ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ


Στὸ Α´ ῾Ιερατικὸ Συνέδριο τῆς ῾Ιερᾶς Μητρττοπόλεως Κερκύρας, Παξῶν καὶ Διαποντίων Νήσων.
ΘΕΜΑ·
«Βασικές θέσεις ἀντιμετώπισης τῶν αἱρετικῶν στήν ἐποχή μας καί στήν Κέρκυρα».
9 Σεπτεμβρίου 2003
Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί ῾Υμηττοῦ Δανιήλ

 
«Βασικές θέσεις ἀντιμετώπισης τῶν αἱρετικῶν στήν ἐποχή μας καί στήν Κέρκυρα».

῞Ενα ἱερατικὸ Συνέδριο στὸ ὁποῖο συμμετέχουν οἱ Πρεσβύτεροι καὶ οἱ Διάκονοι μιᾶς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως μὲ Πρόεδρο τὸν ᾿Επίσκοπό τους, εἶναι μιὰ ἰδιαίτερη εὐλογία γιὰ τὴν Τοπικὴ ᾿Εκκλησία.

᾿Επαναλαμβάνεται μιὰ μακροχρόνια πρακτικὴ ποὺ ἀνάγεται στὸν Κύριο ᾿Ιησοῦ Χριστὸ, ῾Ιδρυτὴ καὶ Δομήτορα τῆς ᾿Εκκλησίας, ὁ ὁποῖος συχνά ἔπαιρνε, ἰδιαιτέρως τοὺς μαθητές Του γιὰ νὰ τοὺς ἀποκαλύψει τὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοὺς προετοιμάσει γιὰ τὸ ἔργο, ποὺ θὰ τοὺς ἀνέθετε νὰ ἐπιτελέσουν.

«Καὶ ἀναβαίνων ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα παρέλαβε τοὺς δώδεκα μαθητὰς κατ᾿ ἰδίαν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ εἶπεν αὐτοῖς·» (Ματθ. κ´ 17).

(Μετάφρασις· Καὶ ὅταν ἀνέβαινε ὁ ᾿Ιησοῦς στὰ ῾Ιεροσόλυμα, πῆρε μαζί του ἰδιαιτέρως τοὺς δώδεκα στὸ δρόμο καὶ τοὺς εἶπε·)

«καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν προσῆλθον αὐτῷ κατ᾿ ἰδίαν λέγοντες· εἰπὲ ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας καὶ τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος;» (Ματθ. κδ´ 3).

(Μετάφρασις· Καὶ ἐνῶ αὐτὸς καθόταν στὸ ὄρος τῶν ᾿Ελαιῶν, τὸν πλησίασαν οἱ μαθηταὶ ἰδιαιτέρως καὶ εἶπαν· Εἰπέ μας, πότε θὰ γίνουν ὅλ᾿ αὐτὰ καὶ ποιὸ εἶναι τὸ σημάδι, ποὺ θὰ προαναγγείλη τὴν ἔνδοξό σου παρουσία καὶ τὸ ὁριστικὸ τέλος τοῦ κόσμου αὐτοῦ;).

«῾Υμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν» (Λουκ. η´ 10).

(Μετάφρασις· Σὲ σᾶς, ποὺ ἔχετε ἐνδιαφέρον καὶ καλὴ διάθεσι δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς χάρις νὰ μάθετε τὶς μυστηριώδεις ἀλήθειες τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, στοὺς ἄλλους ὅμως ὁμιλῶ μὲ παραβολές. Αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἐνδιαφέρον διὰ νὰ γνωρίσουν καὶ νὰ δεχθοῦν τὶς πνευματικὲς ἀλήθειες. Καὶ ὁ νοῦς τους εἶναι παχυλὸς καὶ ἀνίκανος γιὰ πνευματικὴ διδασκαλία. Γι᾿ αὐτὸ διδάσκω μὲ τὸν τρόπο αὐτό, γιὰ νὰ μὴ μποροῦν νὰ δοῦν βαθύτερα καὶ καθαρώτερα, ἐνῶ βλέπουν μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ σώματος, γιὰ νὰ μὴ μποροῦν νὰ καταλάβουν, ἐνῶ ἀκούουν τὴ διδασκαλία ποὺ τοὺς ἐξηγεῖ τὰ μυστήρια).

᾿Αλλὰ καὶ ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος συζητοῦσε μὲ τοὺς συνεργάτες του καὶ τοὺς κατὰ τόπους Πρεσβυτέρους γιὰ θέματα τῆς ᾿Εκκλησίας. Καθὼς γνωρίζουμε μιὰ τέτοια συνάντησι πραγματοποιήθηκε στὴν Μίλητο.

«᾿Απὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς ῎Εφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας. ῾Ως δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς· Ϝ » (Πράξ. κ´ 17-18).

(Μετάφρασις· ᾿Απὸ τὴν Μίλητο δὲ ἔστειλε ἀνθρώπους στὴν ῎Εφεσο καὶ κάλεσε τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας νὰ ἔλθουν σὲ συνάντησί του. ῞Οταν δὲ ἦλθαν πρὸς αὐτόν, τοὺς εἶπε· Ϝ ).

«Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. ᾿Εγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· καὶ ἐξ ὑμῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. Διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον» (Πράξ. κ´ 28-31).

(Μετάφρασις· Προσέχετε λοιπὸν στὸν ἑαυτόν σας, πῶς θὰ συμπεριφέρεστε καὶ τί θὰ διδάσκετε. Προσέχετε καὶ σέ ὅλο τὸ πνευματικό σας ποίμνιο, ἐπὶ τοῦ ὁποίου τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα σᾶς ἐτοποθέτησεν ἐπισκόπους νὰ ποιμαίνετε τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποίαν ὁ Κύριος ἔσωσε καὶ κατέστησε κτῆμά του μὲ τὸ ἴδιόν του αἷμα. Σᾶς λέγω δὲ νὰ προσέχετε, διότι ἐγὼ γνωρίζω τοῦτο, ὅτι μετὰ τὴν ἀναχώρησί μου θὰ εἰσέλθουν μεταξύ σας ψευδοδιδάσκαλοι καὶ πλάνοι σὰν ἄλλοι λύκοι ἄγριοι καὶ σκληροί, ποὺ ἀλύπητα θὰ διαρπάζουν τὸ ποίμνιο βλάπτοντες καὶ ἀφανίζοντες τὶς ψυχὲς τῶν λογικῶν προβάτων. Καὶ ἀπὸ σᾶς τοὺς ἰδίους θὰ ἀναφανοῦν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι θὰ διδάσκουν διδασκαλίας, αἱ ὁποῖαι θὰ διαστρέφουν τὴν ἀλήθειαν, διὰ νὰ ἀποσποῦν τοὺς μαθητὰς ἀπὸ τὸν εὐθὺν δρόμον τῆς ἀληθείας καὶ νὰ τοὺς παρασύρουν ἀπὸ πίσω των ὡς ὀπαδοὺς καὶ ἀκολούθους των. Δι᾿ αὐτὸ προσέχετε ἄγρυπνοι, ἔχοντες παράδειγμα ἐμὲ καὶ ἐνθυμούμενοι, ὅτι ἐπὶ τριετίαν συνεχῶς νύκτα καὶ ἡμέραν δὲν ἔπαυσα μὲ δάκρυα νὰ νουθετῶ ἕνα ἕκαστον).

Εὐχαριστῶ ἐκ καρδίας τὸν Σεβασμιώτατο ᾿Επίσκοπο καὶ Μητροπολίτη σας κ. κ. Νεκτάριο ἀγαπητὸ ἐν Χριστῷ ᾿Αδελφό, μὲ τὸν ὁποῖο ἔχουμε συμπορευθεῖ στὴν ἐκκλησιαστικὴ διακονία γιὰ τριάντα χρόνια καὶ πλέον, γιὰ τὴν εὐγενικὴ καὶ τιμητικὴ πρόσκλησί Του νὰ ὁμιλήσω στὴν παροῦσα ῾Ιερατικὴ Σύναξι.

Προσευχόμεθα, Σεβασμιώτατε, ῞Αγιε ᾿Αδελφέ καὶ εὐχόμεθα Θείᾳ Χάριτι νὰ ἀναδεικνύεσθε «ἔρεισμα πατρίδος, ᾿Εκκλησιῶν κόσμος, στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας, στερέωμα τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως, οἰκείοις ἀσφάλεια, δυσμαχώτατος τοῖς ὑπεναντίοις, φύλαξ πατρῴων θεσμῶν, νεωτεροποιΐας ἐχθρός» (Μ. Βασιλείου, ᾿Επιστολὴ 28 Ε.Π.Ε. τόμος 3, 148) καὶ νὰ βλέπουμε τὴν περὶ ῾Υμᾶς Τοπικὴ ᾿Εκκλησία «ὡς ἄμπελον εὐθηνοῦσαν ἐπ᾿ ἀγαθοῖς ἔργοις, σὲ δὲ ὡς σοφὸν γεωργὸν καὶ ἀγαθὸν δοῦλον, ἐν καιρῷ διδόντα τοῖς ὁμοδούλοις τὸ σιτομέτριον. Οἱ σὺν ἡμῖν πάντες ἀσπάζονταί σου τὴν εὐλάβειαν. ᾿Ερρωμένος καὶ εὔθυμος ἐν Κυρίῳ εἴης, εὐδοκιμῶν ἐπὶ χαρίσμασι Πνεύματος καὶ σοφίας φυλαχθείης» (Μ. Βασιλείου,Ε.Π.Ε. τόμος 1ος σελ. 122).

(Μετάφρασις· ῎Ερεισμα τῆς πατρίδος, στόλισμα τῶν ᾿Εκκλησιῶν, στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας, στερέωμα τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως, ἀσφάλεια τῶν οἰκείων, δυσπολέμητος ἀπὸ τοὺς ἀντιπάλους, φύλακας τῶν πατρικῶν θεσμῶν, ἐχθρὸς τοῦ νεωτερισμοῦ.)

(Μετάφρασις· σὰν ἀμπέλι ἀνθισμένο σὲ καλὰ ἔργα, ἐσένα δὲ σὰν συνετὸ γεωργό καὶ ἀγαθὸ δοῦλο ποὺ δίδει στοὺς συνδούλους του τὸ σιτομέτριο στὸν καιρό του καὶ λαμβάνει τὸ μισθὸ τοῦ πιστοῦ δούλου καὶ φρόνιμου οἰκονόμου).

 

Τὸ θέμα ποὺ θὰ ἀναπτύξουμε στὸ Συνέδριό Σας εἶναι·

«Βασικές θέσεις ἀντιμετώπισης τῶν αἱρετικῶν στήν ἐποχή μας καί στήν Κέρκυρα».

Παρουσιάζουμε εἰσαγωγικῶς τοὺς ἄξονες τῶν σκέψεών μας·

α.- Ποῖος εἶναι αἱρετικός.

β.- Τὰ χαρακτηστικὰ τῶν αἱρετικῶν στὴν ἐποχή μας.

γ.- ῾Η διακονία τοῦ ποιμένα.

 

῾Ενότητα Α´

 

1. ῾Ορισμὸς τοῦ αἱρετικοῦ.

 

Κατὰ τὴν διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας αἱρετικὸς θεωρεῖται ὁ ἄνθρωπος, ποὺ δὲν δέχεται τὸ σύνολο τῆς ἀποκαλυφθείσης ἀληθείας καὶ «ἀνάγκην ἔσχον γράψαι ὑμῖν παρακαλῶν ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει» (᾿Ιούδ. 3).

(Μετάφρασις· ἀναγκάσθηκα ἀπὸ τὶς περιστάσεις νὰ σᾶς γράψω νὰ ἀγωνίζεσθε μὲ δύναμι γιὰ τὴν πίστι, ἡ ὁποία μὲ τὸ προφορικὸ κήρυγμα παρεδόθη μιὰ φορὰ γιὰ πάντα στοὺς Χριστιανούς).

᾿Εφ᾿ ὅσον ἡ ᾿Εκκλησία κηρύσσεται, ὅτι εἶναι «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Τιμ. γ´ 15) δηλαδὴ αὐτὴ ποὺ ὑποβαστάζει τὴν ἀλήθεια, γίνεται φανερὸ, ὅτι ὅποιος δὲν συμφωνεῖ μὲ τὴν καθολικὴ πίστι καὶ διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας, βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ζωή. ῎Εχει ἐκπέσει ἀπὸ τὴν Χάρι ἤ ἡ Χάρις μένει ἀνενεργὸς, χωρὶς νὰ ἐνεργεῖ ἤ γιὰ νὰ μιλήσουμε ἀποστολικὰ «ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ κενὴ ἐγενήθη» (Α´ Κορ. ιε´ 10), (Μετάφρασις· Καὶ ἡ χάρις, τὴν ὁποία μοῦ ἔδειξε ὁ Κύριος δὲν ἔμεινε ἄκαρπος καὶ χωρὶς ἀποτέλεσμα) ἢ ὁ αἱρετικὸς «εἰκῆ ἐπίστευσεν» (μάταια ἐπίστευσεν) (Πρβλ. Α´ Κορ. ιε´ 2).

