logo



      
Σχέσεις τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος μετά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου
Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί ῾Υμηττοῦ Δανιήλ

 

 

Συχνά ἐκ διαφόρων αἰτιῶν ἔρχονται στήν ἐπικαιρότητα οἱ σχέσεις τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Θεωροῦμε τό ἐνδιαφέρον τῆς κοινῆς γνώμης δικαιολογημένο, ἀφοῦ τά φυσικά πρόσωπα τῶν ῾Ελλήνων πολιτῶν εἶναι καί μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, πού ἐπιθυμοῦν νά γνωρίζουν καί νά εἶναι ἐνημερωμένα γιά τήν ἐν τῷ κόσμῳ πορεία καί διακονία τῆς ᾿Εκκλησίας.Γιά τό λόγο αὐτό μέ λιτές γραμμές θά ἐπισημάνουμε μερικά θέματα, πού θά ἀποσαφηνίσουν τίς σχέσεις αὐτές καί θά συμβάλουν στήν ἑρμηνεία καί κατανόησι ὡρισμένων γεγονότων, πράξεων καί ἀποφάσεων τοῦ προσφάτου ἤ ἀπωτέρου παρελθόντος.

 

1. Τό Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας τό συγκροτοῦν Ποιμένες καί Ποιμαινόμενοι, ἄνθρωποι πού ἐντάσσονται ἐλεύθερα σ᾿ αὐτό, γιά νά ὑπερβοῦν τά ὅρια τῆς κτιστῆς καί φθαρτῆς ὑπάρξεώς τους, ἀλλά πού δέν χάνουν τήν ἰδιοπροσωπία τους, ἀπό τήν ὁποία ἐπηρεάζεται τόσο ὁ προσωπικός ἀγώνας τους γιά νά καθαρισθοῦν ἀπό τά πάθη, νά φωτισθοῦν ἀπό τό νοητό φῶς τῆς Τριαδικῆς Θεότητος καί νά ἑνωθοῦν μέ τόν Τριαδικό Θεό διά τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὅσο καί ἡ διακονία τῶν Ποιμένων στήν μέριμνα τῆς οἰκοδομῆς τοῦ Σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας καί τῆς ἐν Χριστῷ αὐξήσεως καί τελειώσεως τῶν μελῶν Αὐτῆς.

 

2. ᾿Απόλυτη ἑνότης καί συμφωνία μεταξύ πιστῶν καί τοπικῶν ᾿Εκκλησιῶν, ὑπάρχει μόνο στήν πίστι. Τήν ἐκκλησιαστική μας ζωή ρυθμίζουν οἱ ῾Ιεροί Κανόνες. Σέ θέματα διοικήσεως, λατρείας, εὐταξίας καί ἄλλα εἶναι δυνατόν νά ἀκολουθοῦνται πολλά καί διαφορετικά τυπικά καί τρόποι ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, χωρίς νά βλάπτεται ἡ ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, οὔτε νά ἑρμηνεύεται αὐτό ὡς ἐχθρότης καί ἀντιπαλότης.

 

3.᾿Από τήν μελέτη τῆς ῾Αγίας Γραφῆς καί τῶν πηγῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας συνάγεται, ὅτι ὑπῆρξαν τριβές μεταξύ τῶν χριστιανῶν ἀπό τῆς ἐποχῆς τῶν ᾿Αποστόλων γιά θέματα τόσο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως π.χ. ἡ τήρησις τῆς ἰουδαϊκῆς περιτομῆς (Πράξ. ιε´ 1), ὅσο καί γιά τέτοια τῆς καθημερινῆς ζωῆς, ὅπως π.χ. ὁ γογγυσμός τῶν ῾Ελληνιστῶν, δηλαδή τῶν ἐξ εἰδωλολατρῶν χριστιανῶν, πρός τούς ἐξ ᾿Ιουδαίων χριστιανούς, ὅτι παρεθεωροῦντο οἱ χῆρες αὐτῶν ἔναντι τῶν ᾿Ιουδαίων κατά τήν καθημερινή περίθαλψι καί τήν ὑπηρεσία τῆς διανομῆς τροφῶν καί ἐλεημοσυνῶν (Πράξ. ς´ 1).Οἱ τριβές αὐτές ὅμως, οὔτε τίς διαπροσωπικές σχέσεις τῶν μελῶν τῆς ᾿Εκκλησίας ἔβλαψαν, οὔτε τήν πορεία αὐτῆς ταύτης τῆς ᾿Εκκλησίας ἀνέκοψαν. ᾿Επειδή ἐζητήθη ὁ φωτισμός τοῦ Θεοῦ καί μέ ταπείνωσι δέχθηκαν τό ἅγιο θέλημα Του καί ὑπετάχθησαν σ᾿ αὐτό.

῾Υπ᾿ αὐτές τίς προϋποθέσεις πρέπει νά ἐξετάζονται καί οἱ σχέσεις τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.

