο μεσουράνησε τὸν 14ο αἰῶνα. ῾Η αἱρετικὴ σχολαστικὴ δυτικὴ διδασκαλία περὶ ταυτίσεως τῆς οὐσίας καὶ τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀφετηρία ὅλων τῶν συγχρόνων κακοδοξιῶν κατὰ τῆς ὀρθῆς πίστεως τοῦ Θεοῦ καὶ αὐτῆς ἀκόμη τῆς ἀρνήσεως τῆς ὑπάρξεώς Του!

Τὸ γεγονὸς τῆς θείας Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου πρέπει νὰ καταυγάζει τὴν ψυχή μας κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς μας. Εἶναι ἀνάγκη νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὁ φιλάνθρωπος Θεός μας, ἐξαιτίας τῆς ἄμετρης ἀγάπης Του γιὰ μᾶς, μᾶς δίνει τὸ ὕψιστο δικαίωμα νὰ μετέχουμε καὶ αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς δόξας Του, διότι ἐμεῖς οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ δὲν εἴμαστε ὀπαδοὶ θρησκείας, ὅπως οἱ ὀπαδοὶ ἄλλων θρησκειῶν, ἀλλὰ υἱοθετημένα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, μέτοχοι τῆς θείας μακαριότητάς Του! Αὐτὴ τὴν μεγάλη τιμὴ δὲ θὰ τὴ συναντήσουμε σὲ καμιὰ ἄλλη πίστη. Γι αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀπαγκιστρωθοῦμε ἀπὸ τὰ σκύβαλα τοῦ κόσμου (Φιλιπ.3·8), νὰ παραδώσουμε τὸν ἑαυτό μας στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἔχουμε ὁδηγὸ στὴ ζωή μας τὸν αἰώνιο νόμο Του. Τότε τὸ ἄκτιστο θαβώρειο φῶς θὰ καταυγάζει πλέρια τὴν ψυχή μας, καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀκανθώδους ἐπὶ γῆς πορείας μας καὶ θὰ μᾶς ὁδηγεῖ ἀσφαλῶς στὴν σωτηρία, τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ τὴ θέωση!

 

 

kaisariani2