Κατὰ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς ᾿Εκκλησίας ἐμφανίστηκαν πολλὲς αἱρέσεις καὶ πολλοὶ αἱρετικοί. Τὰ ὀνόματα τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν αἱρετικῶν δηλώνουν ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ τὴν διαφοροποίησί τους ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία.

῾Ο Μέγας ᾿Αθανάσιος παρατηρεῖ· «ὅσοι δ᾿ ἂν ἀπὸ τῆς ᾿Εκκλησίας πρὸς τὴν αἵρεσιν μεταβάλλωνται, τὸ μὲν Χριστοῦ καταλιμπάνουσιν ὄνομα, καὶ λοιπὸν δὲ ᾿Αρειανοὶ καλοῦνται, ὡς οὐκέτι τὴν Χριστοῦ πίστιν ἔχοντες, ἀλλὰ τῆς ᾿Αρείου γενόμενοι μανίας διάδοχοι» (Ε.Π.Ε. τόμ. 2, Κατὰ ᾿Αρειανῶν Α´, σελ. 36).

(Μετάφρασις· ῞Οσοι ὅμως ἀλλοξοπιστοῦν, καὶ ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία προσχωροῦν σ᾿ αὐτοὺς ἐγκαταλείπουν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὀνομάζονται στὸ ἑξῆς ᾿Αρειανοί, ἐπειδὴ δὲν πιστεύουν πλέον στὸ Χριστό, ἀλλὰ γίνονται διάδοχοι τῆς παραφροσύνης τοῦ ᾿Αρείου).

Αὐτὸ συνιστᾶ τὸ περίεργο τῆς αἱρέσεως· τὴν αὐτονομασία της ἀπό τοὺς διδασκάλους καὶ ἀρχηγούς της. Τὸ ὄνομα τῶν αἱρετικῶν δὲν δείχνει μόνο τὴν ἔκπτωσι καὶ τὸν χωρισμό τους ἀπὸ τὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ τὴν δουλικὴ ἐξάρτησί τους ἀπὸ τὸν ὁποιοδήποτε ἀρχηγό τους. ῾Η ἀλλαγὴ τοῦ ὀνόματος φανερώνει καὶ τὴν ἀλλαγὴ «κυρίου».

 

2. ῾Η αὐστηρὴ στάσις τῆς ᾿Εκκλησίας πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς.

 

῾Η ᾿Εκκλησία στάθηκε μὲ αὐστηρότητα ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς. Διατήρησε τὴν ἀποκαλυφθεῖσα ἀλήθεια ἀνόθευτη, ἀπαράλλακτη καὶ ἀναλλοίωτη. ᾿Αγωνίσθηκε μὲ σθένος γιὰ νὰ ἀποδιώξη κάθε ψεῦδος καὶ κάθε πλάνη.
Γιατί;

α.- Διότι ἡ αἵρεσις ἀπειλεῖ τὴν ἑνότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, τοῦ ζῶντος Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Οἱ αἱρέσεις διασποῦν, διαιροῦν καὶ τεμαχίζουν σὲ ὁμάδες τοὺς πιστούς, ἐνῶ τὸ ἔργο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, διὰ τῆς ᾿Εκκλησίας, εἶναι νὰ ἑνωθοῦν οἱ ἄνθρωποι. «Εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε·» (Κοντάκιον Κυριακῆς Πεντηκοστῆς). ᾿Επιδίωξις τοῦ Κυρίου μας, τοῦ Καλοῦ Ποιμένος εἶναι· «καὶ γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν» (Πρβλ. ᾿Ιωάν. ι´ 16). Νὰ ἑνωθοῦν οἱ ἄνθρωποι σὲ μιά ποίμνη μὲ ἕνα Ποιμένα.

β.- Διότι ἡ αἵρεσις τελικῶς ἀπειλεῖ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν «ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανε» (Πρβλ. Ρωμ. ιδ´ 15).

Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ διευκρινήσουμε, ὅτι ἡ αὐστηρότητα τῆς ᾿Εκκλησίας ἀπέναντι στοὺς αἱρετικοὺς δὲν ὀφείλεται σὲ ἕνα ἰδεολογικὸ πεῖσμα, κακῶς λεγόμενο καὶ ἐννοούμενο δογματισμὸ, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι δὲν δέχεται διάλογο ἢ ἀντίρρησι γιὰ τὶς θέσεις, ἀπόψεις καὶ διδασκαλίες της.

Τὸ ἀντίθετο μάλιστα συμβαίνει. Τὸ δόγμα εἶναι ἡ ἀλήθεια τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ ὁποία γίνεται ἀντιληπτή, κατὰ δύναμι, ἀπὸ τοὺς πολὺ κεκαθαρμένους καὶ οἱ ὁποῖοι διατυπώνουν ἐν Συνόδῳ τὴν ἐμπειρία τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Η δὲ ᾿Εκκλησία περιφρουρεῖ τὶς ἀλήθειες, διότι ἀποτελοῦν ὅρους σωτηρίας, προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.

Αὐτὴ δὲ ἡ περιφρούρησις τῆς ἀλήθειας ἀποδεικνύει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν φιλανθρωπία τῆς ᾿Εκκλησίας γιὰ τὸν κόσμο. ῾Η ᾿Εκκλησία ἀμυνομένη ἀπέναντι στὴν πλάνη καὶ στὸ ψεῦδος καθιστᾶ δυνατὴ τὴν σωτηρία γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ γνωρίσουν τὴν ἀλήθεια.

Αὐτοὺς τοὺς δύο πολὺ σπουδαίους λόγους εὑρήκαμε ἀπὸ τὴν μελέτη μας γιὰ νὰ ἐξηγήσουμε τὴν αὐστηρή, ἀνυποχώρητη καὶ ἀσυμβίβαστη στάσι τῆς ᾿Εκκλησίας ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς.

Πρέπει καθηκόντως καὶ γιὰ τὴν πληρότητα τῶν θέσεών μας νὰ ἐπισημάνουμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία κάνει διάκρισι μεταξὺ ἐκείνων ποὺ ἐμπνεύστηκαν τὶς πλάνες, τοὺς αἱρεσιάρχες καὶ τῶν θυμάτων τους, τοὺς πλανεμένους. Τοὺς μὲν κρίνει μὲ αὐστηρότητα τοὺς δὲ μὲ ἐπιείκεια.

 

3. ῾Ο Κύριος περὶ τῶν ψευδοπροφητῶν.

 

α.- Μὲ ὅσα προηγήθηκαν εἶναι εὔκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε τὶς προτροπὲς τοῦ Κυρίου καὶ τῶν ᾿Αποστόλων πρὸς τοὺς Μαθητὲς γιὰ νὰ ἐπαγρυπνοῦν ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς.

Ι. «Προσέχετε ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν» (Ματθ. ζ´ 15).

(Μετάφρασις· Προσέχετε ἀπὸ τοὺς ψευδοπροφῆτες).

«ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται» (Ματθ. κδ´ 24).

(Μετάφρασις· Διότι θὰ ἀναφανοῦν ψευδομεσσίες καὶ ψευδοπροφῆτες).

«ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον» (Α´ ᾿Ιωάν. δ´ 1).

(Μετάφρασις· Διότι πολλοὶ ψευδοπροφῆτες ἐβγῆκαν στὸν κόσμο).

ΙΙ. «ὅτι δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται, ἀνόμοις δὲ καὶ ἀνυποτάκτοις, ἀσεβέσι καὶ ἁμαρτωλοῖς,... καὶ εἴ τι ἕτερον τῇ ὑγιαινούσῃ διδασκαλίᾳ ἀντίκειται» (Α´ Τιμ. α´ 9-10).

(Μετάφρασις· ῞Οτι ὁ νόμος δὲν ὁρίστηκε γιὰ κεῖνον ποὺ κάνει ὅ,τι θέλει ὁ Θεός, ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἀνόμους καὶ τοὺς ἀνυπότακτους, γιὰ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλούς, καὶ γενικὰ σὲ κάθε τι, ποὺ ἀντιστρατεύεται πρὸς τὴ διδασκαλία τὴν ἀληθῆ).

«ἔσται γὰρ καιρὸς ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἰδίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι τὴν ἀκοήν» (Β´ Τιμ. δ´ 3).

(Μετάφρασις· διότι θὰ ἔρθη καιρὸς, ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν θὰ ἀνέχονται τὴν ὑγιᾶ καὶ ὀρθή διδασκαλία, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὶς ἰδικές τους ἐπιθυμίες θὰ συγκεντρώνουν γύρω τους πλῆθος ἀπὸ διδασκάλους, ποὺ θὰ ταιριάζουν μὲ τὶς ἐπιθυμίες τους, γιὰ ν᾿ ἀκοῦν αὐτὰ ποὺ τοὺς ἀρέσουν.)

«Δεῖ γὰρ τὸν ἐπίσκοπον... ἀντεχόμενον τοῦ κατὰ τὴν διδαχὴν πιστοῦ λόγου, ἵνα δυνατὸς ᾗ καὶ παρακαλεῖν ἐν τῇ διδασκαλίᾳ τῇ ὑγιαινούσῃ καὶ τοὺς ἀντιλέγοντας ἐλέγχειν» (Τίτ. α´ 9).

(Μετάφρασις· Διότι πρέπει ὁ ἐπίσκοπος... νὰ ὑπερασπίζη καὶ νὰ κρατᾶ καλὰ τόν ἀληθῆ καὶ ἀξιόπιστο λόγο, ποὺ συμφωνεῖ μὲ τὴν ἀποστολικὴ διδαχή, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ προτρέπη μὲ τὴν ὑγιᾶ καὶ ὀρθὴ διδασκαλία καὶ νὰ ἐλέγχη καὶ ἀποστομώνη ἐκείνους ποὺ ἀντιλέγουν).

«Σὺ δὲ λάλει ἃ πρέπει τῇ ὑγιαινούσῃ διδασκαλίᾳ» (Τίτ. β´ 1).

(Μετάφρασις· Σὺ ὅμως δίδασκε ἐκεῖνα ποὺ πρέπουν καὶ ἁρμόζουν στὴν ὀρθὴ καὶ ὑγιᾶ διδασκαλία).

«Ταῦτα δίδασκε καὶ παρακάλει εἴ τις ἑτεροδιδασκαλεῖ καὶ μὴ προσέρχεται ὑγιαίνουσι λόγοις τοῖς τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ τῇ κατ᾿ εὐσέβειαν διδασκαλίᾳ...» (Α´ Τιμ. στ´ 3).

(Μετάφρασις· Αὐτὰ νὰ διδάσκης καὶ νὰ συμβουλεύης. ᾿Εὰν κανεὶς διδάσκη διαφορετικὰ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ δὲν ἀκολουθῆ τοὺς ὑγιεῖς καὶ μὴ μολυσμένους ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τῆς πλάνης λόγους τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν διδασκαλία, ποὺ εἶναι σύμφωνος μὲ τὴν εὐσέβεια...).

«ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων, ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας» (Β´ Τιμ. α´ 13).

(Μετάφρασις· Σὰν ὑπόδειγμα, καὶ τύπο διδασκαλίας ὑγιοῦς καὶ ἀπηλλαγμένης ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τῆς πλάνης κράτει στερεὰ τοὺς λόγους, ποὺ ἄκουσες ἀπὸ ἐμένα).

β.- Στὸ βιβλίο τοῦ Δευτερονομίου (ε´ 1) δίδονται ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁδηγίες γιὰ τὸ πῶς οἱ πιστοὶ θὰ ἀναγνωρίζουν ἕνα ψευδοπροφήτη καὶ ἕνα ψευδοδιδάσκαλο.

«Καὶ ἐκάλεσε Μωυσῆς πάντα ᾿Ισραήλ, καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· ἄκουε, ᾿Ισραήλ, τὰ δικαιώματα καὶ τὰ κρίματα, ὅσα ἐγὼ λαλῶ ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ, καὶ μαθήσεσθε αὐτὰ καὶ φυλάξεσθε ποιεῖν αὐτά».

(Μετάφρασις· ᾿Εκάλεσε ὁ Μωυσῆς ὅλους τοὺς ᾿Ισραηλίτες καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· «῎Ακουε λαὲ τοῦ ᾿Ισραήλ, τὸν Νόμο καὶ τὶς ἐντολές, ὅσα ἐγὼ κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ λέγω στὰ αὐτιά σας, γιὰ νὰ μάθετε αὐτὰ καὶ νὰ προσέξετε, ὥστε νὰ τὰ τηρῆτε).