Εἶναι δύο τοπικές ᾿Εκκλησίες, πού ἔχουν ἡ κάθε μιά τήν ἱστορία της, τήν παράδοσί της, τήν ζωή της, τήν εὐθύνη της γιά τήν ἐκπλήρωσι τῆς κοινῆς ἀποστολῆς καί διακονίας της, τήν θέσι της στό σύστημα τῶν τοπικῶν ᾿Εκκλησιῶν, πού συναποτελοῦν ὅλες μαζί τήν Μία ῾Αγία Καθολική καί ᾿Αποστολική ᾿Εκκλησία.

Εἶναι γνωστό καί δέν πρέπει νά λησμονοῦμε, ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος καί τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο εἶχαν κοινή πορεία μέχρι τῆς ᾿Επαναστάσεως τῶν ῾Ελλήνων κατά τῶν Τούρκων τό 1821 γιά νά ἀποκτήσουν τήν ἐθνική τους ἀνεξαρτησία. ῎Εκτοτε ἡ ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος ἀνακηρυχθεῖσα Αὐτοκέφαλος ἔχει δική της πορεία, δική της ποιμαντική, δικά της προβλήματα, δικές της διορθόδοξες σχέσεις, πλούσια θεολογική σκέψι, πνευματική διακονία καί προσφορά. Εἶναι συγκληρονόμος καί αὐτή τῆς κοινῆς ἱστορίας, τῆς θεολογίας, ὅλης τῆς παραδόσεως τῆς Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας.

 

4. Οἱ σχέσεις τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο δέν χειροτέρεψαν, ὅπως ὑποστηρίζεται ἀπό γνωστούς κύκλους, ἀπό τῆς ἐκλογῆς τοῦ Μακαριωτάτου ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αθηνῶν καί Πάσης ῾Ελλάδος κ.κ. Χριστοδούλου (28.4.1998) ἐξ αἰτίας τῶν γνωστῶν θεμάτων. Κατά τό παρελθόν καί μάλιστα ἀπό τῆς ἐκδόσεως τοῦ Τόμου τοῦ Αὐτοκεφάλου τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο (29.6.1850) καί ἐντεῦθεν ὑπῆρξαν περίοδοι ἐντάσεων καί κρίσεων, ἐπί πολλῶν ᾿Αρχιεπισκόπων ᾿Αθηνῶν καί Πάσης ῾Ελλάδος, ὅπως εὔκολα ὁ καθείς δύναται νά διαπιστώση εἴτε ἐκ τῶν Πρακτικῶν τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου, εἴτε ἐκ τῆς διμεροῦς ἐπισήμου ἀλληλογραφίας. Μόνο πού δέν ὑπῆρχε ὁ ἠλεκτρονικός τύπος καί τά ἄλλα μέσα γενικῆς ἐνημερώσεως γιά νά διαλαλήσουν τίς ἐμφιλοχωροῦσες παρεξηγήσεις.Οἱ ἐντάσεις ὀφείλονται, κατά τήν ἀποψί μας, στό ὅτι δέν ἀφίεται ἡ ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος νά ζήση ὡς Αὐτοκέφαλος ᾿Εκκλησία καί νά ἀναπτυχθῆ μέ ὅλα τά δικαιώματα πού ἀπορρέουν γι᾿ Αὐτή ἀπό τούς ῾Ιερούς Κανόνες.

 

5. Γι᾿ αὐτό καί νομίζουμε, ὅτι μόνο τό Κανονικό Δίκαιο δύναται νά διέπη τίς διεκκλησιαστικές σχέσεις αὐτές. ῞Ολα τά ἐντεῦθεν κἀκεῖθεν τιθέμενα θέματα δύνανται νά ἐπιλύονται μέ βάση τήν κανονική παράδοσι τῆς ᾿Εκκλησίας καί νά οἰκοδομῆται ἡ ἑνότητα τῶν τοπικῶν ᾿Εκκλησιῶν.

Τέλος ὀφείλουμε νά σημειώσουμε, ὅτι δέν εἰσερχόμεθα στήν ἐξέτασι τῆς οὐσίας τῶν θεμάτων, πού ἐτέθησαν ἀπό τήν ᾿Αντιπροσωπεία τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος κατά τίς διμερεῖς συνομιλίες μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, πού πραγματοποιήθηκαν τήν 5η καί 6η ᾿Απριλίου ἐ. ἔ. στήν Κωνσταντινούπολι, τά ὁποῖα οὐσιαστικῶς ἔχουν τεθεῖ μέ τίς ᾿Επιστολές τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου πρός τόν Μακαριώτατο ᾿Αρχιεπίσκοπο ᾿Αθηνῶν καί Πάσης ῾Ελλάδος κ.κ. Χριστόδουλο καί Πρόεδρο τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελάδος, ἐπειδή τίς ἀπόψεις τῆς ᾿Εκκλησίας μας θά διατυπώση, ἡ ῾Ιερά Σύνοδος Αὐτῆς.

 

᾿Εν Καισαριανῇ τῇ 28ῃ Μαΐου 2001