῾Η ὁμιλία ἀρχίζει·

«Προφήτην ἐκ τῶν ἀδελφῶν σου ὡς ἐμὲ ἀναστήσει σοι Κύριος ὁ Θεός σου, αὐτοῦ ἀκούσεσθε κατὰ πάντα, ὅσα ᾐτήσω παρὰ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐν Χωρὴβ τῇ ἡμέρᾳ τῆς ἐκκλησίας λέγοντες· οὐ προσθήσομεν ἀκοῦσαι τὴν φωνὴν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου καὶ τὸ πῦρ τοῦτο τὸ μέγα οὐκ ὀψόμεθα ἔτι, οὐδὲ μὴ ἀποθάνωμεν. καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ὀρθῶς πάντα ὅσα ἐλάλησαν πρὸς σέ· προφήτην ἀναστήσω αὐτοῖς ἐκ τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν, ὥσπερ σέ, καὶ δώσω τὰ ρήματα ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ, καὶ λαλήσει αὐτοῖς καθ᾿ ὅτι ἂν ἐντείλωμαι αὐτῷ· καὶ ὁ ἄνθρωπος, ὃς ἐὰν μὴ ἀκούσῃ ὅσα ἂν λαλήσῃ ὁ προφήτης ἐκεῖνος ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ ἐκδικήσω ἐξ αὐτοῦ. πλὴν ὁ προφήτης, ὃς ἂν ἀσεβήσῃ λαλῆσαι ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου ρῆμα, ὃ οὐ προσέταξα λαλῆσαι, καὶ ὃς ἂν λαλήσῃ ἐν ὀνόματι θεῶν ἑτέρων, ἀποθανεῖται ὁ προφήτης ἐκεῖνος. ἐὰν δὲ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου· πῶς γνωσόμεθα τὸ ρῆμα, ὃ οὐκ ἐλάλησε Κύριος; ὅσα ἐὰν λαλήσῃ ὁ προφήτης ἐκεῖνος τῷ ὀνόματι Κυρίου, καὶ μὴ γένηται καὶ μὴ συμβῇ, τοῦτο τὸ ρῆμα ὃ οὐκ ἐλάλησε Κύριος· ἐν ἀσεβείᾳ ἐλάλησεν ὁ προφήτης ἐκεῖνος, οὐκ ἀφέξεσθε αὐτοῦ.» (Δευτ. ιη´ 15-22).

(Μετάφρασις· ῞Εναν προφήτη θὰ ἀναδείξη σὲ σένα ὁ Κύριος ὁ Θεός σου ἀπὸ ἀνάμεσά σου, ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς σου ὅπως ἐμένα· αὐτὸν θὰ ἀκοῦτε σύμφωνα μὲ ὅλα ὅσα ζήτησες (᾿Ισραήλ) ἀπὸ τὸν Κύριο τὸν Θεό σου στὸ Χωρήβ, τὴν ἡμέρα τῆς σύναξης, λέγοντας· ῍Ας μὴ ἀκούσω πλέον τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ μου, οὔτε νὰ δῶ πλέον τὴ μεγάλη αὐτὴ φωτιά, γιὰ νὰ μὴ πεθάνω.

Καὶ ὁ Κύριος μοῦ εἶπε· Εἶναι σωστὰ ὅσα μίλησαν. ῞Ενα προφήτη ἀνάμεσα ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς τους θὰ σηκώσω σ᾿ αὐτούς, ὅπως ἐσένα, καὶ θὰ βάλω τὰ λόγια μου στὸ στόμα του, καὶ θὰ τοῦ μιλήσω ὅλα ὅσα ἐγὼ τὸν προστάζω.

Καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν θὰ ὑπακούσει στὰ λόγια μου, ποὺ αὐτὸς θὰ μιλήσει ἐξ ὀνόματός μου, ἐγὼ θὰ τὸ ἐκζητήσω ἀπ᾿ αὐτόν.

῾Ο προφήτης ὅμως ποὺ θὰ ἀσεβήσει, καὶ θὰ ὁμιλήσει ἐξ ὀνόματός μου ἕνα λόγο, ποὺ ἐγὼ δὲν τὸν πρόσταξα νὰ μιλήσει ἢ ὅποιος μιλήσει ἐξ ὀνόματος ἄλλων θεῶν, ὁ προφήτης ἐκεῖνος θὰ θανατωθεῖ.

Καὶ ἂν πεῖς στὴν καρδιά σου·

Πῶς θὰ γνωρίσουμε τὸν λόγο ποὺ ὁ Κύριος δὲν μίλησε;

῞Οταν κάποιος προφήτης μιλήσει ἐξ ὀνόματος Κυρίου, καὶ ὁ λόγος δὲν γίνει οὔτε συμβεῖ, αὐτὸς ὁ λόγος εἶναι ποὺ ὁ Κύριος δὲν μίλησε. Τὸν μίλησε ὁ προφήτης μέσα ἀπὸ ὑπερηφάνεια· δὲν θὰ φοβηθεῖτε ἀπ᾿ αὐτόν).

᾿Ακόμη καὶ στὴν περίπτωσι ποὺ ὁ ψευδοπροφήτης κάνει θαύματα ἢ προφητεύει γεγονότα ποὺ ἐν συνεχείᾳ πραγματοποιήθηκαν, ὁ Θεὸς μὲ αὐστηρότητα συνιστᾶ, ὅτι δὲν πρέπει ὁ πιστὸς νὰ ἀκολουθήση τὸν ψευδοπροφήτη. ῾Η πίστι του δὲν πρέπει νὰ ὀφείλεται σὲ θαύματα, ἀλλὰ στὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν Νόμο Του.

«Πᾶν ρῆμα ὃ ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν σήμερον, τοῦτο φυλάξῃ ποιεῖν· οὐ προσθήσεις ἐπ᾿ αὐτὸ οὐδὲ ἀφελεῖς ἀπ᾿ αὐτοῦ. ἐὰν δὲ ἀναστῇ ἐν σοὶ προφήτης ἢ ἐνυπνιαζόμενος τὸ ἐνύπνιον καὶ δῷ σοι σημεῖον ἢ τέρας καὶ ἔλθῃ τὸ σημεῖον ἢ τὸ τέρας, ὃ ἐλάλησε πρός σε λέγων· πορευθῶμεν καὶ λατρεύσωμεν θεοῖς ἑτέροις, οὓς οὐκ οἴδατε, οὐκ ἀκούσεσθε τῶν λόγων τοῦ προφήτου ἐκείνου ἢ τοῦ ἐνυπνιαζομένου τὸ ἐνύπνιον ἐκεῖνο, ὅτι πειράζει Κύριος ὁ Θεός σου ὑμᾶς εἰδέναι, εἰ ἀγαπᾶτε τὸν Θεὸν ὑμῶν ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ὑμῶν καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς ὑμῶν. ὀπίσω Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν πορεύσεσθε καὶ τοῦτον φοβηθήσεσθε καὶ τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσεσθε καὶ αὐτῷ προστεθήσεσθε» (Δευτ. ιγ´ 1-5).

(Μετάφρασις· Κάθε ἐντολή, τὴν ὁποία ἐγὼ σήμερα σᾶς δίδω, θὰ ἐπιμεληθῆτε νὰ τὴν ἐφαρμόσετε. Οὔτε θὰ προσθέσετε τίποτε σ᾿ αὐτή, οὔτε καὶ θὰ ἀφαιρέσετε. ᾿Εὰν δὲ παρουσιασθῆ μεταξύ σας προφήτης (διδάσκαλος ψευδής) ἢ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος βλέπει καὶ ἑρμηνεύει ὄνειρα καὶ σᾶς πεῖ ὅτι θὰ δώση κάποιο σημάδι ἢ θὰ κάμη κάποιο καταπληκτικὸ θαῦμα, καὶ πραγματοποιήση ἔστω τὸ σημάδι ἢ τὸ θαῦμα, ποὺ σᾶς προανήγγειλε, ἔπειτα δὲ σᾶς πεῖ· «῍Ας πᾶμε νὰ λατρεύσουμε ἄλλους θεούς, τοὺς ὁποίους δὲν γνωρίζετε», δὲν θὰ δώσετε καμμίαν προσοχὴ στὰ λόγια τοῦ ψευδοῦς ἐκείνου προφήτου ἢ τοῦ ἐνυπνιαστοῦ· ἀλλὰ νὰ σκεφθῆτε ὅτι Κύριος ὁ Θεός σου ἐπέτρεψε νὰ γίνουν τὰ σημεῖα αὐτά, διὰ νὰ σᾶς δοκιμάση καὶ νὰ γνωρίση, ἐὰν πράγματι ἀγαπᾶτε τὸν Θεόν σας μὲ ὅλη σας τὴν καρδιά καὶ μὲ ὅλη σας τὴν ψυχή. Κύριον τὸν Θεόν σας, αὐτὸν μόνο θὰ ἀκολουθῆτε, αὐτὸν θὰ φοβῆσθε, αὐτοῦ τὰς ἐντολὰς θὰ ἀκούετε καὶ σ᾿ αὐτὸν θὰ προσκολληθῆτε).

γ.- Τὸ ἔργο τῶν ψευδοπροφητῶν εἶναι νὰ κηρύξουν ἕνα ἄλλο Θεὸ καὶ νὰ ἀμφισβητήσουν τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας καὶ τὴν δύναμί του. Οὐσιαστικὰ ἀρνοῦνται τὴν πίστι στὸν ἀποκεκαλυμένο Θεό, στὸ μυστήριο τῆς Τριαδικῆς Θεότητος καὶ στὸ μυστήριο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς σωτηρίας μὲ τὴν πίστι σ᾿ Αὐτόν.

Σχετικὰ κείμενα εἶναι·

 

α) (Β´ Θεσσαλονικεῖς κεφ. β´).

 

«᾿Ερωτῶμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, ὑπὲρ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ᾿ αὐτόν, εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ τοῦ νοὸς μήτε θροεῖσθαι, μήτε διὰ πνεύματος μήτε διὰ λόγου μήτε δι᾿ ἐπιστολῆς ὡς δι᾿ ἡμῶν, ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. Μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον· ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἢ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ ὡς Θεὸν καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός. Οὐ μνημονεύετε, ὅτι ἔτι ὢν πρὸς ὑμᾶς ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν; Καὶ νῦν τὸ κατέχον οἴδατε, εἰς τὸ ἀποκαλυφθῆναι αὐτὸν ἐν τῷ ἑαυτοῦ καιρῷ· τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας, μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται· καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ· οὗ ἐστιν ἡ παρουσία κατ᾿ ἐνέργειαν τοῦ σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ τέρασι ψεύδους καὶ ἐν πάσῃ ἀπάτῃ τῆς ἀδικίας ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, ἀνθ᾿ ὧν τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς· καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει, ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἀλλ᾿ εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ. ῾Ημεῖς δὲ ὀφείλομεν εὐχαριστεῖν τῷ Θεῷ πάντοτε περὶ ὑμῶν, ἀδελφοὶ ἠγαπημένοι ὑπὸ Κυρίου, ὅτι εἵλετο ὑμᾶς ὁ Θεὸς ἀπ᾿ ἀρχῆς εἰς σωτηρίαν ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος καὶ πίστει ἀληθείας, εἰς ὃ ἐκάλεσεν ὑμᾶς διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἡμῶν, εἰς περιποίησιν δόξης τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῎Αρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν. Αὐτὸς δὲ ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς καὶ ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ ἡμῶν, ὁ ἀγαπήσας ἡμᾶς καὶ δοὺς παράκλησιν αἰωνίαν καὶ ἐλπίδα ἀγαθὴν ἐν χάριτι, παρακαλέσαι ὑμῶν τὰς καρδίας καὶ στηρίξαι ὑμᾶς ἐν παντὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ ἀγαθῷ».

 

(Μετάφρασις· Σᾶς παρακαλοῦμεν δὲ, ἀδελφοί, διὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν σύναξίν μας πλησίον του, νὰ μὴ σαλευθῆτε εὔκολα καὶ ἐπιπόλαια ἀπὸ τὴν ψύχραιμη σκέψι τῆς διανοίας σας· οὔτε νὰ θορυβῆσθε καὶ ταράσσεσθε οὔτε ἀπὸ προφητικὸν δῆθεν χάρισμα, οὔτε ἀπὸ λόγο, οὔτε ἀπὸ ἐπιστολή, διὰ τὰ ὁποῖα σᾶς παριστάνουν, ὅτι τάχα προέρχονται ἀπὸ ἐμᾶς καὶ δῆθεν σᾶς εἰδοποιοῦμε ἐμεῖς ὅτι ἔφθασε ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. Προσέξατε νὰ μὴ σᾶς ἐξαπατήση μὲ κανένα τρόπο κανείς. ῞Οταν δὲ σᾶς λέγουν, ὅτι ἐπλησίασε ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ, σᾶς ἐξαπατοῦν. Διότι δὲν θὰ ἔλθη ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου καὶ ἡ δευτέρα παρουσία του, ἐὰν δὲν ἔλθη πρῶτον ἡ ἀποστασία πολλῶν καὶ ἡ ἀπομάκρυνσί τους ἀπὸ τὴν πίστι καὶ δὲν φανερωθῆ ὁ ἄνθρωπος, ποὺ περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον θὰ εἶναι ὑποκινητὴς καὶ ὄργανον τῆς ἁμαρτίας καὶ γέννημα καὶ θρέμμα τῆς ἀπωλείας. Αὐτὸς θὰ εἶναι ἀντίπαλος τῆς ἀλήθειας καὶ θὰ ὑπερυψώνη τὸν ἑαυτό του παραπάνω ἀπὸ κάθε ἄλλον ποὺ θὰ φέρη τὸ ὄνομα Θεὸς ἢ θὰ προσκυνεῖται μὲ σεβασμὸ καὶ λατρεία. Καὶ θὰ ὑψώση τόσο πολὺ τὸν ἑαυτὸ του, ὥστε θὰ καθίση ὡς Θεὸς στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ προσπαθεῖ μὲ διαβολικὰ σημεῖα καὶ ἀγυρτείας νὰ ἀποδείξη τὸν ἑαυτό του ὅτι εἶναι Θεός. Πρέπει λοιπὸν νὰ φανερωθῆ πρῶτον αὐτὸς. Δὲν ἐνθυμεῖσθε, ὅτι σᾶς ἔκανα λόγον περὶ αὐτῶν, ὅταν ἀκόμα ἤμουν μεταξύ σας; Καὶ ἐπειδὴ τότε σᾶς τὰ εἶπα, γνωρίζετε τώρα ἐκεῖνο, ποὺ ἐμποδίζει τὸν ἄνομο, ὥστε νὰ μὴ ἐμφανισθῆ αὐτὸς προτήτερα, ἀλλὰ στὸν καιρὸ ποὺ τοῦ ἔχει ὁρισθεῖ ἀπὸ τὸν Θεόν. Δὲν ἦλθε ὅμως ἀκόμη ὁ ὡρισμένος καιρός του. Διότι τώρα εἶναι σὲ ἐνέργεια ἡ δύναμι τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἀνομίας, ἡ ὁποία σὲ μεγάλο βαθμὸ παραμένει κρυμμένη καὶ δὲν φανερώθηκε ἀκόμη ὁλόκληρος, ὑπάρχει δὲ κάποιος ποὺ ἐμποδίζει τὸν ἄνομο νὰ φανερωθῆ. Καὶ ἡ φανέρωσι τοῦ ἀνόμου θὰ ἀναβληθῆ μόνον μέχρις ὅτου αὐτὸς ποὺ κατὰ θείαν πρόνοιαν παρεμποδίζει τὴν ἐμφάνισί του φύγη ἀπὸ τὸ μέσον. Καὶ τότε θὰ φανερωθῆ ὁ ἄνομος, τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος θὰ ἐξαφανίση μὲ τὸ φύσημα τοῦ στόματός του καὶ θὰ τὸν ἐκμηδενίση μὲ τὴν ἔνδοξη ἐμφάνισι τῆς παρουσίας του. Τοῦ ἀνόμου αὐτοῦ ἡ παρουσία θὰ γίνη μὲ πᾶσα δύναμι καὶ μὲ σημεῖα καὶ τέρατα ἀγυρτικά, ποὺ θὰ τὰ ἐνεργῆ ὁ βοηθὸς καὶ συνεργάτης του σατανᾶς. Θὰ γίνη ἡ ἐμφάνισί του μὲ κάθε εἶδος ἀπάτης ποὺ θὰ στηρίζεται ἐπὶ τῆς ἀδικίας καὶ ἀσυνειδησίας. ᾿Αλλὰ ἡ ἀπάτη αὐτὴ θὰ ἐπικρατήση μόνο μεταξὺ ἐκείνων ποὺ θὰ ἀπολεσθοῦν, ἐπειδὴ δὲν ἐδέχθησαν νὰ ἀγαπήσουν καὶ νὰ ἐγκολπωθοῦν τὴν ἀλήθεια διὰ νὰ σωθοῦν. Καὶ διὰ τοῦτο θὰ παραχωρήση ὁ Θεὸς νὰ τοὺς ἔλθη ἐνέργεια πονηρά, ποὺ θὰ τοὺς σπρώχνη στὴν πλάνη, διὰ νὰ πιστεύσουν αὐτοὶ στὸ ψεῦδος. καὶ ἔτσι νὰ κατακριθοῦν ὅλοι ὅσοι δὲν ἐπίστευσαν στὴν ἀλήθεια, ἀλλ᾿ ἠσπάσθησαν μὲ εὐχαρίστησι τὴν ἀδικία. ᾿Εμεῖς δὲ ὀφείλουμε νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸν πάντοτε διὰ σᾶς, ἀδελφοί, ποὺ ἔχετε ἀγαπηθῆ ἀπὸ τὸν Κύριο, διότι σᾶς ἐξέλεξε ὁ Θεὸς ἀπ᾿ ἀρχῆς, πρὸ πάντων τῶν αἰώνων, διὰ νὰ σωθῆτε μὲ τὸν ἁγιασμό, ποὺ μεταδίδει τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, καὶ μὲ τὴν πίστι στὴν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου. Στὴ σωτηρία δὲ αὐτοῦ τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς πίστεως σᾶς κάλεσε ὁ Θεὸς μὲ τὸ εὐαγγέλιο ποὺ κηρύττουμε, διὰ νὰ ἀποκτήσετε δια τῆς ὑπακοῆς σὲ αὐτὸ τὴν δόξαν τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ ὅσα εἴπαμε, ἀδελφοί, μένετε ἀμετακίνητοι καὶ κρατᾶτε τὶς παραδόσεις ποὺ διδαχθήκατε εἴτε μὲ προφορικὸ λόγο εἴτε μὲ ἐπιστολή μας. Αὐτὸς δὲ ὁ Κύριός μας ᾿Ιησοῦς Χριστὸς καὶ ὁ Θεὸς καὶ πατήρ μας, ὁ ὁποῖος μᾶς ἀγάπησε καὶ μᾶς ἔδωσε παρηγορία, ποὺ δὲν θὰ ἔχη τέλος, ἀλλὰ θὰ εἶναι αἰωνία, καὶ μᾶς ἐχάρισε ἐλπίδα ἀγαθῶν οὐρανίων, εἴθε νὰ παρηγορήση τὰς καρδίας σας καὶ νὰ σᾶς στηρίξη σὲ κάθε ὀρθὴ διδασκαλία καὶ σὲ κάθε ἔργο ἀγαθό).

 

β) (Α´ ᾿Ιωάννου κεφ. β´ 18-29).

 

«Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί, καὶ καθὼς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν· ὅθεν γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστίν. ᾿Εξ ἡμῶν ἐξῆλθον, ἀλλ᾿ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν· εἰ γὰρ ἦσαν ἐξ ἡμῶν, μεμενήκεισαν ἂν μεθ᾿ ἡμῶν· ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῶσιν ὅτι οὐκ εἰσὶ πάντες ἐξ ἡμῶν. Καὶ ὑμεῖς χρῖσμα ἔχετε ἀπὸ τοῦ ἁγίου, καὶ οἴδατε πάντα. Οὐκ ἔγραψα ὑμῖν ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἀλήθειαν, ἀλλ᾿ ὅτι οἴδατε αὐτήν, καὶ ὅτι πᾶν ψεῦδος ἐκ τῆς ἀληθείας οὐκ ἔστι. Τίς ἐστιν ὁ ψεύστης εἰ μὴ ὀ ἀρνούμενος ὅτι ᾿Ιησοῦς οὐκ ἔστιν ὁ Χριστός; Οὗτός ἐστιν ὁ ἀντίχριστος, ὁ ἀρνούμενος τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱόν. Πᾶς ὁ ἀρνούμενος τὸν υἱὸν οὐδὲ τὸν πατέρα ἔχει. ῾Υμεῖς οὖν ὃ ἠκούσατε ἀπ᾿ ἀρχῆς, ἐν ὑμῖν μενέτω. ᾿Εὰν ἐν ὑμῖν μείνῃ ὃ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἠκούσατε, καὶ ὑμεῖς ἐν τῷ υἱῷ καὶ ἐν τῷ πατρὶ μενεῖτε. Καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία ἣν αὐτὸς ἐπηγγείλατο ἡμῖν, τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον. Ταῦτα ἔγραψα ὑμῖν περὶ τῶν πλανώντων ὑμᾶς. Καὶ ὑμεῖς τὸ χρῖσμα ὃ ἐλάβετε ἀπ᾿ αὐτοῦ, ἐν ὑμῖν μένει, καὶ οὐ χρείαν ἔχετε ἵνα τις διδάσκῃ ὑμᾶς, ἀλλ᾿ ὡς τὸ αὐτὸ χρῖσμα διδάσκει ὑμᾶς περὶ πάντων, καὶ ἀληθές ἐστι καὶ οὐκ ἔστι ψεῦδος, καὶ καθὼς ἐδίδασκεν ὑμᾶς, μενεῖτε ἐν αὐτῷ. Καὶ νῦν, τεκνία, μένετε ἐν αὐτῷ, ἵνα ὅταν φανερωθῇ ἔχωμεν παρρησίαν καὶ μὴ αἰσχυνθῶμεν ἀπ᾿ αὐτοῦ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ. ᾿Εὰν εἰδῆτε ὅτι δίκαιός ἐστι, γινώσκετε ὅτι πᾶς ὁ ποιῶν τὴν δικαιοσύνην ἐξ αὐτοῦ γεγέννηται».

 

(Μετάφρασις· Παιδιά μου, ἔρχομαι τώρα νὰ σᾶς ὑποδείξω ἕνα νέο κίνδυνο. Εἶναι ὥρα κρίσιμη καὶ γεμάτη ἀπὸ κινδύνους ἡ σημερινὴ ἐποχή.

Καὶ καθὼς ἀκούσατε ἀπό τό εὐαγγελικό κήρυγμα, ὅτι πρόκειται νά ἔλθη ὁ ἀντίχριστος, καὶ τώρα ἔχουν ἀναφανῆ πολλοὶ αἱρετικοί, πρόδρομοι τοῦ ἀντιχρίστου. ᾿Εξ αὐτοῦ λοιπόν μαθαίνουμε, ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι ἐποχή κρίσιμη. ᾿Από ἐμᾶς τούς Χριστιανούς χωρίσθηκαν καὶ βγῆκαν ἔξω τῆς ἐκκλησίας. ᾿Αλλά δέν ἦταν πράγματι ἀπό μᾶς· δέν ἦταν ποτέ μέλη γνήσια τῆς ἐκκλησίας. Διότι, ἐάν τότε ἐφαίνοντο μαζί μας, ἦταν πράγματι ἀπό μᾶς καὶ γνήσια μέλη τῆς ἐκκλησίας, θά εἶχαν μείνει μαζί μας. ᾿Αλλ᾿ ἔφυγαν καὶ βγῆκαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία διὰ νὰ μὴ μείνουν κρυμμένοι, ἀλλὰ διὰ νὰ φανερωθοῦν, ὅτι ὅλοι τους δὲν εἶναι ἀπὸ μᾶς, δὲν εἶναι γνήσιοι Χριστιανοί. Καὶ πρὸς τί ἐγὼ νὰ σᾶς ὁμιλῶ δι᾿ αὐτούς;

Σεῖς ἔχετε χρῖσμα πνευματικό, τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα ποὺ λάβατε στὸ βάπτισμά σας ἀπὸ τὸν ἅγιον, τὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό. Καὶ μὲ τὸ φωτισμό πού σᾶς δίνει τὸ χρῖσμα αὐτό γνωρίζετε ὅλα τὰ σωτηριώδη, ὥστε δύνασθε νὰ διακρίνετε τὶς ψευδοδιδασκαλίες. Δι᾿ αὐτό καὶ ἐγώ σᾶς ἔγραψα τὰ ἀνωτέρω, ὄχι ἐπειδή δὲν γνωρίζετε τὴν ἀλήθεια, ἀλλά σᾶς τὰ ἔγραψα, ἐπειδή γνωρίζετε αὐτήν καὶ ἐπειδή κάθε ψεύδος δὲν ἔχει τὴν πηγή του στὴν ἀλήθεια. Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός ψεύτης παρὰ ἐκεῖνος πού ἀρνεῖται ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι ὁ ἑνωμένος μὲ τὸν Υἱόν τοῦ Θεοῦ σὲ ἕνα πρόσωπο Χριστός; Αὐτός εἶναι ποὺ ἐνσαρκώνει τὸ πνεῦμα τοῦ ἀντιχρίστου, αὐτὸς ποὺ ἀρνεῖται τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱόν, ἀφοῦ δὲν δέχεται τὴν ἀποκάλυψι, τὴν ὁποία περὶ τοῦ Πατρὸς μᾶς ἔκαμε ὁ Υἱός. Καθένας ποὺ ἀρνεῖται τὸν Υἱόν δὲν ἔχει καὶ τὸν Πατέρα. Αὐτό λοιπόν ποὺ ἀκούσατε σεῖς διὰ τοῦ κηρύγματος ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ χριστιανικοῦ σας βίου περὶ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, ἄς μένη μέσα σας ἀμετάβλητο καὶ μόνιμο. ᾿Εὰν μείνη μέσα σας αὐτὸ ποὺ ἀπὸ τὶς ἀρχὲς ἀκούσατε, καὶ σεῖς θὰ μείνετε σὲ στενὴ σχέσι καὶ κοινωνία μὲ τὸν Υἱόν καὶ τὸν Πατέρα. Καὶ αὐτὴ εἶναι ὑπόσχεσι ποὺ μᾶς ὑποσχέθηκε ὁ Χριστός, ἡ αἰώνια ζωή, ἡ ὁποία συνίσταται στὴν κοινωνία καὶ ἕνωσή μας μὲ τὸν Υἱὸ καὶ μὲ τὸν Πατέρα. Σᾶς ἔγραψα αὐτά δι᾿ ἐκείνους ποὺ προσπαθοῦν νὰ σᾶς πλανήσουν μὲ τὶς αἱρετικές τους διδασκαλίες. Καὶ σεῖς ἔχετε τὸ πνευματικὸ χρῖσμα, ἤτοι τὸ ῞Αγιον Πνεῦμα ποὺ λάβατε ἀπὸ αὐτὸν τὸν Χριστόν, καὶ μένει τοῦτο μέσα σας, καὶ δι᾿ αὐτὸ δὲν ἔχετε ἀνάγκη νὰ σᾶς διδάσκη κανένας ἄνθρωπος. ᾿Αλλὰ καθὼς τὸ χρῖσμα, ποὺ μένει πάντοτε τὸ ἴδιο καὶ δὲν ἀλλάζει ποτέ, σᾶς διδάσκει δι᾿ ὅλα, καὶ ἡ διδασκαλία του εἶναι ἀληθὴς καὶ δὲν εἶναι ψευδὴς καὶ καθὼς ἐξ ἀρχῆς σᾶς δίδαξε, ἔτσι πρέπει νὰ μείνετε σὲ αὐτὸν τὸν Χριστὸν καὶ νὰ κρατήσετε στερεὰ τὴν διδασκαλία, ποὺ σᾶς δίδαξε τὸ Πνεῦμα. Καὶ τώρα λοιπόν, παιδάκια μου, μένετε σταθεροὶ στὴ στενὴ σχέσι καὶ κοινωνία μὲ τὸν Χριστόν, ὥστε ὅταν φανερωθῆ ἐνδόξως νὰ ἔχουμε θάρρος καὶ πεποίθησι σὲ αὐτὸν καὶ νὰ μὴ ντροπιασθοῦμε ἀποφεύγοντας αὐτὸν ὡς ἔνοχοι κατὰ τὴν δευτέρα του παρουσία. Καὶ δὲν θὰ ντροπιασθοῦμε, ἐάν τοῦ μοιάζουμε. Καὶ ἐάν ξέρετε, ὅτι εἶναι δίκαιος ὁ Χριστός, γνωρίζετε ἐκ πείρας καὶ ὅτι καθένας ποὺ ἐφαρμόζει ἐν τῇ πράξει τὴν δικαιοσύνη ἔχει γεννηθῆ ἀπὸ αὐτὸν καὶ τοῦ ὁμοιάζει, ὅπως κάθε παιδὶ ὁμοιάζει πρὸς τὸν πατέρα του).

γ) (᾿Αποκάλυψις ᾿Ιωάννου ιγ´) «Περὶ τῶν δύο θηρίων».

 

«Καὶ ἐστάθην ἐπὶ τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης· καὶ εἶδον ἐκ τῆς θαλάσσης θηρίον ἀναβαῖνον, ἔχων κέρατα δέκα καὶ κεφαλὰς ἑπτά, καὶ ἐπὶ τῶν κεράτων αὐτοῦ δέκα διαδήματα, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτοῦ ὀνόματα βλασφημίας. καὶ τὸ θηρίον ὃ εἶδον ἦν ὅμοιον παρδάλει, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὡς ἄρκου, καὶ τὸ στόμα αὐτοῦ ὡς στόμα λέοντος, καὶ ἔδωκεν αὐτῷ ὁ δράκων τὴν δύναμιν αὐτοῦ καὶ τὸν θρόνον αὐτοῦ καὶ ἐξουσίαν μεγάλην· καὶ μίαν ἐκ τῶν κεφαλῶν αὐτοῦ ὡς ἐσφαγμένην εἰς θάνατον, καὶ ἡ πληγὴ τοῦ θανάτου αὐτοῦ ἐθεραπεύθη καὶ ἐθαύμασεν ὅλη ἡ γῆ ὀπίσω τοῦ θηρίου, καὶ προσεκύνησαν τῷ δράκοντι τῷ δεδωκότι τὴν ἐξουσίαν τῷ θηρίῳ, καὶ προσεκύνησαν τῷ θηρίῳ λέγοντες· τίς ὅμοιος τῷ θηρίῳ; τίς δύναται πολεμῆσαι μετ᾿ αὐτοῦ; καὶ ἐδόθη αὐτῷ στόμα λαλοῦν μεγάλα καὶ βλασφημίαν· καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία πόλεμον ποιῆσαι μῆνας τεσσαράκοντα δύο. καὶ ἤνοιξε τὸ στόμα αὐτοῦ εἰς βλασφημίαν πρὸς τὸν Θεόν, βλασφημῆσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὴν σκηνὴν αὐτοῦ, τοὺς ἐν τῷ οὐρανῷ σκηνοῦντας. καὶ ἐδόθη αὐτῷ πόλεμον ποιῆσαι μετὰ τῶν ἁγίων καὶ νικῆσαι αὐτούς, καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ πᾶσαν φυλὴν καὶ λαὸν καὶ γλῶσσαν καὶ ἔθνος. καὶ προσκυνήσουσιν αὐτὸν πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς, ὧν οὐ γέγραπται τὸ ὄνομα ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου τοῦ ἐσφαγμένου ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. Εἴ τις ἔχει οὖς, ἀκουσάτω. εἴ τις εἰς αἰχμαλωσίαν ἀπάγει, εἰς αἰχμαλωσίαν ὑπάγει· εἴ τις ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτέννει, δεῖ αὐτὸν ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτανθῆναι. ὧδέ ἐστιν ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ πίστις τῶν ἁγίων. Καὶ εἶδον ἄλλο θηρίον ἀναβαῖνον ἐκ τῆς γῆς, καὶ εἶχε κέρατα δύο ὅμοια ἀρνίῳ, καὶ ἐλάλει ὡς δράκων. καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ πρώτου θηρίου πᾶσαν ποιεῖ ἐνώπιον αὐτοῦ. καὶ ποιεῖ τὴν γῆν καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ κατοικοῦντας ἵνα προσκυνήσωσιν τὸ θηρίον τὸ πρῶτον, οὗ ἐθεραπεύθη ἡ πληγὴ τοῦ θανάτου αὐτοῦ. καὶ ποιεῖ σημεῖα μεγάλα, καὶ πῦρ ἵνα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνῃ εἰς τὴν γῆν ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. καὶ πλανᾷ τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς διὰ τὰ σημεῖα ἃ ἐδόθη αὐτῷ ποιῆσαι ἐνώπιον τοῦ θηρίου, λέγων τοῖς κατοικοῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς ποιῆσαι εἰκόνα τῷ θηρίῳ, ὃς εἶχε τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρας καὶ ἔζησε. καὶ ἐδόθη αὐτῷ πνεῦμα δοῦναι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα καὶ λαλήσῃ ἡ εἰκὼν τοῦ θηρίου καὶ ποιήσῃ, ὅσοι ἐὰν μὴ προσκυνήσωσι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα ἀποκτανθῶσι. καὶ ποιεῖ πάντας, τοὺς μικροὺς καὶ τοὺς μεγάλους, καὶ τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς πτωχούς, καὶ τοὺς ἐλευθέρους καὶ τοὺς δούλους, ἵνα δώσωσι αὐτοῖς χάραγμα ἐπὶ τῆς χειρὸς αὐτῶν τῆς δεξιᾶς ἢ ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν, καὶ ἵνα μή τις δύνηται ἀγοράσαι ἢ πωλῆσαι εἰ μὴ ὁ ἔχων τὸ χάραγμα, τὸ ὄνομα τοῦ θηρίου ἢ τὸν ἀριθμὸν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ. ῟Ωδε ἡ σοφία ἐστίν· ὁ ἔχων νοῦν ψηφισάτω τὸν ἀριθμὸν τοῦ θηρίου· ἀριθμὸς γὰρ ἀνθρώπου ἐστί· καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτοῦ χξς´».

 

(Μετάφρασις· Στάθηκα τότε στὴν ἀκροθαλασσιά. Κι εἶδα νὰ ἀνεβαίνει ἀπὸ τὴ θάλασσα ἕνα θηρίο μὲ δέκα κέρατα κι ἐφτὰ κεφάλια. Στὰ κέρατά του εἶχε δέκα στέμματα καὶ στὰ κεφάλια του τίτλους προσβλητικοὺς γιὰ τὸ Θεό. Τὸ θηρίο ποὺ εἶδα ἕμοιαζε μὲ λεοπάρδαλη, τὰ πόδια του ἦταν σαν τῆς ἀρκούδας καὶ τὸ στόμα του σὰν στόμα λιονταριοῦ. Κι ὁ δράκοντας τοῦ ἔδωσε τὴ δύναμή του, τὸ θρόνο του καὶ μεγάλη ἐξουσία. ῞Ενα ἀπὸ τὰ κεφάλια του ἕμοιαζε νά ἔχει πληγωθεῖ θανάσιμα· ἡ θανατηφόρα του ὅμως πληγὴ θεραπεύτηκε. Κι ὅλη ἡ οἰκουμένη θαύμασε κι ἀκολούθησε τὸ θηρίο. Προσκύνησαν τὸ δράκοντα, γιατὶ ἔδωσε ἐξουσία στὸ θηρίο, καὶ προσκυνοῦσαν καὶ τὸ θηρίο λέγοντας· «Ποιὸς μπορεῖ νὰ παραβγεῖ μὲ τὸ θηρίο καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ πολεμήσει ἐναντίον του;»

 

Στὸ θηρίο δόθηκε στόμα νὰ λέει λόγια ὑπεροπτικὰ καὶ βλάσφημα, προσβλητικὰ γιὰ τὸ Θεό, καὶ τοῦ δόθηκε ἐξουσία νὰ δράσει σαρανταδύο μῆνες. ῎Ανοιξε τὸ στόμα του κι ἄρχισε νὰ προσβάλλει τὸ Θεό, βλαστημώντας τὸ ὄνομά του, τὴν κατοικία του κι ὅσους κατοικοῦν στὸν οὐρανό. Τοῦ δόθηκε ἀκόμη ἡ ἄδεια νὰ πολεμήσει ἐναντίον τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν νικήσει. Τοῦ δόθηκε κι ἡ ἐξουσία σὲ κάθε φυλὴ καὶ λαὸ καὶ γλῶσσα καὶ ἔθνος. Θὰ τὸ προσκυνήσουν ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς γῆς, ποὺ τὸ ὄνομά τους δὲν γράφτηκε στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς τοῦ σφαγμένου ᾿Αρνίου ἀπὸ τότε ποὺ δημιουργήθηκε ὁ κόσμος.

῞Οποιος ἔχει αὐτιὰ ἂς ἀκούσει. ῞Οποιος αἰχμαλωτίζει, θὰ αἰχμαλωτιστεῖ· ὅποιος σκοτώνει μὲ μάχαιρα, θὰ πεθάνει ἀπὸ μάχαιρα. ᾿Εδῶ θὰ φανεῖ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ πίστη ὅσων ἀνήκουν στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.

 

῞Υστερα εἶδα ἕνα ἄλλο θηρίο νὰ βγαίνει ἀπὸ τὴ στεριά. Εἶχε δύο κέρατα ποὺ μοιάζαν μὲ ἀρνιοῦ, καὶ ἡ φωνή του ἔμοιαζε μὲ δράκοντα. Μὲ ἐντολὴ τοῦ πρώτου θηρίου ἀσκοῦσε ὅλη τὴν ἐξουσία, κι ἔκανε ὅλη τὴ γῆ καὶ τοὺς κατοίκους της νὰ προσκυνήσουν τὸ πρῶτο θηρίο, ποὺ εἶχε θεραπευτεῖ ἡ θανατηφόρα πληγή του. ῎Εκανε τερατουργίες μεγάλες, ὡς καὶ φωτιὰ νὰ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μπροστὰ στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων. Καὶ παραπλανάει τοὺς κατοίκους τῆς γῆς μὲ τὶς τερατουργίες ποὺ τοῦ ἐπιτράπηκε νὰ κάνει μὲ ἐντολὴ τοῦ θηρίου, προτρέποντάς τους νὰ κατασκευάσουν ἕνα ἄγαλμα τοῦ θηρίου, ποὺ εἶχε δεχτεῖ τὴν πληγὴ τῆς μάχαιρας κι ὡστόσο ἔζησε. ᾿Επίσης τοῦ ἐπιτράπηκε νὰ ζωντανέψει τὸ ἄγαλμα τοῦ θηρίου, ὥστε νὰ μιλήσει τὸ ἄγαλμα καὶ νὰ κάνει νὰ θανατωθοῦν ὅσοι δὲν προσκυνήσουν τὸ ἄγαλμα τοῦ θηρίου. Καὶ ὑποχρεώνει ὅλους, μικροὺς καὶ μεγάλους, πλούσιους καὶ φτωχούς, ἐλεύθερους καὶ δούλους, νὰ χαράξουν σημάδι πάνω στὸ δεξιό τους χέρι ἢ πάνω στὸ μέτωπό τους. Κανεὶς δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ἀγοράσει ἢ νὰ πουλήσει, παρὰ μόνο αὐτὸς ποὺ ἔχει χαραγμένο τὸ ὄνομα τοῦ θηρίου ἢ τὸν ἀριθμὸ τοῦ ὀνόματός του. ᾿Εδῶ χρειάζεται ἡ σοφία. ῞Οποιος ἔχει μυαλὸ ἂς λογαριάσει τὸν ἀριθμὸ τοῦ θηρίου, ποὺ εἶναι ἀριθμὸς ἀνθρώπου· ὁ ἀριθμός του εἶναι χξς´ (ἐξακόσια ἑξήντα ἕξ).

῾Ενότητα Β´

 

Τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν αἱρετικῶν στὴν ἐποχή μας.

α.- Στὶς ἡμέρες μας παρατηροῦμε μιὰ πολυμορφία

αἱρετικῶν καὶ ὁμάδων.

Παλιὲς πλάνες ἀναβιώνουν μὲ νέα προσωπεῖα.

Νέες πλάνες ἐμφανίζονται μὲ ρίζες σὲ παλιές.

β.- ᾿Εμφανίζουν ἕνα ἔντονο συγκρητισμὸ. Δὲν διατηροῦνται σαφῆ ὅρια μεταξὺ τῶν διαφόρων τάσεων καὶ ὀργανώσεων. ῾Ομάδες ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἔχουν Χριστιανικὸ χαρακτῆρα, ἀναμειγνύουν καὶ στοιχεῖα ἰνδουϊσμοῦ-βουδισμοῦ ἤ ἄλλων θρησκειῶν.

Αὐτὸ συνεπάγεται μιὰ δυσκολία κατατάξεως καὶ προσδιορισμοῦ.

γ.- ᾿Επιδιώκουν τὴν ἄσκησι ἐξουσίας ἤ τὴν ἀπόκτησι δυνάμεως, τὸν πλουτισμὸ ἢ ἄλλους σκοποὺς μὲ τὴν στρατολόγησι θυμάτων.

δ.- ᾿Αποκρύπτουν τὸ ἀληθινὸ πρόσωπό τους καὶ τοὺς ἀπώτερους σκοποὺς ποὺ ἐπιδιώκει ἡ ὀργάνωσί τους.

ε.- Στρατολογοῦν ὁπαδοὺς μὲ τὴν ἄσκησι ψυχολογικῆς βίας ἤ μὲ μεθόδους πλύσεως ἐγκεφάλου ἤ ἐλέγχου τοῦ νοῦ καὶ ὁπωσδήποτε μὲ τὴν ἀλλοίωσι τῆς προσωπικότητος.

στ.- ᾿Επικαλοῦνται τὴν θρησκευτικὴ ἐλευθερία καὶ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, τὰ ὁποῖα αὐτοὶ οἱ ἴδιοι καταπατοῦν.

 

῾Ενότητα Γ´

 

῾Η διακονία τοῦ Ποιμένος.

 

῎Εργο τοῦ Κυρίου μας εἶναι καὶ ὁ καθαρισμὸς «τῆς ἅλωνος» (Πρβλ. Λουκ. γ´ 17), ἐνοεῖται ἡ καταπολέμησις τοῦ ψεύδους καὶ τῆς πλάνης.

῾Ο Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς διέσωσε τὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου. ῾Ο Πρόδρομος λοιπὸν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ περιγράφει τὴν προσωπικότητα τοῦ Μεσσία, καθὼς ἐπίσης καὶ τὸ ἔργο Αὐτοῦ λέγων· «οὗ τὸ πτύον ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ καὶ διακαθαριεῖ τὴν ἅλωνα αὐτοῦ» (Λουκᾶ γ´ 17). (Μετάφρασις· Κρατεῖ στὸ χέρι φτυάρι καὶ λιχνίζει. Καὶ θὰ καθαρίση τελείως τὸ ἀλώνι του, ἤτοι τὸν κόσμο ὁλόκληρο). ῎Εργο τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ καθαρισμὸς «τῆς ἅλωνος», δηλ. τοῦ κόσμου, ἀπὸ τὸ ψεῦδος, ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ ἀπὸ κάθε διδασκαλία ποὺ προέρχεται καὶ ἐνεργεῖται ἀπὸ τοὺς δαίμονες.

Τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου τὸ συνεχίζει ἡ ᾿Εκκλησία, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ῾Οποῖος «μένει μεθ᾿ ἡμῶν πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Πρβλ. Ματθ. κη´ 20).

῾Ο Κύριος μὲ τὴν ζωή Του καὶ τὸ λυτρωτικὸ ἔργο Του συνεκρούσθη μὲ κάθε ψεῦδος καὶ κάθε πλάνη. «Εἶναι τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Πρβλ. ᾿Ιωάν. α´ 9). Οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους, τοῦ ψεύδους καὶ τῆς πλάνης μὲ τὰ ἐπὶ γῆς ὄργανά τους συνεκρούσθησαν μετὰ λυσσώδους μανίας καὶ ἐντόνου σφοδρότητος μίσους μετὰ τοῦ Κ. Η. Ι. Χ., ἐπειδὴ «πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ» (Μετάφρασις· Κάθε ἄνθρωπος ποὺ πράτει ἔργα φαῦλα μισεῖ τὸ φῶς καὶ δὲν ἔρχεται στὸ φῶς, γιατὶ φοβᾶται μήπως φανοῦν τὰ ἔργα του καὶ κριθοῦν» (᾿Ιωάν. γ´ 20).

 

Τὸ ἔργο αὐτὸ συνεχίζει ἡ ᾿Εκκλησία μὲ τοὺς Ποιμένας της.

῞Ενα πρόγραμμα διακονίας νομίζουμε ὅτι πρέπει νὰ περιλαμβάνει·

α.- Παρατήρησις τοῦ σκηνικοῦ καὶ ἐνημέρωσις περὶ τῆς διδαχῆς τῶν ὁμάδων αὐτῶν.

Γιά ὅλα αὐτὰ ὁ ποιμένας θὰ πρέπει νὰ γνωρίζη, τὶ συμβαίνει στὸ χῶρο του καὶ νὰ εἶναι σὲ θέσι νὰ ἀξιολογῆ τὰ δεδομένα ποὺ θὰ προκύψουν σὲ κάθε περίπτωσι.

Πῶς εἶναι δυνατόν νὰ ὀργανωθῆ αὐτὴ ἡ μελέτη; ᾿Ιδού·

Ι. ῾Ο ὑπεύθυνος ποιμένας νὰ εἶναι ἐνημερωμένος καὶ κατατοπισμένος. Αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ προσωπική του εὐθύνη καὶ πρωτοβουλία. Μελέτη καὶ ἐνημέρωσι.

ΙΙ. Πρέπει νὰ διαθέτη μιὰ στοιχειώδη βιβλιοθήκη γιὰ τὰ θέματα αὐτά. ῾Υπάρχουν βιβλία, ἄς τὰ προμηθευθοῦμε καὶ ἂς τὰ μελετήσουμε.

ΙΙΙ. Δημιουργία ἀρχείου μὲ συλλογὴ ὑλικοῦ καὶ πληροφοριῶν. ῾Η μελέτη τοῦ ὑλικοῦ αὐτοῦ θὰ μᾶς βοηθήση νὰ γνωρίσουμε τὴν «νέαν διδαχήν» καὶ τοὺς φορεῖς της. Στὰ συγγράμματα τῶν πατέρων θὰ εὕρωμε τὴν ἀναίρεσι τῶν παλαιῶν ἀλλὰ καὶ πολλῶν «νέων» αἱρέσεων.

ΙV. Συνεργασία μὲ ἄλλους ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι δραστηριοποιοῦνται γι᾿ αὐτὰ τὰ θέματα.

β.- ῾Οριοθέτησις τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀλήθειας τῆς ᾿Εκκλησίας.

᾿Επειδὴ οἱ πιστοὶ δέχονται ἐπιρροὲς ἀπὸ ἑτεροδιδασκάλους καὶ ἄλλα πνευματικὰ περιβάλλοντα, εἶναι ἀνάγκη νὰ γνωρίζουν τὰ ὅρια τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς. Αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν διακονία τοῦ λόγου καὶ τὴν οἰκοδομὴ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ.

γ.- Αὔξησις καὶ τελείωσις τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

῎Αλλος ἄξονας τῆς ποιμαντικῆς στρατηγικῆς μας εἶναι ἡ ἀνάπτυξις προγραμμάτων, ὥστε ἡ ἐνοριακὴ ζωὴ καὶ δρᾶσις νὰ βοηθῆ τοὺς πιστοὺς νὰ αὐξηθοῦν καὶ νὰ τελειοποιηθοῦν στὴν ἐν Χριστῷ ζωή.

Τὸ πρότυπο ὀργανώσεως τῆς ἐνοριακῆς ζωῆς τὸ συναντᾶμε στὶς Πράξεις τῶν ᾿Αποστόλων, ὅπου περιγράφεται ἡ ἱστορικὴ πορεία τῆς πρώτης ᾿Εκκλησίας στοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους. Σύμφωνα μ᾿ αὐτὴ τὴν παράδοσι ἡ ἐνοριακὴ ζωὴ ἀναπτύσσεται σὲ τρεῖς τομεῖς·

1. Λειτουργικὴ καὶ Λατρευτικὴ ζωὴ μὲ κέντρο τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.

2. Μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ οἰκοδομὴ στὴν πίστι τῆς ᾿Εκκλησίας.

3. ᾿Εμπειρία τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφότητος καὶ κοινωνίας τῶν ἀδελφῶν.

Αὐτὰ τὰ στοιχεῖα θὰ ἀνακόψουν τὴν προέλασι τῶν αἱρέσεων καὶ θὰ ἐλευθερώσουν ὅσους ἀδελφούς μας ἔχουν παγιδευθῆ χαρίζοντάς τους τὴν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐλευθερία καὶ σωτηρία.

῾Η ζωὴ τῶν πρώτων Χριστιανῶν·

«ἦσαν δὲ προσκαρτεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ᾿Αποστόλων καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς. ᾿Εγένετο δὲ πάσῃ ψυχῇ φόβος, πολλά τε τέρατα καὶ σημεῖα διὰ τῶν ᾿Αποστόλων ἐγίνετο. Πάντες δὲ οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ εἶχον ἅπαντα κοινά, καὶ τὰ κτήματα καὶ τὰς ὑπάρξεις ἐπίπρασκον καὶ διεμέριζον αὐτὰ πᾶσι καθότι ἄν τις χρείαν εἶχε· καθ᾿ ἡμέραν τε προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἱερῷ, κλῶντες τε κατ᾿ οἶκον ἄρτον, μετελάμβανον τροφῆς ἐν ἀγαλλιάσει καὶ ἀφελότητι καρδίας, αἰνοῦντες τὸν Θεὸν καὶ ἔχοντες χάριν πρὸς ὅλον τὸν λαόν. ῾Ο δὲ Κύριος προσετίθει τοὺς σῳζομένους καθ᾿ ἡμέραν τῇ ἐκκλησίᾳ» (Πράξ. β´ 42-47).

(Μετάφρασις· ῏Ηταν ἀφοσιωμένοι στὴν διδασκαλία τῶν ᾿Αποστόλων καὶ στὴν μεταξύ τους κοινωνία, στὴν τέλεσι τῆς θείας Εὐχαριστίας καὶ στὶς προσευχές. ῞Ενα δέος τοὺς κατεῖχε ὅλους ὅσοι ἔβλεπαν πολλὰ ἐκπληκτικὰ θαύματα νὰ γίνωνται μέσῳ τῶν ᾿Αποστόλων. Κι ὅλοι οἱ πιστοὶ ἦταν μεταξύ τους ἑνωμένοι, σὰν μέλη τῆς αὐτῆς οἰκογενείας καὶ εἶχαν τὰ πάντα κοινά· ἀκόμη πουλοῦσαν καὶ τὰ χτήματα καὶ κινητὰ τὰ ὑπάρχοντά τους, καὶ μοίραζαν τὰ χρήματα σὲ ὅλους τοὺς στερουμένους ἀδελφούς, ἀναλόγως μὲ τὶς ἀνάγκες τοῦ καθενός. Κάθε ἡμέρα συγκεντρώνονταν μὲ ὁμοψυχία στὸν ναὸ, τελοῦσαν τὴν θεία Εὐχαριστία σὲ σπίτια, τρώγοντας τὴν τροφὴ τους γεμᾶτοι χαρὰ καὶ μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς. Δοξολογοῦσαν τὸν Θεό, κι ὅλος ὁ λαὸς τοὺς ἐκτιμοῦσε. Καὶ ὁ Κύριος προσέθετε κάθε ἡμέρα στὴν ᾿Εκκλησία αὐτοὺς ποὺ σύμφωνα μὲ τὴν πρόγνωσί Του ἦταν προωρισμένοι νὰ σωθοῦν).

δ.- Προσφορὰ βοήθειας σὲ πρόσωπα καὶ οἰκογένειες ποὺ ἀντιμετωπίζουν προβλήματα. Μέριμνα ὑπὲρ τῶν πλανεμένων - Φροντίδα γιὰ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς κάθε περιπτώσεως.

῾Η ἐνοριακὴ ἀγκάλη θὰ πρέπει νὰ συμπεριλάβη καὶ τοὺς ἀδελφοὺς ποὺ κινδυνεύουν.

Τὸ πρόγραμμα δράσεως ἀπαιτεῖ·

1. σωστὴ ποιμαντικὴ στρατηγικὴ καὶ

2. ἱκανοὺς καὶ ἐμπείρους συνεργάτες.

Τὸ πῶς θά δράσουμε τὸ περιγράφει ὁ ἀείμνηστος π. ᾿Αντώνιος ᾿Αλεβιζόπουλος στὸ ἔργο του· «᾿Αντιμετώπισις τῶν αἱρέσεων· Προβληματικὴ καὶ Στρατηγικὴ» ‘Διάλογος’ ἀριθμ. 18, σελ. 218 - 271).

 

῾Ο σκοπός.

 

῾Ως σκοπὸ τῆς ποιμαντικῆς διακονίας μας, καὶ μάλιστα στὸ συγκεκριμένο τομέα, ἔχουμε τὴν «ἐπιστροφὴ τῶν πεπλανημένων» καὶ τὴν προστασία τῶν λογικῶν προβάτων.

῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὸν «ἀπολογητικόν του περὶ τῆς εἰς τὸν Πόντον φυγῆς» ἐπικαλεῖται τοὺς λόγους τῆς Γραφῆς, τοῦ Προφήτου ᾿Ιεζεκιήλ, γιὰ τοὺς κακοὺς καὶ ἀνάξιους ποιμένες, οἱ ὁποῖοι «καὶ τὸπλανώμενον οὐκ ἐπιστρεφόντων, καὶ τὸ ἀπολωλὸς οὐκ ἐκζητούντων, καὶ τὸ ἰσχυρὸν οὐ φυλαττόντων» (Μετάφρασις· δὲν ἐπαναφέρουν πίσω αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἔχει πλανηθεῖ, οὔτε ἀναζητοῦν ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἔχει χαθεῖ, καὶ δὲν διαφυλάσσουν τὸ ἰσχυρόν) (Ε.Π.Ε. τ. 1, σελ. 158, § 1).

῾Ο Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς περιέγραψε τὴν ἀποστολή Του «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμὲ, οὗ εἴνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρύξαι ἑνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. δ´ 18-19).

(Μετάφρασις· Τὸ Πνεῦμα Κυρίου μὲ κατέχει, γιατὶ ὁ Κύριος μὲ ἔχρισε καὶ μὲ ἔστειλε νὰ θεραπεύσω τοὺς τσακισμένους ψυχικά· στοὺς αἰχμαλώτους νὰ κηρύξω λευτεριά καὶ στοὺς τυφλοὺς ὅτι θά βροῦν τὸ φῶς τους· νὰ φέρω λευτεριὰ στοὺς τσακισμένους, νὰ ἀναγγείλω τοῦ καιροῦ τὸν ἐρχομό ποὺ ὁ Κύριος θὰ φέρη τὴ σωτηρία στὸ λαό Του).

Στὴν ἀρχιερατικὴ προσευχή Του ἐξομολογεῖται, «οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ» (᾿Ιωάν. ιζ´ 12).

Διαφωτιστικὸ ἐν προκειμένῳ εἶναι καὶ τὸ κεφάλαιο λγ´ (1-9). περὶ φυλάκων τοῦ Προφήτου ᾿Ιεζεκιήλ.

 

«Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· υἱὲ ἀνθρώπου, λάλησον τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· γῆ, ἐφ᾿ ἣν ἂν ἐπάγω ρομφαίαν, καὶ λάβῃ ὁ λαὸς τῆς γῆς ἄνθρωπον ἕνα ἐξ αὐτῶν καὶ δῶσιν αὐτὸν ἑαυτοῖς εἰς σκοπόν, καὶ ἴδῃ τὴν ρομφαίαν ἐρχομένην ἐπὶ τὴν γῆν καὶ σαλπίσῃ τῇ σάλπιγγι καὶ σημάνῃ τῷ λαῷ, καὶ ἀκούσῃ ὁ ἀκούσας τὴν φωνὴν τῆς σάλπιγγος καὶ μὴ φυλάξηται, καὶ ἐπέλθῃ ἡ ρομφαία καὶ καταλάβῃ ἡ ρομφαία καὶ καταλάβῃ αὐτόν, τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ ἔσται· ὅτι τὴν φωνὴν τῆς σάλπιγγος ἀκούσας οὐκ ἐφυλάξατο, τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτοῦ ἔσται, καὶ οὗτος ὅτι ἐφυλάξατο, τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐξείλατο. καὶ ὁ σκοπός, ἐὰν ἴδῃ τὴν ρομφαίαν ἐρχομένην καὶ μὴ σημάνῃ τῇ σάλπιγγι, καὶ ὁ λαὸς μὴ φυλάξηται, καὶ ἐλθοῦσα ἡ ρομφαία λάβῃ ἐξ αὐτῶν ψυχήν, αὕτη διὰ τὴν αὐτῆς ἀνομίαν ἐλήφθη, καὶ τὸ αἷμα ἐκ χειρὸς τοῦ σκοποῦ ἐκζητήσω. καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, σκοπὸν δέδωκά σε τῷ οἴκῳ ᾿Ισραήλ, καὶ ἀκούσῃ ἐκ στόματός μου λόγον. ἐν τῷ εἰπεῖν με τῷ ἁμαρτωλῷ· θανάτῳ θανατωθήσῃ, καὶ μὴ λαλήσῃς τοῦ φυλάξασθαι τὸν ἀσεβῆ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ, αὐτὸς ὁ ἄνομος τῇ ἀνομίᾳ αὐτοῦ ἀποθανεῖται, τὸ δὲ αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῆς χειρός σου ἐκζητήσω. σὺ δὲ ἐάν προαπαγγείλῃς τῷ ἀσεβεῖ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ τοῦ ἀποστρέψαι ἀπ᾿ αὐτῆς, καὶ μὴ ἀποστρέψῃ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ, οὗτος τῇ ἀσεβείᾳ αὐτοῦ ἀποθανεῖται καὶ σὺ τὴν ψυχὴν σεαυτοῦ ἐξῄρησαι».

 

(᾿Απόδοσι· ῾Ο Κύριος ὡμίλησε πρὸς ἐμὲ καὶ εἶπεν· «υἱὲ ἀνθρώπου, λάλησον πρὸς τοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ σου καὶ εἰπὲ πρὸς αὐτούς· ᾿Εὰν ἐγὼ ἀποστείλω σὲ κάποια χώρα ἐχθρικὴ μάχαιρα, ὁ δὲ λαὸς τῆς χώρας αὐτῆς ἐκλέξη ἕνα ἄνθρωπο ἀπὸ τοὺς πολίτας της καὶ καταστήση αὐτὸ ὡς φρουρό του, ὅταν ὁ φρουρὸς ἐκεῖνος ἴδῃ τὴν ἐχθρικὴ μάχαιρα νὰ ἐπέρχεται ἐναντίον τῆς χώρας του καὶ σαλπίση μὲ τὴν σάλπιγγα, ἀναγγείλη καὶ ἐπισημάνη εἰς τὸν λαὸν τὸν κίνδυνο καὶ ὁ λαός, ἂν καὶ θὰ ἀκούσῃ τὴν φωνὴν τῆς σάλπιγγος, δὲν θὰ προφυλαχθῆ, ἐπέλθη δὲ κατόπιν φονικὴ ἡ ρομφαία τοῦ ἐχθροῦ ἐναντίον αὐτοῦ καὶ τὸν καταλάβη καὶ σφάξη τὸν λαὸ αὐτό, ἡ εὐθύνη τοῦ αἵματος θὰ πέση βεβαίως ἐπάνω εἰς τὴν κεφαλὴ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ. Τοῦτο δέ, διότι ὁ λαὸς μολονότι ἤκουσε τὴν φωνὴν τῆς σάλπιγγος, δὲν προεφυλάχθη, δὲν ἔλαβε τὰ μέτρα του. ῾Ο φρουρὸς ὅμως, ἐπειδὴ ἀγρύπνως ἐφύλαττε τὴν πόλι, θὰ σώσῃ τὴν ζωή του. ᾿Εὰν ὅμως ὁ φρουρὸς ἴδη τὴν ἐπερχομένην ἐχθρικὴ δύναμι καὶ δὲν σαλπίση μὲ τὴν σάλπιγγά του, ὥστε νὰ εἰδοποιήση καὶ προφυλαχθῆ ὁ λαός, καὶ ἕνας ἀκόμη ἀπὸ τοὺς πολίτας νὰ φονευθῆ ἀπὸ τὴν ἐπελθοῦσα ἐχθρικὴ μάχαιρα, ἔστω καὶ ἂν αὐτὸς ὁ φονευθεὶς ἔχασε τὴν ζωήν του ἐξ αἰτίας ἄλλων ἁμαρτιῶν του, θὰ ζητήσω ἐγὼ εὐθύνας ἀπὸ τὸν ἀμελῆ ἐκεῖνον φρουρὸν τῆς χώρας. Καὶ σένα, ὦ υἱὲ τοῦ ἀνθρώπου, σὲ ἔχω ἐγκαταστήσει φρουρὸ εἰς τὸν ἰσραηλιτικὸ λαό, διὰ νὰ ἀκούσης ἀπὸ τὸ ἰδικό μου στόμα λόγον, τὸν ὁποῖο καὶ νὰ ἀναγγείλης εἰς αὐτούς. ῞Οταν ἐγὼ εἴπω σὲ κάποιον ἁμαρτωλό, ὅτι ἀσφαλῶς θὰ θανατωθῆς διὰ τὰς ἁμαρτίας σου, σὺ ὅμως δὲν ἀναγγείλης τὸν λόγον αὐτόν, ὥστε νὰ ἀπομακρυνθῆ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ τρόπο τῆς ζωῆς του, αὐτὸς μὲν ὁ παράνομος θὰ ἀποθάνη ἐν τῇ παρανομίᾳ του, ἀλλὰ τὴν εὐθύνη τοῦ χυθέντος αἵματός του θὰ τὴν ἐκζητήσω ἐγὼ ἀπὸ τὰ χέρια σου. ᾿Εξ ἀντιθέτου, ἐὰν σὺ ἐκ τῶν προτέρων τοῦ καταστήσης γνωστὴ τὴν παράνομο ὁδό του καὶ συστήσης εἰς τὸν ἀσεβῆ νὰ τὴν ἐγκαταλείψη, αὐτὸς ὅμως δὲν μετανοήσῃ καὶ δὲν ἀφήσῃ τοὺς ἁμαρτωλοὺς τρόπους τῆς ζωῆς του, αὐτὸς μὲν θὰ θανατωθῆ ἐξ αἰτίας τῆς ἀσεβείας του, σὺ ὅμως, διότι δὲν θὰ φέρης καμμία εὐθύνη, θὰ σώσης τὴν ζωή σου).

Σύμφωνα μὲ τὰ ἀνωτέρω ὁ ποιμένας ὀφείλει νὰ διαφυλάξη τὶς ψυχὲς τοῦ ποιμνίου του καὶ νὰ τὶς προφυλάξη.

 

Γι᾿ αὐτὸ, ὁ σκοπὸς τῆς ποιμαντικῆς διακονίας του

 

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ·

 

α) Νὰ ταπεινώση καὶ νὰ ἐξουθενώση τὸν πλανεμένο ἄνθρωπο. Πολὺ περισσότερο νὰ ἐκδικηθῆ καὶ νὰ τιμωρήση.

β) ῾Η καύχησις καὶ ὁ πανηγυρισμός.

Μὲ τὴν στάσι μας ἀποστρεφόμαστε τὴν κακοδοξία, ἀλλὰ συμπαθοῦμε τὸν πλανεμένο.

Προσπαθοῦμε νὰ καταλάβουμε τὶς πραγματικὲς ἀνάγκες τοῦ πλανεμένου, οἱ ὁποῖες οὐσιαστικὰ ἀποτελοῦν τὸ περιεχόμενο τῶν αἰτημάτων του.

῾Ο στῦλος τῆς ᾿Ορθοδοξίας ὁ Μέγας ᾿Αθανάσιος, ἀκολουθώντας αὐτὴ τὴν παράδοσι καὶ ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν αἱρετικὸν ὑπενθυμίζει· «Φιλάνθρωπος γὰρ ἡ ἀλήθεια (οὖσα) κράζει διαπαντός» (Κατὰ ᾿Αρειανῶν Γ´, § 67, Ε.Π.Ε. τ. 3, σ. 198).

(Μετάφρασις· Διότι ἡ ἀλήθεια (ὁ Χριστός) ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο καὶ πάντοτε κράζει) καὶ καλεῖ σὲ μετάνοια καὶ ἐπιστροφή.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος στὸν «περὶ ᾿Ακαταλήπτου Γ´» λόγο του προσδιορίζει τὸν σκοπό τοῦ πνευματικοῦ κόπου του καὶ ἀγῶνος κατὰ τῶν αἱρετικῶν· «῾Υπὲρ γὰρ αὐτοῦ καὶ τῆς αὐτοῦ δόξης ἅπας ἡμῖν ὁ πόνος , μᾶλλον δὲ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῆς ἡμετέρας» (Ε.Π.Ε. τ. 35, § 1, σ. 80).

(Μετάφρασις· Διότι ὅλος ὁ κόπος μου καταβάλλεται γι᾿ Αὐτὸν καὶ τὴν δόξα Αὐτοῦ, ἢ καλύτερα γιὰ τὴν δική μας σωτηρία).

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 

Στὴ θέσι τοῦ ᾿Επιλόγου ἔθεσα ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ ἐκ τοῦ «περὶ ᾿Ακαταλήπτου» δευτέρου λόγου τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου μὲ πρακτικὲς συμβουλὲς γιὰ τὴν διαχείρησι τέτοιων περιστατικῶν.

«Διὰ δὴ ταῦτα παρακαλῶ πάντας ὑμᾶς καθάπερ τοὺς φρενίτιδι περιπεσόντας νόσῳ καὶ παραπαίοντας κατὰ δύναμιν τὴν ὑμετέραν πειρᾶσθαι θεραπεύειν μετὰ προσηνείας καὶ ἐπιεικείας αὐτοῖς διαλεγομένους· καὶ γὰρ ἐξ ἀπονοίας αὐτοῖς τὸ δόγμα τοῦτο ἐτέχθη, καὶ πολὺ τῆς διανοίας αὐτῶν τὸ φύσημα· τὰ δὲ φλεγμαίνοντα τῶν τραυμάτων οὐδὲ ἐπιβολὴν χειρὸς ἀνέχεται, οὐδὲ ἁφὴν ὑπομένει τραχυτέραν. Διὰ τοῦτο οἱ σοφοὶ τῶν ἰατρῶν μαλακῆ τινι σπογγιᾷ τὰ τοιαῦτα καταψήχουσιν ἕλκη. ᾿Επεὶ οὖν καὶ τούτοις ἕλκος ἐστὶν ἐν τῇ ψυχῇ φλεγμαῖνον, ὥσπερ ἁπαλῇ τινι σπογγιᾷ προσηνὲς ὕδωρ καὶ πότιμον σπῶντες, οὕτω τὰ εἰρημένα ἅπαντα, καταντλήσαντες, πειρώμεθα καταστέλειν αὐτῶν τὸ φύσημα, καὶ τὸν ὄγκον καθαιρεῖν ἅπαντα· κἂν ὑβρίζωσι, κἂν λακτίζωσι, κἂν ἐμπτύωσι, κἂν ὁτιοῦν ποιῶσι, μὴ καταλείπῃς τὴν ἰατρείαν, ἀγαπητέ. Τοὺς γὰρ ἄνθρωπον παραπλῆγα θεραπεύοντας ἀνάγκη πολλὰ τοιαῦτα ὑπομένειν· ἀλλ᾿ ὅμως οὐδὲ οὕτως ἀφίστασθαι χρή, ἀλλὰ δι᾿ αὐτὰ μὲν οὖν ταῦτα μάλιστα αὐτοὺς ταλανίζειν καὶ δακρύειν χρή, ὅτι τοιοῦτον αὐτῶν τῆς ἀρρωστίας ἐστὶ τὸ εἶδος.

Ταῦτα πρὸς τοὺς ἰσχυροτέρους λέγω καὶ ἀνεπηρεάστους, καὶ δυναμένους ἐκ τῆς ἐκείνων ὁμιλίας μηδεμίαν παραδέξασθαι βλάβην· ὡς εἴ τις ἀσθενέστερος εἴη, φευγέτω τούτων τὰς συνουσίας, ἀποπηδάτω τοὺς συλλόγους, ὥστε μὴ τὴν τῆς φιλίας ὑπόθεσιν ἀφορμὴν ἀσεβείας γενέσθαι. Οὕτω καὶ Παῦλος ποιεῖ, αὐτὸς μὲν τοῖς ἀρρωστοῦσιν ἀναμίγνυται καὶ λέγει, “᾿Εγενόμην τοῖς ᾿Ιουδαίοις ὡς ᾿Ιουδαῖος, τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος”, τοὺς δὲ μαθητὰς καὶ ἀσθενέστερον διακειμένους ἀπάγει παραινῶν οὕτω καὶ διδάσκων· “Φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί” καὶ πάλιν· “᾿Εξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν, καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος”. ῾Ο μὲν γὰρ ἰατρὸς ἂν ἔλθῃ πρὸς τὸν κάμνοντα, κἀκεῖνον καὶ ἑαυτὸν πολλάκις ὠφέλησεν, ὁ δὲ ἀσθενέστερος καὶ ἑαυτὸν καὶ τὸν ἀρρωστοῦντα παρέβλαψε, τοῖς νοσοῦσιν ἀναμιγνύμενος· ἐκεῖνόν τε γὰρ οὐδὲν ὠφελῆσαι δυνήσεται, καὶ αὐτὸς ἐπισπάσεται πολλὴν ἀπὸ τῆς ἀρρωστίας τὴν βλάβην. Καὶ ὅπερ οἱ πρὸς τοὺς ὀφθαλμιῶντας ὁρῶντες πάσχουσιν, ἐφελκόμενοί τι τῆς ἀρρωστίας ἐκείνης, τοῦτο καὶ οἱ τοῖς βλασφήμοις συναναμιγνύμενοι τούτοις ὑπομένουσιν, ἂν ὢσιν ἀσθενέστεροι, πολὺ τῆς ἀσέβειας πρὸς ἑαυτοὺς ἐπισπώμενοι μέρος.

 

῞Ιν᾿ οὖν μὴ τὰ μέγιστα ἑαυτοὺς παραβλάψωμεν, φεύγωμεν αὐτῶν τὰς συνουσίας, εὐχόμενοι μόνο καὶ παρακαλοῦντες τὸν φιλάνθρωπον Θεόν, τὸν θέλοντα πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας ἐλθεῖν, ἀπαλλάξαι μὲν αὐτοὺς τῆς πλάνης, καὶ τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος, ἐπαναγαγεῖν δὲ ἐπὶ τὸ τῆς γνώσεως φῶς ἐπὶ τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, σὺν τῷ ζωοποιῷ καὶ παναγίῳ Πνεύματι, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν (Ε.Π.Ε. τ. 35 § 7, σελ. 75-77).

(Μετάφρασις· Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν σᾶς παρακαλῶ ὅλους νὰ προσπαθεῖτε ὅσο μπορεῖτε νὰ τοὺς θεραπεύετε, συζητώντας μαζί τους μὲ καλωσύνη καὶ ἐπιείκεια, ὅπως ἀκριβῶς κάνουμε μὲ ἐκείνους ποὺ προσβλήθηκαν ἀπὸ διανοητικὴ ἀσθένεια καὶ παραφέρονται· καθόσον αὐτοὶ ἀπὸ παραφροσύνη γέννησαν τὴ θεωρία αὐτὴ καὶ ἀπὸ ὑπερβολικὴ ἀνοησία· τὰ φλογισμένα ὅμως τραύματα δὲν ἀνέχονται οὔτε χέρι νὰ τὰ ἀγγίξη, οὔτε ὑποφέρουν τὴ δυνατὴ πίεσι. Γι᾿ αὐτὸ οἱ σοφοὶ γιατροὶ χρησιμοποιοῦν μαλακὸ σφουγγάρι γιὰ τὸ πλύσιμο τῶν πληγῶν αὐτοῦ τοῦ εἴδους. ᾿Επειδὴ λοιπὸν καὶ στὴν ψυχὴ αὐτῶν ὑπάρχει φλογισμένη πληγὴ, ὅπως ἀκριβῶς, χρησιμοποιώντας μαλακὸ σφουγγάρι, καθαρίζουμε τὴν πληγὴ μὲ καθαρὸ καὶ πόσιμο νερό, ἔτσι ἂς προσπαθοῦμε νὰ περιορίσουμε τὴν ἀλαζονεία αὐτῶν καὶ νὰ καθαρίζουμε τὸν ὄγκο τους, χρησιμοποιώντας μὲ καλωσύνη ὅλα ἐκεῖνα ποὺ εἴπαμε μέχρι τώρα. Καὶ εἴτε σὲ βρίζουν, εἴτε σὲ κλωτσοῦν, εἴτε σὲ φτύνουν, εἴτε σοῦ κάνουν ὅ,τιδήποτε παρόμοιο, νὰ μὴν ἐγκαταλείπης, τὴ θεραπεία. Διότι ἐκεῖνοι ποὺ θεραπεύουν ἄνθρωπο παράφρονα εἶναι ἀναγκασμένοι νὰ ὑπομένουν πολλὰ παρόμοια· παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὅμως δὲν πρέπει νὰ παραιτοῦνται ἀπὸ τὴν προσπάθειά τους, ἀλλ᾿ ἀκριβῶς γι᾿ αὐτὰ πρέπει βέβαια νὰ τοὺς κακοτυχίζουμε καὶ νὰ δακρύζουμε γι᾿ αὐτούς, διότι εἶναι τέτοιο τὸ εἶδος τῆς ἀσθένειας ἀπὸ τὸ ὁποῖο προσβλήθηκαν.

 

Αὐτὰ τὰ λέγω γιὰ τοὺς ἰσχυρότερους καὶ ἀνεπηρέαστους, καὶ ποὺ μποροῦν νὰ μὴν ὑποστοῦν καμία βλάβη ἀπὸ τὴ συναναστροφὴ μαζί τους· διότι, ἐὰν κάποιος εἶναι ἀσθενέστερος ὡς πρὸς τὴν πίστη, ἂς ἀποφεύγει τὶς συναναστροφὲς μ᾿ αὐτούς, ἂς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὶς συγκεντρώσεις τους, ὥστε νὰ μὴ γίνη ἡ αἰτία τῆς φιλίας, ἀφορμὴ ἀσέβειας». Τὸ ἴδιο κάμνει καὶ ὁ Παῦλος· ὁ ἴδιος συναναστρέφεται τοὺς ἀσθενεῖς καὶ λέγει, «῎Εγινα στοὺς ᾿Ιουδαίους σὰν ᾿Ιουδαῖος, καὶ σ᾿ ἐκείνους ποὺ βρίσκονταν ἔξω ἀπὸ τὸ νόμο σὰν νὰ ἤμουν καὶ ἐγὼ ἔξω ἀπὸ τὸ νόμο», ἐνῶ τοὺς μαθητὲς ποὺ ἦσαν ἀσθενέστεροι ὡς πρὸς τὴν πίστι τοὺς ἀποτρέπει ἀπὸ τὶς τέτοιου εἴδους συναναστροφές, συμβουλεύοντας αὐτοὺς καὶ διδάσκοντάς τους τὰ ἑξῆς· “Οἱ κακὲς συναναστροφὲς καταστρέφουν τὰ καλὰ ἤθη” καὶ πάλι· “Φύγετε ἀνάμεσα ἀπ᾿ αὐτοὺς καὶ ἀπομακρυνθεῖτε, λέγει ὁ Κύριος”. Διότι ὁ μὲν γιατρός, ἂν ἔρθει πρὸς τὸν ἀσθενή, πολλὲς φορὲς ὠφελεῖ καὶ ἐκεῖνον καὶ τὸν ἑαυτό του, ἐνῶ ὁ ἀσθενέστερος, συναναστρεφόμενος μὲ τοὺς ἀσθενεῖς, καὶ τὸν ἑαυτό του βλάπτει καὶ τὸν ἀσθενή· διότι καὶ ἐκεῖνον δὲν μπορεῖ νὰ τὸν ὠφελήσει καθόλου, καὶ ὁ ἴδιος ἀποκομίζει μεγάλη βλάβη ἀπὸ τὴν ἀσθένεια. Καὶ ἐκεῖνο ἀκριβῶς ποὺ παθαίνουν ἐκεῖνοι ποὺ κοιτάζουν ὅσους πάσχουν ἀπὸ ἀσθένεια τῶν ματιῶν, παίρνοντας κάτι ἀπὸ τὴν ἀσθένεια αὐτή, αὐτὸ παθαίνουν καὶ ἐκεῖνοι ποὺ συναναστρέφονται αὐτοὺς τοὺς βλάσφημους, ἂν εἶναι ἀσθενέστεροι, παίρνουν μεγάλο μέρος τῆς ἀσέβειάς τους.

 

Γιὰ νὰ μὴν προξενήσουμε λοιπὸν μεγάλη βλάβη στὸν ἑαυτό μας, ἂς ἀποφεύγουμε τὶς παρέες αὐτῶν, καὶ μόνο ἂς προσευχώμαστε καὶ ἂς παρακαλοῦμε τὸν φιλάνθρωπο Θεό, ὁ ῾Οποῖος θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ σωθοῦν καὶ νὰ γνωρίσουν τὴν ἀλήθεια, νὰ τοὺς ἀπαλλάξη ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ τὴν παγίδα τοῦ διαβόλου, καὶ νὰ τοὺς ἐπαναφέρη στὸ φῶς τῆς γνώσεως, στὸν Θεὸ δηλαδὴ καὶ Πατέρα τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, στὸν ῾Οποῖο μαζὶ μὲ τὸ ζωοποιὸ καὶ πανάγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν).